Η πιο μεγάλη καταστροφή, που θα μπορούσε να συγκριθεί με την οικολογική που καταστρέφει τη χώρα μας και τον πλανήτη, είναι η καταστροφή της γλώσσας, μιας γλώσσας που απομακρύνθηκε από τις βάσεις της και προσαρμόστηκε σε διάφορες και ακατάλληλες χρήσεις από μια κουλτούρα που αναπτύχθηκε μαζί με την τηλεόραση, τις εφημερίδες, τα αυτοκίνητα, τα δεύτερα σπίτια, τη μόδα και τα «status symbol» της νέας ανερχόμενης μέσης αστικής τάξης μας και που προσέλαβε τα χαρακτηριστικά της.
Η κατανάλωση αγαθών από τη μεριά αυτής της τάξης, που με τόση απληστία επιθυμεί, είναι ίση με την κατανάλωση ιδεών, ιδεολογιών, θεωριών, ύφους, φιλοσοφίας, λέξεων-κλειδί, μεθοδολογιών, από τη μεριά αυτής της κουλτούρας που προχωρεί προς το Μέλλον, όπως το προλεταριάτο στον πίνακα «Il quarto stato» του Πελίτσα ντα Βολπέντο, που παρουσιάζεται συμπαγής και μαχητική σε όλα τα μέτωπα και τα κανάλια επικοινωνίας, στις σχολικές και πανεπιστημιακές αίθουσες∙ ακόμη και στην κοινωνία, όπου χρησιμοποιεί τους σωστούς όρους, τις λέξεις που πρέπει να προφέρει, τις ιδέες που πρέπει να αποδέχεται∙ που πρώτα έλεγε «ωφέλιμο», και ύστερα «εναλλακτικό», και μετά «διάλογος», «προβληματισμός», κ.λπ…
Αυτός ο τύπος κουλτούρας είναι τόσο ίδιος που το καλύτερο συχνά συγχέεται με το χειρότερο και πόσες «καλές αναγνώσεις» χρειάστηκε να τη διασφαλίσουν που διαφορετικά θα έπρεπε να αποτελούν ένα επιβαρυντικό στοιχείο!
Και η απώλεια κάθε ιδέας οδηγού και κάθε σημείου αναφοράς, που τόσο ανθρώπινο και λογοτεχνικό πόνο προκάλεσε τον περασμένο αιώνα.
Κι αυτή η άβυσσος που αισθάνθηκε ο άνθρωπος ν’ ανοίγεται ανάμεσα στη φύση του και στο πνεύμα του και που μεγάλωσε όλο και περισσότερο από τον Φρόιντ και μετά και έδωσε χώρο σε μια επικίνδυνη απομάκρυνση ανάμεσα στον λόγο και στα πράγματα.
Κι αυτή η απομάκρυνση υπήρξε μοιραία όταν η υπο-κουλτούρα συναντήθηκε με την ανίκανη εξουσία και με την κενή ιδεολογία∙ όταν ο «προβληματισμός», ο «διάλογος», ο «πλουραλισμός» έκαναν κοινή εμφάνιση με τη «θεωρία των δύο άκρων», τις «συγκλίσεις» και τις «αποκλίσεις».
Η γραφειοκρατικο-επιστημονική γλώσσα είναι ίσως και το αποτέλεσμα της θεωρητικής καταπίεσης που εξάσκησαν όσοι κατέστησαν απάνθρωπες τις ανθρωπιστικές επιστήμες και που προσέλαβαν μόνο τις μεθόδους και τη γλώσσα, χωρίς ποτέ να τις εμψυχώσουν με μια πνοή ανθρώπινου και δημιουργικού πνεύματος.