Υπό κανονικές συνθήκες, η χώρα θα είχε βγει από τα μνημόνια εδώ και τρία χρόνια. Το τρίτο μνημόνιο δεν επιβλήθηκε ως αναπόφευκτη συνέπεια των δύο προηγουμένων. Επιβλήθηκε ως αποτέλεσμα των χειρισμών Τσίπρα και Βαρουφάκη
Κώστας Γιαννακίδης
Πριν πέσει η φωτιά να μας κάψει το σχέδιο προέβλεπε μία, όχι και τόσο σεμνή, εκδήλωση στην Πνύκα και συναυλία με τους «Ελεύθερους Πολιορκημένους» -η σχετική άδεια ζητήθηκε και παραχωρήθηκε από τον Γιάννη Μαρκόπουλο.
Η έξοδος από τα μνημόνια δίπλα στην Έξοδο του Μεσολογγίου. Θα ήταν αστείο. Ισως και προσβλητικό. Αλλά κάτι τέτοια τα ξεπερνάμε πλέον εύκολα, με ένα νεύμα του Καμμένου, έναν βρυχηθμό του Πολάκη, μία ανάρτηση του Καρανίκα, ένα άρθρο του Καρτερού και τα τρολ να αλυχτάνε.
Η Μέρκελ είχε διαμηνύσει ότι δεν σκοπεύει να παραστεί. Κακώς. Η ίδια αξίζει να γιορτάσει το τέλος του ελληνικού προγράμματος. Είναι οι δανειστές που βγαίνουν από τα μνημόνια, όχι εμείς. Σταματούν να μας δανείζουν. Οι κυβερνήσεις τους δεν θα δέχονται κριτική για την «εύνοια» προς τους «τεμπέληδες». Η επιστροφή των δανεικών διασφαλίζεται μέσω μακροχρόνιου πιεστικού ελέγχου. Και για τον επόμενο αιώνα ανοίγει προνομιακή πρόσβαση στην περιουσία του ελληνικού Δημοσίου. Από την άλλη, εμείς παραμένουμε υπό την πίεση των υψηλών πλεονασμάτων και για δεκαετίες υπό τον έλεγχο των δανειστών, χωρίς πρόσβαση στα φθηνά επιτόκια που μας προσέφεραν. Επιστρέφουμε στις αγορές που δανείζουν πιο ακριβά και ενίοτε κλείνουν και την κάνουλα.
Η περίοδος των μνημονίων οδήγησε σε συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 30%, σε εκτόξευση της ανεργίας και σε μετανάστευση παραγωγικού δυναμικού υψηλής ποιότητας. Μπορούσε, αλήθεια, να γίνει αλλιώς, να περάσουμε μέσα από μία κρίση χωρίς να υποστούμε το κόστος; Υπήρχε τρόπος να αντιμετωπιστεί η κρίση χρέους χωρίς τόσο μεγάλο κόστος για την κοινωνία; Και, εν τέλει, γιατί οι άλλες χώρες που πέρασαν από τα μνημόνια τα κατάφεραν καλύτερα από μας; Όμως το βασικό ερώτημα είναι άλλο: έκαναν οι μνημονιακές κυβερνήσεις τις μεταρρυθμίσεις που θα επιτρέψουν στη χώρα να σταθεί στα πόδια της; Δυστυχώς όχι. Αλλά και η ίδια κοινωνία τι ήθελε; Να πάει μπροστά ή να γυρίσει πίσω, στη χώρα που έχασε;
Η κυβέρνηση γιορτάζει την έξοδο από τα μνημόνια. Αν δεν επρόκειτο για κάτι τόσο σοβαρό, θα ήταν φαιδρά σουρεαλιστικό. Ολοκληρώνεται ένα επαχθές οικονομικό πρόγραμμα στο οποίο μας έβαλε η ίδια η κυβέρνηση. Υπό κανονικές συνθήκες, η χώρα θα είχε βγει από τα μνημόνια εδώ και τρία χρόνια. Το τρίτο μνημόνιο δεν επιβλήθηκε ως αναπόφευκτη συνέπεια των δύο προηγουμένων. Επιβλήθηκε ως αποτέλεσμα των χειρισμών Τσίπρα και Βαρουφάκη.
Αν είναι, λοιπόν, να γιορτάσουν κάτι, είναι τη νίκη στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015 που οδήγησε σε παραγραφή όσων έγιναν το πρώτο εξάμηνο, όταν βρεθήκαμε με το ένα πόδι εκτός Ευρώπης, με κλειστές τράπεζες , σκληρό πρόγραμμα και δεσμευμένη τη δημόσια περιουσία για έναν αιώνα. Ωστόσο ο λαός, δια της ψήφου του, χορήγησε πλήρη απαλλαγή από πολιτικές και ποινικές ευθύνες. Αυτό, μάλιστα, το γιορτάζεις κλεισμένος στο γραφείο σου, με πέντε κολλητούς, ρούμι και πούρα.
Το τέλος του προγράμματος κλείνει, φυσικά, έναν ιστορικό κύκλο που ξεκίνησε με τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό της χώρας από την κυβέρνηση Καραμανλή. Βέβαια ο αριστερός αντιμνημονιακός λαϊκισμός (ο δεξιός ήταν του Σαμαρά) δαιμονοποιεί όλη την περίοδο της Μεταπολίτευσης, το μεγαλύτερο διάστημα ευημερίας που γνώρισε η χώρα. Αυτό το κάνει και η Χρυσή Αυγή. Ωστόσο είναι πλέον κοινός τόπος οι ευθύνες της διαχείρισης Καραμανλή στην αντιμετώπιση της κρίσης χρέους που η ίδια προκάλεσε. Δεν είναι ακόμα ξεκάθαρο αν η χώρα μπορούσε να αποφύγει την προσφυγή στο ΔΝΤ. Όμως ο τρόπος με τον οποίο εφήρμοσε το μνημόνιο Παπανδρέου, οδήγησε μηχανικά και στο μνημόνιο Σαμαρά. Το δε μνημόνιο Τσίπρα προήλθε από τη βουλιμία μίας νομενκλατούρας αρχαρίων που νόμιζε ότι θα αλλάξει την Ευρώπη. Γεννήθηκε και από την κόπωση ενός εκλογικού σώματος το οποίο, απογοητευμένο από τον κατεστημένο συσχετισμό δυνάμεων και εθισμένο στον λαϊκισμό, παρέδωσε τη χώρα σε ανθρώπους που έλεγαν ότι θα τιμωρήσουν τη Μέρκελ, θα καταργήσουν τον ΕΝΦΙΑ και θα κάνουν τις αγορές να χορεύουν.
Η άνοδος του λαϊκισμού έρχεται πάντα ως αυτόματη συνέπεια των οικονομικών κρίσεων. Στην περίπτωση μας ήρθε κλιμακωτά. Από το σκίσιμο των μνημονίων και τα Ζάππεια του Σαμαρά, πήγαμε στις χυδαίες μεγαλοστομίες και στα εξωφρενικά ψεύδη των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.Ως εξουσία, διατήρησαν τις παθογένειες των προκατόχων τους, αλλά τις τράβηξαν ως τα άκρα, αποδεικνύοντας ότι η ελληνική κοινωνία μπορεί να ανεχτεί τα πάντα.
Το τέλος του μνημονίου συμπίπτει με την ολοκλήρωση του κύκλου της κυβέρνησης. Το πολιτικό κεφάλαιο, που έπεσε από τον ουρανό στο τραπέζι του Αλέξη Τσίπρα, κοντεύει να εξαντληθεί. Η δε αποδρομή των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ εξελίσσεται μέσα σε κλίμα αντίστοιχο εκείνου που οι ίδιοι καλλιέργησαν ανεβαίνοντας στην εξουσία: με οργή, αλλά χωρίς διάθεση διχασμού. Ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας έχει θυμώσει. Και, ας είμαστε σοβαροί, με την κυβέρνηση θύμωσαν, όχι με τους ανθρώπους που την ψήφισαν. Σε λίγο, με αυτά που διαβάζουμε, θα τίθεται θέμα πολιτικής ορθότητας για τη μεταχείριση των συριζαίων…
Το αστείο είναι ότι η εξάντληση της κυβέρνησης δεν αποδίδεται κυρίως στη διάψευση των προσδοκιών, στην αποκάλυψη του ψεύδους, στην ασέβεια προς θεσμούς και στα επικίνδυνα παιχνίδια στην καμπούρα της χώρας. Όλα αυτά οδηγούσαν, φυσικά, σε ήττα, αλλά τώρα μιλάμε για συντριβή. Η κυβέρνηση συνθλίβεται από το Μακεδονικό και τις πυρκαγιές, δηλαδή από δύο θέματα που, πιθανότατα, θα είχαν εξελιχθεί με τον ίδιον τρόπο, όποιος και αν ήταν στο Μαξίμου.
Κατά καιρούς γράφονται διάφορα, για δήθεν σχέδια πόλωσης και εκτροπής στο δρόμο των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ προς την έξοδο. Ανοησίες. Όσο και αν ορισμένοι εργάζονται υπέρ του αντιθέτου, η χώρα παραμένει αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία. Θα γίνουν εκλογές και θα φύγουν, έστω και αν, καθώς τους σέρνουν, κάνουν αυλάκια στις μοκέτες των γραφείων τους. Και μετά θα έρθουν οι άλλοι. Θα έχουν και αυτοί στη διάθεσή τους τον απαραίτητο χρόνο για να μας απογοητεύσουν και να μας εξοργίσουν.