Το βράδυ του Σαββάτου ο Δημήτρης Κατσικόπουλος εκφώνησε μια ενδιαφέρουσα ομιλία για το Καλαβρυτινό Ολοκαύτωμα στην αίθουσα της Διακιδείου Σχολής Λαού.Κάθε πολιτικός ή νομικός που μιλάει για τα εγκλήματα πολέμου που διέπραξαν στην Ελλάδα τα ναζιστικά στρατεύματα κατοχής, αισθάνεται την υποχρέωση να διανθίσει την τοποθέτηση του με μια αναφορά στις λεγόμενες γερμανικές αποζημιώσεις και στο κατοχικό δάνειο.Ο πρώην Αχαιός βουλευτής και νομάρχης δεν αποτέλεσε την εξαίρεση, ενώ στην ομιλία του έκανε κι ένα βήμα παραπάνω συνδέοντας ένα πάγιο εθνικών διαστάσεων αίτημα με την πολύχρονη κρίση που μαστίζει τη χώρα και τον ηγεμονικό ρόλο των Γερμανών στην Ευρώπη, πού τούς επιτρέπει (και κατά τη δική του άποψη) να μάς κουνάνε σήμερα το δάχτυλο.Παράλληλα, επικαλέστηκε δηλώσεις Γερμανού ειδικού στο Spiegel, σύμφωνα με τις οποίες εάν η χώρα της Μέρκελ είχε πληρώσει αυτά που όφειλε μεταπολεμικά, δεν θα ήταν αυτό που είναι σήμερα.Ωστόσο, ο συγκεκριμένος ισχυρισμός δεν αντικατοπτρίζει πλήρως την αλήθεια. Πράγματι, ο αμερικανικός παράγοντας συνέδραμε τα μέγιστα για την αναστύλωση της Γερμανίας μετά από τον πόλεμο, όπως έπραξε το ίδιο και για τις υπόλοιπες δυτικοευρωπαϊκές χώρες (μηδέ εξαιρουμένης της Ελλάδας) με το περιβόητο Σχέδιο Μάρσαλ.Ως εκ τούτου, μιλάμε για τη Δυτική Γερμανία της τότε εποχής, όχι για το ενιαίο κράτος στο οποίο αναφερόμαστε σήμερα και που προέκυψε μετά από την ιστορική ενοποίηση του 1990.Παρεμπιπτόντως, ο ομιλητής αναφέρθηκε και σε μια γερμανική στάση πληρωμών που επήλθε εκείνα τα χρόνια, επί των ημερών του Χέλμουτ Κολ, προφανώς για να καταδείξει ότι οι Γερμανοί δεν ήταν πάντα το πρότυπο δημοσιονομικής πειθαρχίας.Μήπως, όμως, (λέμε εμείς τώρα) αυτό ήταν και το ελάχιστο τίμημα της ενοποίησης για δύο χώρες, εντελώς έως τότε διαφορετικών πολιτικοοικονομικών συστημάτων, που έγιναν μία χωρίς να… ανοίξει μύτη;Τα αναφέρουμε αυτά χωρίς καμία διάθεση να υπερασπιστούμε τους Γερμανούς. Άλλωστε, τον ρόλο αυτό επωμίζονται πρόθυμα οι Έλληνες που ως μετανάστες «ρίζωσαν» στη Γερμανία και μπολιάστηκαν με την εκεί νοοτροπία και αντίληψη των πραγμάτων.Επιπλέον, όμως, ας μην ξεχνάμε ότι μπορεί κατά τα γνωστά στερεότυπα με τα οποία έχουμε εμποτίσει τη συλλογική μας συνείδηση να συνηθίσαμε στην ιδέα να μην «χωνεύουμε» τους Γερμανούς, αλλά θέλουμε (εάν κι εφόσον έχουμε την οικονομική δυνατότητα) να έχουμε πρόσβαση στα (ακριβότερα) προϊόντα της βιομηχανικής παραγωγής τους. Και τα θέλουμε γιατί τα θεωρούμε, ορθώς, ανώτερης ποιότητας.Κλείνοντας, ας συμφωνήσουμε τουλάχιστον ότι η Γερμανία μπορεί να ευθύνεται για πολλά, αλλά δεν φταίει και για τη χρεοκοπία μας, η οποία επήλθε με δική μας, αποκλειστική, ευθύνη.

ΠΗΓΗ