Έκκληση προς το υγειονομικό προσωπικό της περιοχής να φροντίσει για τον άμεσο αντιγριπικό εμβολιασμό του, απευθύνει η διοίκηση του Ιατρικού Συλλόγου Πατρών. Με επιστολή που έστειλε προς όλους τους γιατρούς και τις διοικήσεις των νοσοκομείων, των κέντρων υγείας αστικού και αγροτικού τύπου και την 6η Υγειονομική Περιφέρεια. Το εκτεταμένο πρόβλημα με το ανεμβολίαστο υγειονομικό προσωπικό, σε ποσοστό 72% στα νοσοκομεία και 55% στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, ανέδειξε προ ημερών με πρωτοσέλιδό της η «Π».

Στο πλαίσιο του συγκεκριμένου ρεπορτάζ η πρόεδρος του Συλλόγου Άννα Μαστοράκου, είχε ανακοινώσει την έναρξη καμπάνιας ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης του υγειονομικού κόσμου καθώς, όπως είχε τονίσει, προκύπτει ζήτημα κοινωνικής ευθύνης. «Βρισκόμαστε περίπου πέντε εβδομάδες πριν την αναμενόμενη έξαρση της γρίπης. Είναι επιτακτική η ανάγκη αντιγριπικού εμβολιασμού όλων των επαγγελματιών υγείας με στόχο τη δική τους προστασία αλλά κυρίως την έμμεση προστασία των ασθενών τους από τη γρίπη» αναφέρεται στη σχετική επιστολή της διοίκησης του Συλλόγου και προσθέτει:

«Βάσει σχετικής επιστολής του ΚΕΕΛΠΝΟ (Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων), τα τελευταία χρόνια σημειώνεται σημαντική αύξηση του πανελλαδικού ποσοστού αντιγριπικού εμβολιασμού επαγγελματιών υγείας. Με δεδομένο όμως ότι η εμβολιαστική κάλυψη του ιατρικού προσωπικού δεν είναι ακόμη ικανοποιητική, σας κοινοποιούμε την εγκύκλιο του υπουργείου Υγείας με την προτροπή για συμμόρφωση».

ΟΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ

Συγκεκριμένα για το υγειονομικό προσωπικό η διοίκηση του Ιατρικού Συλλόγου υπογραμμίζει τα εξής: «Οι εργαζόμενοι στις υπηρεσίες υγείας βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο να προσβληθούν από λοιμώξεις κατά την εργασία και να τις μεταδώσουν στους συναδέλφους, τους ασθενείς και τις οικογένειες τους. Η ανοσοποίηση έναντι της γρίπης του προσωπικού των φορέων παροχής υπηρεσιών υγείας προστατεύει όχι μόνο τους εμβολιασμένους αλλά λειτουργεί και ως φραγμός κατά της μετάδοσης της γρίπης και μάλιστα σε άτομα με αντένδειξη εμβολιασμού (π.χ. βρέφη κάτω των 6 μηνών, αλλεργικά άτομα κ.ά.) ή με χαμηλή ανοσολογική απόκριση».