Αυτές τις μέρες ζούμε μια «νεκρανάσταση» του Αντώνη Τρίτση. Αιτία, η πρόσφατη καταστροφή και οι συνεχείς αναφορές στον Τύπο για τη συνεισφορά του στα πολεοδομικά ζητήματα της χώρας.

Είχα την τύχη να βιώσω ως συνεργάτης του στο τότε Υπουργείο Χωροταξίας, Οικισμού και Περιβάλλοντος (ΥΠΧΟΠ) την ηρωική και ελπιδοφόρα εποχή των αρχών της δεκαετίας του ’80, όταν χάραζε την πολεοδομική και χωροταξική πολιτική με την οποία έμεινε στην ιστορία. Οταν «χτυπούσε» 15άωρα και 18ωρα στο υπουργείο για να δώσει μια νέα πνοή στην υπόθεση της προστασίας του περιβάλλοντος και της οργάνωσης κάθε γωνιάς του ελληνικού χώρου. Γιατί ο Τρίτσης γνώριζε ότι ο χρόνος του ως υπουργού θα ήταν λιγοστός σε σχέση με όσα έπρεπε να κάνει. Και πράγματι, μέσα σε τρία μόλις χρόνια έκανε πολλά που θεωρούνταν ανέφικτα για την εποχή του.

Πρώτα κινητοποίησε όλες τις υπάρχουσες δυνάμεις του τόπου, τα καλύτερα μυαλά από τον ακαδημαϊκό χώρο αλλά και των επαγγελματιών της πράξης. Συναντήσεις καθημερινές 20-25 ατόμων στην αίθουσα συσκέψεων του ΥΧΟΠ γέννησαν την πολιτική για τη γνωστή ΕΠΑ (Επιχείρηση Πολεοδομικής Ανασυγκρότησης). Ταυτόχρονα χάραζε και την πολιτική για τη χωροταξία και το περιβάλλον (καταρτίζοντας τον σχετικό νόμο 1650).

Ετσι, 60 αστικά κέντρα και περίπου 250 κωμοπόλεις (δηλαδή, όλος ο ελληνικός αστικός χώρος) απέκτησαν Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο (προϋπόθεση για την πολεοδόμηση), ενώ στις μητροπολιτικές περιοχές της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης κατάρτισε τα πρώτα Ρυθμιστικά Σχέδια. Σε όλους τους νομούς εκπονήθηκε ένα δομικό χωροταξικό σχέδιο που συνδυάστηκε με το 1ο πενταετές πρόγραμμα. Και όλα αυτά, σε χρόνο ρεκόρ, χωρίς να λογαριάσουμε τη ρύθμιση για την οριοθέτηση των 11 χιλιάδων οικισμών της χώρας με πληθυσμό κάτω των 2.000 κατοίκων ή την καταπολέμηση του νέφους με βάση την εμπειρία άλλων μεγαλουπόλεων.

Περίεργο κράμα οραματιστή και ρεαλιστή, επιστήμονα και πολιτικού, κατάλαβε γρήγορα ότι δεν έπρεπε να αναλωθεί σε μεγαλεπήβολα νομοθετήματα. Τον ενδιέφερε να δει γρήγορα τα αποτελέσματα. Εφτιαξε έναν σύντομο και απλό νόμο (1337/83) όπου ενσωμάτωσε τα υπάρχοντα εργαλεία προσαρμοσμένα στη νέα πολιτική, υλοποιώντας τη συνταγματική επιταγή για εισφορές σε γη με στόχο την ένταξη στο σχέδιο πόλης, παρά τις αντιδράσεις που αντιμετώπισε μέσα και έξω από τη Βουλή.

Με πρωτοποριακές και έξυπνες διατάξεις για την εποχή του, όπως εκείνες για τις περιφράξεις και την πρόσβαση στις ακτές ή για τις Ζώνες Οικιστικού Ελέγχου, που προέβλεπαν απαγόρευση της κατάτμησης της γης (γενεσιουργού αιτίας της παράνομης δόμησης), διευθέτησε το θέμα των αυθαιρέτων με τρόπο εξαιρετικά εύστοχο που αποτέλεσε σταθμό/τομή για τη νομολογία του ΣτΕ μέχρι σήμερα.

Οι διανοούμενοι της εποχής του τον σνομπάρισαν, τον συκοφάντησαν, τον παρεξήγησαν, τον αποκάλεσαν Δον Κιχώτη, λαϊκιστή κ.ά. επειδή είπε το περίφημο ότι «η πολιτεία πρέπει να στήσει το άγαλμα του αυθαίρετου οικιστή», θέλοντας, όχι φυσικά να επαινέσει την αυθαίρετη δόμηση, αλλά να τονίσει την ανεκπλήρωτη υποχρέωση της πολιτείας να στεγάσει τους εργαζόμενους που συσσωρεύονταν τότε στις παρυφές των πόλεων, θύματα του μοντέλου της άνισης ανάπτυξης της χώρας.

Ο Αντ. Τρίτσης δεν επιχείρησε να διαχειριστεί απλώς τα πολεοδομικά και χωροταξικά πράγματα, αλλά να βάλει τις βάσεις για έναν σχεδιασμό της πράξης. Πολλοί λένε -και σωστά- ότι η προσπάθειά του σκόνταψε στα γνωστά εμπόδια και απέτυχε γενικά να εφαρμοστεί. Αλλά, αν ο Αντ. Τρίτσης έκανε τόσα πολλά «αποτυγχάνοντας», ας σκεφτούμε πόσα θα γίνονταν αν η πολιτική του είχε πλήρως εφαρμοστεί. Γι’ αυτό «έγραψε ιστορία»… και γι’ αυτό το φάντασμά του περιφέρεται στις ακτές της Αττικής…

*oμότιμος καθηγητής Χωροταξικού – Περιβαλλοντικού Σχεδιασμού, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Πηγή