Στο χθεσινό μας άρθρο, με την παράθεση των εθνικολογιστικών στοιχείων της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), δείξαμε ότι την περίοδο 2008-2016, η αθροιστική συρρίκνωση του πραγματικού ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν) της χώρας ανήλθε σε -29,6%. Μετά το 2007 και για επτά συναπτά έτη, το πραγματικό ΑΕΠ της χώρας ακολουθεί καθοδική πορεία και το όχημα της εθνικής οικονομίας είναι καθηλωμένο στο τούνελ της ύφεσης. Τα στατιστικά στοιχεία που παρατίθενται στον πίνακα του κειμένου, στην κυριολεξία είναι συγκλονιστικά και θα πρέπει να προβληματίσουν τα κυβερνητικά οικονομικά επιτελεία, που μετά το 2010 με θρησκευτική ευλάβεια εφαρμόζουν τις εξοντωτικές μνημονιακές πολιτικές. Η χώρα οπισθοδρομεί και πάει από το κακό στο χειρότερο. Στον πίνακα απεικονίζεται η εξέλιξη του λόγου «πραγματικό ΑΕΠ/εργατικό δυναμικό της ελληνικής οικονομίας» κατά την περίοδο 1980-2016. Σημειώστε ότι αν αντί του λόγου «πραγματικό ΑΕΠ/εργατικό δυναμικό» παίρναμε το λόγο «πραγματικό ΑΕΠ/πληθυσμό της Ελλάδας», τα εξαγόμενα ποσοτικά συμπεράσματα θα ήταν πανομοιότυπα.
Παρατηρήσεις: Το ΑΕΠ της Ελλάδας απεικονίζεται σε σταθερές τιμές με έτος βάσης το 2010. Το εργατικό δυναμικό της χώρας αποτυπώνεται σε χιλιάδες άτομα. Για παράδειγμα, το 2015 το εργατικό δυναμικό της χώρας ήταν 4.807.700 άτομα. Συνεπώς, ο λόγος ΑΕΠ σε σταθερές τιμές ανά μέλος (άτομο) του εργατικού δυναμικού, δείχνει το κατά κεφαλή ΑΕΠ σε ευρώ βάσει του μεγέθους του εργατικού δυναμικού της ελληνικής οικονομίας.
Η πρώτη αποκαρδιωτική διαπίστωση είναι ότι την περίοδο 2007-2016, η συνολική μείωση του πραγματικού ΑΕΠ ανήλθε σε -29,6%, καταγράφοντας έτσι την δραματικότερη κρίση της ελληνικής οικονομίας μετά το πέρας του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου (1945). Η δεύτερη απογοητευτική παρατήρηση είναι ότι με βάση το απόλυτο επίπεδο του πραγματικού ΑΕΠ, η ελληνική οικονομία οπισθοχώρησε στο 1999, που σημαίνει ότι πήγαμε πίσω 17 ολόκληρα χρόνια. Αυτό το αποθαρρυντικό συμπέρασμα προκύπτει από την ποσοτική παρατήρηση, ότι το ΑΕΠ σε σταθερές τιμές το 2016 ήταν περίπου όσο και το 1999.
Ωστόσο, το τρίτο και πιο φρικαλέο συμπέρασμα είναι ότι η Ελλάδα ουσιαστικά επέστρεψε στο 1980 και όχι στο 1999, που προκύπτει από τα στοιχεία του απόλυτου ΑΕΠ σε σταθερές τιμές. Από επιστημονικής άποψης, ο λόγος πραγματικό ΑΕΠ προς συνολικό εργατικό δυναμικό, αντιπροσωπεύει τον πιο αξιόπιστο δείκτη της συνολικής παραγωγικότητας της οικονομίας μιας χώρας.
Άρα, η αποτύπωση του λόγου πραγματικό ΑΕΠ/σύνολο εργατικού δυναμικού κατά την περίοδο 1980-2016, αντικατοπτρίζει την διαχρονική μεταβολή της συνολικής παραγωγικότητας της εθνικής μας οικονομίας. Η δραματική ύφεση που διέρχεται η ελληνική οικονομία μετά το 2007, πιστοποιείται από την παρατήρηση ότι την περίοδο 2007-2016, ο λόγος πραγματικό ΑΕΠ προς σύνολο εργατικού δυναμικού από 50.927 έπεσε στα 38.272 €. Με έκπληξη παρατηρούμε, ότι, ο λόγος πραγματικό ΑΕΠ προς εργατικό δυναμικό το 1980 ήταν μεγαλύτερος σε σχέση με το 2016, καθότι από 38.788 € μειώθηκε σε 38.272 €.
Θλιβερό είναι το γεγονός ότι η Ελλάδα γύρισε πίσω 36 ολόκληρα χρόνια, λόγω του κραχ της εθνικής οικονομίας κατά την περίοδο 2008-2016. Η βαθύτατη κρίση που μετά το 2008 διέρχεται η οικονομία του τόπου, είναι παρατεταμένη και δεν έχει ιστορικό προηγούμενο. Αξιοσημείωτο είναι ότι η διαρκής άνοδος του δημοσίου χρέους, σε καθεστώς αποτελμάτωσης του οικονομικού μας συστήματος, συνιστά πρωτοφανές δυσεπίλυτο πρόβλημα, όχι μόνο στην οικονομική ιστορία της νεώτερης Ελλάδας, αλλά και στην ιστορική διαδρομή των κρατών που συνθέτουν την παγκόσμια οικονομία.
Η χώρα διέρχεται κρίση ανταγωνιστικότητας του οικονομικού συστήματος. Η καταβαράθρωση της ανταγωνιστικότητας της εθνικής οικονομίας οφείλεται σε ενδογενείς παθογόνους παράγοντες.
Αυτοί οι παράγοντες έχουν εξαλειφθεί, ώστε η ελληνική οικονομία να εισέλθει σε αναπτυξιακή τροχιά και άρα να επιτευχθεί ο μέσος ετήσιος αναπτυξιακός ρυθμός του 3%, που προβλέπεται στο μνημονιακό Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2017-2021;
Του Γ. Βάμβουκα