Περιορίστηκαν δραματικά οι ελπίδες για αναίμακτη λύση στην επαρχία Ιντλίμπ στη Συρία, την τελευταία που βρίσκεται στα χέρια των ανταρτών, μετά την προχθεσινή τριμερή σύνοδο της Τεχεράνης, στην οποία συμμετείχαν ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν και ο Ιρανός πρόεδρος Χασάν Ροχανί. Οι τρεις χώρες επισήμως συμφώνησαν να αναζητήσουν από κοινού, «σε πνεύμα συνεργασίας», τρόπους για τη διευθέτηση της κατάστασης. Στην κοινή δήλωση, που εκδόθηκε μετά τη συνάντηση, αναφέρεται πως τα τρία μέρη συμφώνησαν ότι πρέπει να δημιουργηθούν στη Συρία ασφαλείς συνθήκες για να επιστρέψουν οι εκτοπισμένοι, ενώ προστίθεται ότι ο επόμενος γύρος των συνομιλιών των τριών ηγετών για τη Συρία θα πραγματοποιηθεί στη Ρωσία. Ωστόσο η πρόταση Ερντογάν για εκεχειρία συνάντησε τη σθεναρή αντίσταση του Πούτιν, ενώ ο Ροχανί επέμεινε ότι η Συρία πρέπει να ανακτήσει τον έλεγχο ολόκληρης της επικράτειας. Η Μόσχα φάνηκε να αμφισβητεί κατά πόσον είναι δυνατή η εφαρμογή μιας κατάπαυσης του πυρός από ακραία στοιχεία, που παλιότερα ανήκαν στην Αλ Νούσρα και είχαν στενές σχέσεις με την Αλ Κάιντα. Μάλιστα, την Παρασκευή σημειώθηκαν ρωσικές αεροπορικές επιδρομές στην περιοχή του Ιντλίμπ που έπληξαν θέσεις τζιχαντιστών και ανταρτών.
Η κατάσταση στο Ιντλίμπ έχει επείγοντα χαρακτήρα καθώς ο πρόεδρος της Συρίας, Μπασάρ αλ Ασαντ, υποστηριζόμενος από τη Ρωσία και το Ιράν, ετοιμάζεται για την αποφασιστική μάχη που θα μπορούσε να σημάνει και το τέλος του πολέμου.
Βομβαρδισμοί
Τη στιγμή όμως που οι τρεις ηγέτες συναντιούνταν στην Τεχεράνη, συριακά αεροσκάφη έπλητταν ήδη περιοχές που ελέγχονται από τους αντάρτες. Τεχεράνη και Μόσχα βοήθησαν τον Ασαντ να ανατρέψει εντελώς την πορεία της σύγκρουσης με μια σειρά αντιπάλους, από τους αντάρτες, που απολάμβαναν τη στήριξη της Δύσης μέχρι τους ισλαμιστές μαχητές.
Η Τουρκία είναι εξάλλου βασικός αρωγός της αντιπολίτευσης και έχει στρατεύματα στη χώρα. Οι προχθεσινές διαπραγματεύσεις έρχονται σε μια κρίσιμη στιγμή για τον 7ετή πόλεμο που έχει στοιχίσει τη ζωή σε πάνω από μισό εκατομμύριο ανθρώπους και έχει υποχρεώσει 11 εκατ. Σύρους να εγκαταλείψουν τις εστίες τους.
Ο Ερντογάν ζήτησε από τον Πούτιν και τον Ροχανί να συμφωνήσουν σε μια εκεχειρία στο Ιντλίμπ, λέγοντας ότι μια τέτοια συμφωνία θα συνιστούσε επιτυχία της συνόδου. Η Τουρκία δεν αντέχει να υποδεχθεί άλλους πρόσφυγες από μια νέα επιχείρηση στο Ιντλίμπ, εξήγησε ο Ερντογάν.
Ωστόσο η απάντηση του Πούτιν ήταν αρνητική, επειδή οι άνδρες του μετώπου Νούσρα και του Ισλαμικού Κράτους που βρίσκονται εκεί δεν είναι μέρος των ειρηνευτικών συνομιλιών. «Γεγονός είναι ότι δεν υπάρχουν εκπρόσωποι των ενόπλων ανταρτών σε αυτό το τραπέζι. Και πάνω από όλα δεν υπάρχουν εκπρόσωποι της Αλ Νούσρα, του Ισλαμικού Κράτους ή του συριακού στρατού», υπογράμμισε ο Πούτιν. «Πιστεύω ότι σε γενικές γραμμές ο Τούρκος πρόεδρος έχει δίκιο. Θα ήταν θετικό. Αλλά δεν μπορώ να μιλήσω εκ μέρους τους και πάνω από όλα δεν μπορώ να μιλήσω για λογαριασμό τρομοκρατών, όπως η Αλ Νούσρα ή το Ισλαμικό Κράτος. Δεν μπορώ να ξέρω αν θα σταματήσουν να πυροβολούν ή να χρησιμοποιούν παγιδευμένα drones», κατέληξε.
Σύμφωνα με ανάλυση του Αλ Τζαζίρα, τρία είναι τα πιθανά σενάρια: Τουρκία και Ρωσία θα μπορούσαν να συμφωνήσουν να διατηρήσουν τη ζώνη αποκλιμάκωσης στο Ιντλίμπ, αν η Τουρκία αντιμετωπίσει το ζήτημα της οργάνωσης των ανταρτών Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ (HTS). Τους τελευταίους μήνες η Αγκυρα προσπαθεί να πείσει την HTS να αυτοδιαλυθεί και να αφομοιωθεί από τον Ελεύθερο Συριακό Στρατό, που υποστηρίζεται από την Τουρκία. Οι ξένοι μαχητές της HTS έχουν λάβει διαβεβαιώσεις για ασφαλή έξοδο προκειμένου να μετεγκατασταθούν αλλού.
Αυτές οι προσπάθειες όμως δεν έχουν αποδώσει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Την περασμένη εβδομάδα, σε μια ένδειξη αγανάκτησης, η Τουρκία χαρακτήρισε την HTS τρομοκρατική οργάνωση, αφήνοντας να εννοηθεί ότι θα μπορούσε να στραφεί εναντίον της. Αν η Τουρκία συναινέσει στη δράση εναντίον της HTS, αυτό θα μπορούσε να αποτρέψει ρωσική επίθεση κατά του Ιντλίμπ μέχρι να εδραιωθεί η ειρήνη στη Συρία. Μετά την έκβαση της συνόδου της Τεχεράνης όμως, το δεύτερο σενάριο καθίσταται πιο πιθανό. Θα επέτρεπε την περιορισμένη ρωσική στρατιωτική επιχείρηση στο Ιντλίμπ προκειμένου να ξεριζωθεί η HTS και άλλες ακραίες ομάδες. Με δεδομένο πόσο πυκνοκατοικημένη είναι η περιοχή η Ρωσία και το συριακό καθεστώς θα ήθελαν να αποφύγουν μία μεγάλης κλίμακας επιχείρηση. Σε αυτήν τη φάση η Ρωσία φαίνεται πως θέλει κυρίως να διασφαλίσει τη βάση της στη Λαττάκεια από επιθέσεις με μη επανδρωμένα αεροσκάφη (drones), εξωθώντας τις αντιπολιτευτικές ομάδες πιο βόρεια. Το συριακό καθεστώς από την άλλη ενδιαφέρεται περισσότερο να ανακτήσει τον έλεγχο του αυτοκινητόδρομου Μ5, την κεντρική οδική αρτηρία που περνά μέσα από κομμάτια του Ιντλιμπ. Τα τελευταία δύο χρόνια η στρατηγική του καθεστώτος ήταν να ελευθερώσει τα 470 χλμ. του Μ5 από το Χαλέπι στον Βορρά μέχρι τη Χάμα. Το μόνο κομμάτι του Μ5 εκτός καθεστωτικού ελέγχου βρίσκεται σε τμήμα του Ιντλίμπ. Πράγματι το καθεστώς Ασαντ θα ήθελε να ανακτήσει κάθε χιλιοστό του Ιντλίμπ, αλλά δεν έχει τους άνδρες να το κάνει, ειδικά αφού θα βρεθεί αντιμέτωπο με δεκάδες χιλιάδες ακραία στοιχεία της αντιπολίτευσης που δεν έχουν πού να πάνε.
Η χειρότερη εξέλιξη
Το τρίτο και πιο τρομαχτικό σενάριο είναι μια ολομέτωπη επίθεση στο Ιντλίμπ. Αυτό το σενάριο είναι προς το παρόν μάλλον απίθανο, επειδή θα μπορούσε να αποδειχθεί ακριβό σε φόρο αίματος αλλά και από άποψη πολιτικού και στρατιωτικού κόστους. Θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια ανθρωπιστική καταστροφή, μια μαζική προσφυγική κρίση και μια καταστροφή τεράστιας κλίμακας. Θα κατέληγε να διαλύσει τη σχέση Ρωσίας και Τουρκίας και προφανώς στην κατάρρευση της διαδικασίας της Αστανα. Το σενάριο αυτό θα δημιουργούσε επίσης τριβές στην ούτως ή άλλως τεταμένη σχέση Ρωσίας-Ε.Ε., καθώς η Ευρώπη θα βρισκόταν αντιμέτωπη με νέο κύμα προσφύγων. Οι ΗΠΑ έχουν επίσης προειδοποιήσει για τον κίνδυνο μιας επιχείρησης στο Ιντλίμπ, λέγοντας ότι θα παρέμβουν σε περίπτωση χρήσης χημικών όπλων.
Τέλος, αυτό το τελευταίο σενάριο αντιβαίνει στη νέα ρωσική στρατηγική που έχει στόχο τον επαναπατρισμό των Σύρων προσφύγων και την έναρξη της διαδικασίας ανοικοδόμησης της χώρας με βοήθεια από την Ευρώπη και τις χώρες του Κόλπου.
Αγκυρα – Μόσχα
Οι αντάρτες που ετοιμάζονται για την τελική μάχη ελπίζουν ότι η σύμμαχός τους Τουρκία θα μπορούσε να μεσολαβήσει στη Ρωσία για να αποτρέψει μια ολομέτωπη συριακή επιχείρηση που θα καταφέρει καθοριστικό χτύπημα στην 7ετή εξέγερσή τους. Η Τουρκία θα μπορούσε να παίξει ρόλο, αφού έχει εξοπλίσει σημαντικό αριθμό ανταρτών στη Συρία και έχει επενδύσει πολιτικά και στρατιωτικά στο Ιντλίμπ. Επιπλέον έχει συνάψει ένα είδος συμφωνίας με την κυρίαρχη ομάδα ανταρτών, τη Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ (την πρώην Αλ Νούσρα). Αυτή η σχέση υπήρξε συχνά ταραγμένη. Η Τουρκία στο πλαίσιο του ρόλου της ως εγγυήτριας στη ζώνη αποκλιμάκωσης στο Ιντλίμπ έχει εγκαταστήσει δέκα παρατηρητήρια. Πλέον είναι μικρές, αυτόνομες στρατιωτικές βάσεις. Η κυβέρνηση στην Αγκυρα έχει περιγράψει μια μεγάλη επιχείρηση στο Ιντλίμπ ως «κόκκινη γραμμή». Ουδείς γνωρίζει ακριβώς τι θα μπορούσε να κάνει η Τουρκία σε περίπτωση που το καθεστώς Ασαντ εξαπέλυε μιας μεγάλης κλίμακας επίθεση. Παράλληλα δεν αποκλείεται να υπάρξουν εντάσεις μεταξύ Τουρκίας και Ρωσίας. Οι διμερείς σχέσεις των δύο χωρών είναι σύνθετες και επιδεινώθηκαν τον Νοέμβριο του 2015 όταν η Τουρκία κατέρριψε ρωσικό μαχητικό. Ωστόσο τον Σεπτέμβριο του 2017 υπέγραψαν συμφωνία για τους πυραύλους S-400. Στη συνέχεια, τον Μάρτιο του 2018, μονάδες του Ελεύθερου Συριακού Στρατού, που υποστηρίζεται από την Τουρκία και μάχεται τον Ασαντ, πήραν τον έλεγχο της κουρδικής πόλης Αφρίν.
Πηγή: http://www.kathimerini.gr