Δεν θέλω να σκέφτομαι τι θα είχε συμβεί αν η αποφράδα Δευτέρα ήταν απλώς… Κυριακή με δεκαπλάσιο κόσμο στις δημοφιλείς παραλίες…
Από τον
Γιώργο Χαρβαλιά
Το καυτό μεσημέρι της περασμένης Δευτέρας το πράγμα «φώναζε» στην ανατολική Αττική. Οσοι κατέχουν λίγα πράγματα για τους ελληνικούς αέρηδες γνωρίζουν ότι ο καλοκαιρινός πουνέντες μπορεί να ξεπεράσει σε ριπές και το πιο ισχυρό μελτέμι. Κατεβαίνει από τις λοφοπλαγιές, στροβιλίζεται ανάμεσά τους και φτάνει στη θάλασσα λυσσομανώντας με μεγάλες ταχύτητες, γι’ αυτό σηκώνει μεγάλο κυματισμό.
Αλίμονο στα σκάφη που θα βρεθούν χωρίς απάγκιο λιμάνι και διπλούς κάβους σε ένα τέτοιο φαινόμενο. Και βέβαια, όσο περνάει η μέρα, ο αέρας αυτός, συνήθως νοτιοδυτικός, δυναμώνει. Δεν πέφτει σαν το μελτέμι. «Ο πουνέντης κι ο γαρμπής… θα βραδιάσει και θα δεις!» έλεγαν οι παλιοί καπετάνιοι. Και, δυστυχώς, τα είδαμε όλα…
Με το που εκδηλώθηκε η φωτιά στην Πεντέλη υπό αυτές τις ακραίες καιρικές συνθήκες φάνηκε ξεκάθαρα τι θα συμβεί. Στη θάλασσα θα κατέβαινε και θα κατάκαιγε ό,τι έβρισκε στο πέρασμά της. Με ασύλληπτο ρυθμό εξάπλωσης ή, όπως πετυχημένα το περιέγραψε ο… έμπειρος πυρόπληκτος Ψινάκης, «σαν να βάζεις σεσουάρ στο τζάκι»…
Αν σε όλα αυτά συνυπολογίσουμε ότι μπορεί να μπήκε και ανθρώπινο χέρι δημιουργώντας ένα πολυεστιακό πύρινο μέτωπο, οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι το πράγμα δύσκολα παλευόταν. Ομως, ευθύνη υπάρχει. Αφενός γιατί η φωτιά αρχικά υποτιμήθηκε στο μέγεθός της και υπήρξαν διάφορες ανόητες θεωρίες ότι μπορεί να κατευθυνθεί στον δασικό όγκο της Πεντέλης και του Διονύσου, αλλά και για το ότι εκτιμήθηκε ότι η λεωφόρος Μαραθώνος θα μπορούσε να λειτουργήσει ως αντιπυρική ζώνη και διάδρομος πυρόσβεσης, όπως τις άλλες φορές. Ευσεβείς πόθοι με ριπές αέρα… 10 μποφόρ.
Χάθηκε, λοιπόν, πολύτιμος χρόνος ώσπου να συνειδητοποιήσουν οι «αρμόδιοι» τον κίνδυνο ολοκαυτώματος και να δώσουν (όπως και αν τελικά έδωσαν) τις εντολές εκκένωσης και τα συνακόλουθα «πέστε στη θάλασσα για να σωθείτε» στους πανικοβλημένους πολίτες. Ειλικρινά δεν θέλω να σκέφτομαι τι θα είχε συμβεί αν η αποφράδα Δευτέρα ήταν απλώς… Κυριακή. Με δεκαπλάσιο κόσμο στις δημοφιλείς ακρογιαλιές που θα είχε βγει οικογενειακά για να αναζητήσει μια ανάσα δροσιάς…
Ξαναγυρνάμε, λοιπόν, στο αμείλικτο ερώτημα; Φταίει η άθεη κυβέρνηση; Φταίει η τεθλιμμένη περιφερειάρχης, που εμφανίζεται στον τόπο του εγκλήματος κατόπιν εορτής; Φταίει ο Ψινάκης, που ξύπνησε κάθιδρος σε κάποιον εφιάλτη του γιατί είδε να καίγεται το σπίτι του μαζί με το Nammos και την ορχήστρα του Ρέμου;
Φταίνε η άναρχη δόμηση και το δάσος των αυθαιρέτων στο Ζούμπερι και το Μάτι; Φταίνε οι Τούρκοι πράκτορες, που τώρα έγιναν Ρώσοι δολιοφθορείς μεταμφιεσμένοι σε αγιορείτες καλόγερους; Η, μήπως, τελικά φταίει… ο κακός μας ο καιρός;
Ολα μαζί φταίνε, θα σας πω εγώ. Μα πάνω απ’ όλα η διαχρονική ανικανότητα του πολιτικού συστήματος να αντιμετωπίσει με στοιχειώδη επάρκεια μία μόνιμη εποχιακή απειλή που κοστίζει ανθρώπινες ζωές. Είναι σαν να μη διδάσκεται από τα τραγικά παθήματά του το αναίσθητο πολιτικό προσωπικό αυτής της χώρας. Και, σε κάθε περίπτωση, δεν είναι σε θέση να ξεχωρίσει τις πραγματικές εθνικές προτεραιότητες. Σε μια χώρα μεσογειακή και πυρόπληκτη, όπως η Ελλάδα, και ειδικότερα σε πυκνοκατοικημένες περιοχές άναρχης ρυμοτομίας, όπως η Αττική, όπου οι πλημμύρες διαδέχονται τις πυρκαγιές προκαλώντας ανείπωτες ανθρώπινες τραγωδίες, ο εκσυγχρονισμός του συστήματος πυρόσβεσης με ό,τι πιο τεχνολογικά προχωρημένο υπάρχει δεν είναι εθνική προτεραιότητα. Είναι η απόλυτη εθνική αναγκαιότητα.
Σήμερα, και με ευθύνη διαδοχικών κυβερνήσεων, το Πυροσβεστικό Σώμα της χώρας έχει φτάσει να μάχεται σε δεκάδες πύρινα μέτωπα ουσιαστικά αβοήθητο, με 24 εναέρια σαπάκια και μοναδικό όπλο την αυταπάρνηση και τον ηρωισμό του ανθρώπινου δυναμικού του. Και ασφαλώς δεν είναι λύση, όπως ατυχώς γράφτηκε, η ανασύσταση της… δημοσιοϋπαλληλικής δασικής υπηρεσίας και η δημιουργία αυτόνομου σώματος δασοπυροσβεστών. Η Πυροσβεστική έχει την εμπειρία, αυτήν πρέπει να ενισχύσουν και να αφήσουν τη δημιουργία ανεξάρτητων δήθεν φορέων, άκαπνων και στερούμενων ειδικών γνώσεων, μόνο και μόνο για να βολέψουν τα δικά τους παιδιά.
Πώς μπορεί να ενισχυθεί η Πυροσβεστική: Με ιδιωτικές χορηγίες και γενναία κρατικά κονδύλια για να προμηθευτεί ό,τι πιο σύγχρονο υπάρχει στον τομέα της αντιμετώπισης των καλοκαιρινών πυρκαγιών. Δορυφορικά κέντρα ελέγχου και διαβίβασης πληροφοριών, εναέρια μέσα κατάσβεσης και, το κυριότερο, εναέρια μέσα επιτήρησης, επανδρωμένα και μη.
Ο έγκαιρος εντοπισμός είναι η λύση, ειδικά σε μια χώρα που ζει και υπό την απειλή κακόβουλων εμπρησμών, πιθανότατα και από μεταφερόμενους δράστες. Πόσες ανθρώπινες ζωές θα χρειαστεί να θρηνήσουμε ακόμη για να το αντιληφθούν τα καλοβολεμένα πολιτικά παχύδερμα που εναλλάσσονται στην εξουσία;