Θέλετε να μάθετε διατί είμεθα όπως είμεθα; Παρακολουθήστε το Βουλοκάναλο και τυχόν απορίες θα λυθούν αμέσως. Καλή σας απόλαυση!

Με ταπεινότητα, στα όρια της συντριβής, η στήλη καταθέτει στα ταμιευτήρια εμπνεύσεως του Τάσου Κουράκη μια στιχοπλοκή που προκάλεσε η θέα του την ώρα που προέδρευε συνεδριάσεως της Βουλής:

«Μια νύχτα θέρους με πνίγανε σεκλέτια – και όλο χάζευα σ’ αυτά τα ιντερνέτια. Και τσάκα τσούκα της, ανοιγόκλεινα σελίδες – κι αυτά που έβλεπα μου έστριβαν τις βίδες. Πόνος, απόγνωση και θλίψη, στεναχώρια – ήτανε γαρ χρηματικά τα ζόρια. Εκλεισα ίντερνετ και άνοιξα χαζοκούτι.
Το μυαλουδάκι μου κατάντησε κουρκούτι. Βάζω Βουλή. Πουλάνε τη Μακεδονία. Θα την πουλούσανε κι αν είχαν άλλη μία. Θα την πουλήσουνε τη γη του Αλεξάνδρου, θα επιβάλουνε τα ήθη του ανάνδρου.
Κι ύστερα Αιγαίο, Θράκη και νησιά στους πρώτους πλειοδότες. Ας μην ψηφίζαμε και ψεύτες και προδότες.

Μα ξάφνου ράγισε η μαύρη καταχνιά και η χαρά μου άνοιξε κατάλευκα πανιά. Ποιος είναι ο τύπος με τα κορακί μαλλιά; Βλέπεις το χρώμα, σου κόβετ’ η μιλιά. Τάσος Κουράκης λέγεται ο καημένος. Ο δουλευτής της ποίησης ο συριζοκαμμένος.
Τι όψη, τι θρέψη, τι νιάτα και τι στιλ! Ανετα θα ‘παιζε στο σίκουελ του Κιλ Μπιλ. Σιδερωμένο πρόσωπο, του λίφτινγκ υποψία. Παρόμοιο έκανε κι η θεία μου η Μαρία. Φωνή κρινένια και κίνηση αβρή, χαριτωμένη. Μια παρουσία αιθέρια, μορφή ταξιδεμένη.
Γερέφηβος, νεόγερος, παιδηλικιωμένος. Με τα χρονάκια του θα είναι μαλωμένος. Δεν εξηγείται αλλιώς το θέαμα το τραγελαφικό.
Ακόμα και οι γραφικοί τον λένε γραφικό. Μα το μαλλί, αχ το μαλλί έχει αυτό το κάτι. Η ανδρική βαφή πάντοτε βγάζει μάτι. Με αλχημεία μυστική φτιάχνουνε τις μπογιές που χρωματίζουνε κουρούπες ανδρικές.

Πάν’ τα σεκλέτια, πάν’ οι καημοί, πάει κι η στεναχώρια. Βάλε Βουλή κι εκεί θα δεις δεκάδες τέτοια αγόρια. Στου Κουράκη την οδό βαδίζουνε και άλλοι, γι’ αυτό και η Ελλάδα μας δεν είναι πια μεγάλη».

Παναγιώτης Λιάκος

ΠΗΓΗ