Δεν πιστεύω και προφανώς δεν θα αναφερθώ σε «ανώτερη δύναμη», η οποία τιμωρεί (Καλαβρύτων Αμβρόσιος), επαινεί ή συγχωρεί τις αμαρτίες. Αλλωστε, η «ιδεολογία της αμαρτίας» προέκυψε από όλα ανεξαιρέτως τα θρησκευτικά δόγματα, για να εγκλωβίσει και να ποδηγετήσει τον ενίοτε «αδύναμο» άνθρωπο.
Η σύζευξη της επιβολής, όπως αυτή προκύπτει από την εκδήλωση φυσικού φαινομένου έντασης, τύχης και ανθρώπινων συμπεριφορών, ιδιωτικών ή δημόσιων, δημιουργεί ενδεχομένως καταστροφικές καταστάσεις, όπως για παράδειγμα η πρόσφατη στην Ανατολική Αττική.
Από τη στιγμή που επιστήμονες, ακαδημαϊκοί έγκριτοι, απολύτως ειδικοί στο συγκεκριμένο γνωστικό αντικείμενο και όχι προπαγανδιστές των εφοπλιστικών επικοινωνιακών ομίλων διατύπωσαν κατ’ επανάληψη την άποψη ότι η ένταση του φαινομένου σε συνάρτηση με τη χρονική του διάρκεια απέκλειε εκ προοιμίου την «αποτελεσματικότητα» κάθε είδους ανθρώπινης παρέμβασης, θεσμικής ή ατομικής, η πολιτική συζήτηση θα έπρεπε να είχε σταματήσει εδώ και οι προσπάθειες θα έπρεπε να έχουν επικεντρωθεί στην αποκατάσταση προσώπων και πραγμάτων και στον επιμερισμό τυχόν ευθυνών. Αλλά εδώ είναι Βαλκάνια, δεν είναι παίξε-γέλασε. Αναγκαίες θεσμικές μεταρρυθμίσεις έπονται πάντα όμως σε αντικειμενικό χρόνο.
Ο Καρλ Μαρξ έλεγε ότι ο θάνατος είναι δυστυχία (κακοτυχία, συμφορά) όχι γι’ αυτόν που πεθαίνει, αλλά γι’ αυτόν που επιζεί. Αυτοί οι επιζήσαντες έχουν απόλυτη ανάγκη κάθε συμπαράστασης και συμπόνιας ανθρώπινης, πολιτικής και κρατικής. Η αγορά δεν μπορεί εδώ να ρυθμίσει τα πράγματα, έτσι δεν είναι;
Οι πολιτικοί θεσμοί αφορούν διαδικασίες οι οποίες εμπεδώνουν τη συνοχή του οργανωμένου κοινωνικού συνόλου στο επίπεδο της πολιτικής. Ενα εξαιρετικά σημαντικό ζήτημα είναι η σχέση των ίδιων των πολιτικών θεσμών με τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία στελεχώνουν τους θεσμούς αυτούς.
Ενώ, δηλαδή, οι θεσμοί εκδηλώνουν τη δράση τους κατά τρόπο γενικό και αόριστο, εν τούτοις οι θεσμοί αυτοί εκπροσωπούνται από πρόσωπα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι σε πολλές περιπτώσεις οι πολιτικοί θεσμοί ταυτίζονταν με συγκεκριμένα πρόσωπα, όπως αποδεικνύει το ιστορικό παράδειγμα του θεσμού της απόλυτης ή ελέω θεού μοναρχίας.
Με την πρόοδο, όμως, των ιστορικών εξελίξεων -απόλυτη μοναρχία – συνταγματική μοναρχία – δημοκρατική αρχή- αρχίζει η αποξένωση των φυσικών προσώπων από τους οικείους πολιτικούς θεσμούς. Οσο ο θεσμός δεν ταυτίζεται με τα φυσικά πρόσωπα, τόσο αποκτά αυτονομία και αυτοτέλεια, οι οποίες ενίοτε προσδιορίζονται και στα κείμενα τα οποία τον περιγράφουν.
Η αυτονομία και η αυτοτέλεια των πολιτικών θεσμών συναρτώνται άμεσα με ιστορικές εξελίξεις συνδεόμενες με καταστάσεις πολιτικές και κοινωνικές, περισσότερο δημοκρατικές και φιλελεύθερες.
Η δημοκρατική αρχή και η λαϊκή κυριαρχία, με όποιο περιεχόμενο και αν τους προσδίδεται, θεωρητικό, ιδεολογικό, ταξικό ή κοινωνικό, επιβάλλουν κατ’ αρχήν τη μη ταύτιση των πολιτικών θεσμών με τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία τους στελεχώνουν και τους εκπροσωπούν.
Εδώ βεβαίως προκύπτει ένα πλην όμως. Τα αιρετά πρόσωπα εκ της πολιτικής, κοινωνικής, ακόμη και ηθικής τους δράσης και συγκρότησης, ανεξαρτήτως της μη ταύτισής τους με τον συγκεκριμένο θεσμό, επηρεάζουν την ουσιαστική λειτουργία του, την αξιοπιστία, το πολιτικό και ηθικό κύρος του.
Επομένως, στα σύγχρονα πολιτικά συστήματα και στους σύγχρονους πολιτικούς θεσμούς η σχέση θεσμού και προσώπου δεν είναι μεν σχέση ταύτισης, παραμένει όμως μια αμφίδρομη σχέση αλληλοπροσδιορισμού, στο πλαίσιο του οποίου τον υποδέχεται και τον αποδέχεται (τον συγκεκριμένο θεσμό) τελικώς ο πολίτης, ο οποίος μετέχει στις διαδικασίες και στις διεργασίες του πολιτικού συστήματος.
Συμπερασματικά λοιπόν: Η ευρύτερη πολιτική και κοινωνική δράση (συμπεριφορά) του αιρετού προσώπου, η οποία και αλληλοπροσδιορίζει τη σχέση του με τον οπωσδήποτε μη ταυτιζόμενο μαζί του θεσμό του πολιτικού συστήματος ή της πολιτικής διαδικασίας, κρίνεται, θετικά ή αρνητικά, με βάση τη θετικιστική αντίληψη των πραγμάτων και των κανόνων.
Αν δεν θέλουμε να επανέλθουμε σε οιονεί μεσαιωνικές καταστάσεις, δεν μπορεί να κρίνεται με βάση μεταφυσικές αντιλήψεις, θρησκευτικές παραδοχές ή φυσιοκρατικές εκδοχές.
Η «δυναμική» επιβολή, επίπτωση και κατίσχυση φυσικών φαινομένων και η ερμηνεία τους δεν πρέπει εν τέλει να αναιρούν τη λογική, θετική και θεσμική διάσταση της βιωματικής σφαίρας, στην οποία ανήκει και η πολιτική.
*ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αιγαίου