Είναι εντυπωσιακός και αξιοσημείωτος, αν μη τι άλλο, ο τρόπος με τον οποίο η κυβέρνηση τσουβαλιάζει μέσα από μια ισοπεδωτική προσέγγιση κοινωνικές αντιδράσεις που εγείρονται σχετικά με την πολιτική της, βάζοντας ταμπέλες σε όλους όσοι πρωταγωνιστούν σε πορείες, διαδηλώσεις και εκδηλώσεις διαμαρτυρίας.
Αυτό συμβαίνει ενδεχομένως γιατί οι κυβερνώντες ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ δεν κατέχουν την απαιτούμενη κουλτούρα εξουσίας. Και ίσως δεν θα προλάβουν να την αποκτήσουν. ΕΠΕΙΤΑ, είναι και το γεγονός ότι στα χρόνια της Μεταπολίτευσης η Αριστερά, κοινοβουλευτική και εξωκοινοβουλευτική, είχε ως προνομιακό πεδίο της το πεζοδρόμιο
Η διαπίστωση για την κυβερνώσα σήμερα Αριστερά ότι αυτό δεν θεωρείται πια αποκλειστική υπόθεση της την ξενίζει, τής προκαλεί αμηχανία και μια απαξιωτική αντιμετώπιση αυτών που βρίσκονται απέναντί της.
Δεν είναι, λοιπόν, ομοφοβικοί όλοι όσοι διαφωνούν με την αναδοχή παιδιών από ομοφυλόφιλα ζευγάρια. Δεν είναι ρατσιστές όλοι όσοι ξεσηκώνονται από την έξαρση του μεταναστευτικού προ- βλήματος επειδή βιώνουν τις επιπτώσεις του στην πόρτα του σπιτιού τους. Και βεβαίως, δεν είναι ακροδεξιοί όλοι όσοι διαδηλώνουν για τη Μακεδονία. Άλλωστε, είναι τουλάχιστον άστοχη η ταύτιση του πατριωτισμού με την ακροδεξιά.
Μπορούμε να συμφωνήσουμε με τη διαπίστωση ότι τα συλλαλητήρια για το Μακεδονικό εμπεριέχουν μια γερή δόση εθνολαϊκισμού, αλλά μάλλον είναι μια άβολη συζήτηση για το Μέγαρο Μαξίμου ως προς το ποιοι και υπό ποιες συνθήκες τον έσπειραν, για να τον θερίζουν σήμερα.
Κατά τα λοιπά, ο μέσος Έλληνας, καλώς ή κακώς, αισθάνεται ότι στα χρόνια της κρίσης τον τσαλαπάτησαν, κάτι που αναγνώρισε πρόσφατα και ο Ζαν – Κλοντ Γιούνκερ.
Από τις αλλεπάλληλες μνημονιακές επιταγές των δανειστών μέχρι και την κλιμάκωση των τουρκικών προκλήσεων στο Αιγαίο, νιώθει ταπεινωμένος με όλα όσα ζει και δεν μπορεί να διανοηθεί ότι τον υποχρεώνουν τώρα να καταπιεί την όποια αξιοπρέπεια τού έχει απομείνει απέναντι σε ένα μικρό γείτονα. Είναι κάτι σαν τη σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι. «Ε όχι και από τα Σκόπια», σου λέει και κατεβαίνει θυμωμένος στους δρόμους, θεωρώντας ότι θίγεται για μια ακόμη φορά ο εθνικός εγωισμός του. Γιατί υπάρχει κι αυτός, ενώ όποτε τον χρησιμοποιήσαμε στο παρελθόν σαν κινητήρια δύναμη, ως λαός, κάναμε μεγάλα πράγματα. Προφανώς με το Μακεδονικό πρέπει να γίνει αυτό που κρίνεται επιβεβλημένο για το συμφέρον της χώρας.
Από την άλλη πλευρά, όμως, δεν είναι απαραίτητα κακό που με αφορμή αυτό ένας κόσμος αφυπνίστηκε και σηκώθηκε για μια ακόμη φορά από τον καναπέ του, διαδηλώνοντας με την ελληνική σημαία στο χέρι.
Η Εθνική ευαισθησία δεν έχει ιδεολογικό πρόσημο, πέραν του ότι δεν αποτελεί ιδιοκτησία κανενός πολιτικού χώρου.