Γιώργος Αριστηνός
Ο δολοφόνος
Μυθιστόρημα
ΝΕΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΜΕΝΗ ΕΚΔΟΣΗ
Σελίδες: 208 • Σχήμα: 14 x 20,5 cm • ISBN: 978-618-5004-79-8 • Τιμή: 13 €
Ο ΗΡΩΑΣ του Γιώργου Aριστηνού, ευπατρίδης, διανοούμενος, αλκοολικός από πεποίθηση και όχι από έξη, εστέτ και μισάνθρωπος, αλλά συνάμα και τρυφερός ως την αυτοανάλωση, σκοτώνει τέσσερις γυναίκες είτε επειδή τραυματίζουν την αισθητική του είτε επειδή προσβάλλουν τον ναρκισσισμό του.
Ας μην αναζητήσουμε ωστόσο στον Δολοφόνο μια αναπαράσταση αληθοφανών πράξεων ή τη διερεύνηση των κινήτρων τους· πρόκειται για συνειδητή παρωδία του μυθιστορηματικού είδους.
Ο Αριστηνός βάζει τον ήρωά του να διαρρηγνύει τον έναν μετά τον άλλον όλους τους δεσμούς με τους γύρω του. Καθηλωμένος στη μεταφυσική του μοναξιά, ρημαγμένος από την αίσθηση μιας βαθιάς οντολογικής προσβολής, ο κεντρικός χαρακτήρας περιπλανιέται σε έναν υπαρξιακό λαβύρινθο, από τον οποίο κανένας και τίποτα δεν είναι σε θέση να τον βγάλει. Το κακό, η αυτοκαταστροφή, ο θάνατος, ο πόνος, η αγωνία και οι ενοχές συγκλίνουν στην έννοια της οντολογικής αρρώστιας.
Η γλώσσα του μυθιστορήματος, μέσα από τους μαιάνδρους της, με ένα μπαρόκ λεξιλόγιο και πλήθος αναφορών στη λογοτεχνία, καλείται να αποτυπώσει την παλίρροια των συναισθημάτων μίσους, τις διαρκείς ταλαντεύσεις ανάμεσα στη θλίψη και τη μανιακή ευφορία, τις αβυσσαλέες όψεις της ψυχής ενός χαρακτήρα που θύει στην καθαρή σπατάλη της ζωής του.
«Εύγλωττη ήταν και παραμένει η πεποίθηση για τον ρόλο της λογοτεχνικής γλώσσας, η οποία με τον μηχανισμό της εξιδανίκευσης ωραΐζει το δυσοίωνο νόημα της ζωής. Εξάλλου τόσο από τον Δολοφόνο όσο και από το σύνολο του συγγραφικού μου έργου συνάγεται πόσο απορφανισμένο είναι αυτό από θετική αξία. Μπορώ μάλιστα να ορκιστώ χωρίς καμιά αμφιταλάντευση στην κακή πίστη του ανθρώπου. Περαιτέρω βέβαια και στη δολοφονική του φύση που, όσο κι αν προσχώνεται από τους κοινωνικούς θεσμούς και τις σωτηριολογικές θεωρίες, άλλο τόσο βρίσκει την ευκαιρία να προβάλλει το ευαγές έργο της. […] Ο πρωταγωνιστής του Δολοφόνου δεν σκοτώνει από υπεροπτική αλαζονεία, μνησικακία, φθόνο ή υπερβολικό συναίσθημα, αλλά από σνομπισμό, δηλαδή από απεγνωσμένο, άχρηστο πάθος.»