Για την ακρίβεια “Δεν ανήκομεν πουθενά”. Το αστείο του δυτικού «πολιτισμού» πρέπει να σταματήσει επειγόντως, όπως και το παραμύθι της προόδου που μας έχουν για τα καλά πουλήσει προ και μεταπολιτευτικά.
Να αναζητήσουμε πολιτισμό όταν αυτός δημιουργήθηκε εδώ; Να αναζητήσουμε πρόοδο όταν αυτή εμπνεύστηκε εδώ; Να αναζητήσουμε γεωγραφική σταθερότητα όταν αποτελούμε το Πολιτισμικό κέντρο του κόσμου, και το status quo στην περιοχή βρίσκεται σε μια αέναη σύγκρουση;
Τόσο ιδιοσυγκρασιακά όσο και πολιτισμικά η Ελλάδα συναναστρεφόταν την Ανατολή από αρχαιοτάτων χρόνων, ενώ προσπαθούσε να εκχερσώσει τη δυτική ακηδία.
Ακόμη και στην τραγική αυτή κατάσταση η χώρα λειτουργεί σαν ασπίδα και ως κέντρο υποδοχής προσφύγων, το σημείο μηδέν των «ευγενών» τοκογλύφων, μην και μιάνουν τα δυτικά μυθεύματα από τον υπνωτικό τους λήθαργο.
Προφανώς και η εξωτερική πολιτική της χώρας παραδίδει μαθήματα εθνικής καταστροφής σε διεθνές επίπεδο, αφού το να σκύβει το κεφάλι στον κάθε τυχαίο ηγεμονίσκο παραπέμπει πλέον σε εθνικό σπορ και όχι σε σοβαρή διαπραγμάτευση.
Επί της ουσίας, ο μοχλός πίεσης λειτουργεί θετικά στο χρεοκοπημένο κράτος και οδηγεί την πολιτική κωμωδία σε μια ακόμη επιτυχημένη αποτυχία παρά το πολιτικό κόστος. Περίεργα και συνάμα επικίνδυνα πράγματα.
Από την άλλη, η εντόπια βλακεία της ανιστόρητης και άλογης φύσης του νεογραικύλου κατακεραυνώνει και καταδικάζει τους ανθρώπους που τόλμησαν και έφτασαν στα σύνορά μας για να σωθούν από το στρατέγκο της Συρίας.
Η ελληνική Ιστορία ακολουθεί δια ζώσης τον ξεριζωμό και την προσφυγιά. Δε χωράνε αναλύσεις και χωρία στην περίπτωση αυτή, ούτε επικλήσεις στις αρχαίες πρακτικές και συνήθειες γιατί δε συμφέρει κανέναν να αντικρύσει τη νοητική του γύμνια.
Η λογική υπαγορεύει ότι κανένας δε θέλει να έρθει αντιμέτωπος με τη βλακεία του νεοπρωτεύοντος κρατικοδίαιτου Νεάντερνταλ της ελληνικής επικράτειας.
Οικογένειες και παιδιά έχασαν τα σπίτια τους, το χώμα που τους μεγάλωσε και βρέθηκαν σε μια ξένη γη, όχι για να αναζητήσουν κάτι καλύτερο αλλά την ευκαιρία να σωθούν και να συνεχίσουν να υπάρχουν.
Ο πόνος της απομόνωσης και η αβεβαιότητα στην αφιλόξενη δυτική παραμόρφωση χειροτερεύει τα πράγματα για όλους. Όσο απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων μπορούν να θεωρηθούν οι απροσάρμοστοι ραγιάδες, άλλο τόσο απόγονοι των γηγενών που συνάντησε και ευεργέτησε ο Αλέξανδρος μπορούν να θεωρηθούν και αυτοί οι άνθρωποι, σε όλες τις ιστορικές τους προεκτάσεις.
Φυσικά μια τέτοια προσέγγιση δε συμφέρει και δεν αρέσει σε κανέναν «καθαρόαιμο» και κουτοπόνηρο παντογνώστη. Είμαστε απόγονοι του Μακεδόνα υπεράνθρωπου και υπερασπιζόμαστε λυσσαλέα την Ιστορία του, χωρίς όμως να γινόμαστε κοινωνοί του οράματός του ή έστω της νοοτροπίας του.
Το γεγονός είναι πως η αλλοίωση της εθνικής ταυτότητας προέρχεται από εμάς τους ίδιους, καθώς μόνο εμείς μπορούμε να κάνουμε συλλογή από δούρειους ίππους και παράλληλα να τους αποτάσσουμε.
Το αν θα μεγαλώσουμε κατά φαντασίαν εχθρούς ή ανθρώπους με ελληνική παιδεία που αποτελούν εν μέρει και κομμάτι της Ιστορίας μας είναι ζήτημα εθνικό.
Ο φόβος του να μιάνει την κοινωνία μας ο ανθρώπινος πόνος είναι γελοίος, καθώς τα καταφέρνουμε αρκετά καλά και οι ίδιοι.
Ανεξάρτητα από κομμουνιστές της ισοπέδωσης των πάντων, εθνικιστές της δεκάρας που δεν ξέρουν σωστά ελληνικά και δημοκρατικούς πλακατζήδες, ο κόσμος αλλάζει και προσαρμόζεται σε καταστάσεις που δεν πρέπει να ενεργοποιούν φοβίες και προκαταλήψεις.
Ανήκομεν εις τους εαυτούς μας λοιπόν, και σε όσα πρεσβεύει το ελληνικό ήθος, ο φιλοσοφικός σεβασμός του μέγιστου των Ελλήνων Αλέξανδρου και η αρετή του ανθρώπου, όπως εκείνος δίδαξε και κατέταξε πάνω από κάθε διάκριση και διαχωρισμό.
Οι Έλληνες χαρακτηρίζονταν από την ευγένεια και την ανθρωποκεντρική διάταξη του πολιτισμού, βάζοντας πάνω από όλα αρχές, αρετές, αξίες και ιδανικά.
Η πολιτική προπαγάνδα και η πυρά πρέπει να στηθούν για την πολιτική κρίση του κράτους και την ανοχή του καθενός στην καταστροφή όσων μας περιβάλουν.
Το όραμα μπορεί να έσβησε στη Βαβυλώνα, ο πολιτισμός όμως ωρίμασε και ρίζωσε και δίδαξε την ελληνιστική κοινή κληρονομιά στην Ανατολή, αποτελώντας το φανάρι στον δυτικό μεσαίωνα που συνεχίζει να μιαίνει και να αποτεφρώνει την αξιοπρέπεια και τον πολιτισμό.
Η αρτιότερη ενίσχυση και δήλωση της εθνικής ταυτότητας είναι η παροχή της Ελληνικής παιδείας και η περαιτέρω διάδοσή της. Φοβάται μόνο όποιος βαθύτατα αμφισβητεί την αξία του και δεν είναι γνώστης των διαχρονικών γεγονότων.
Εμμανουήλ Πηλιτσίδης
– Πτυχιούχος του τμήματος Ιστορίας-Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής σχολής του Α.Π.Θ.
– Συγγραφέας του βιβλίου «Και εγένετο πτώσις» (εκδ. Ρώμη)
– Αναγνώστης του Macroskopio