Συντάκτης: Πέτρος Λινάρδος Ρυλμόν *

Ο νεοφιλελευθερισμός ως καθεστώς διαχείρισης του καπιταλισμού μπόρεσε να ενισχύσει τη συμμαχία του κεφαλαίου (μεγάλες επιχειρήσεις και βιομηχανίες, τράπεζες) με τη μεσαία τάξη, αποδυναμώνοντας οργανωτικά και οικονομικά τον κόσμο της εργασίας. Η μικρή επιχειρηματικότητα πίστεψε ότι ήρθε επιτέλους η βασιλεία του τρίπτυχου ιδιοκτησία-κέρδος-φτηνή εργασία και οι ελεύθεροι επαγγελματίες, επιστήμονες και μισθωτοί της διοίκησης είδαν τα εισοδήματά τους να αυξάνονται ουσιαστικά και πολλές φορές ιλιγγιωδώς.

Η μεσαία τάξη βρέθηκε στην αιχμή της ιδεολογίας, αν όχι της οικονομίας στον καπιταλισμό. Οι Duménil και Lévy («Η κρίση του νεοφιλελευθερισμού») θεωρούν μάλιστα ότι αυτοί που ασκούν διοίκηση είναι στην πραγματικότητα η άρχουσα τάξη και επομένως αμείβονται αντίστοιχα. Ας σκεφτούμε μόνο ότι οι διοικητικές ιεραρχίες των «δικών μας» τραπεζών κάνουν κυριολεκτικά ό,τι θέλουν, μέσα σε ένα σύννεφο αδιαφάνειας ως προς τις διαχειριστικές αλλά και πολιτικές επιλογές τους.

Χάρη στην εργασία της Βάλιας Αρανίτου («Η μεσαία τάξη στην Ελλάδα την εποχή των μνημονίων») έχουμε μια πληρέστατη χαρτογράφηση και ανάλυση της παρουσίας και εξέλιξης αυτής της πολύμορφης τάξης στην Ελλάδα: οι μικρές επιχειρήσεις διατηρούν τη σημαντική παρουσία τους, αν και έχουν δεχτεί σοβαρά πλήγματα, οι εργαζόμενοι της «οικονομίας της γνώσης» ενισχύονται αριθμητικά αν και παρουσιάζουν υψηλά ποσοστά ανεργίας.

Είναι γεγονός ότι αποτέλεσαν μια δεξαμενή ψήφων για την Αριστερά, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι υιοθέτησαν και ένα πρόγραμμα που στρέφεται κατά του κεφαλαίου και ότι νοιάζονται πραγματικά για τη ριζική αναβάθμιση αμοιβών, συνθηκών εργασίας και κοινωνικών υπηρεσιών σε ό,τι αφορά τον κόσμο της εργασίας. Κατά κανόνα οι ισχυρές ακόμα συνδικαλιστικές οργανώσεις σχετικά προνομιούχων έχουν κόψει τους δεσμούς τους με τη μάζα των μισθωτών.

Η Νέα Δημοκρατία επιδιώκει να κρατήσει αυτές τις κοινωνικές ομάδες σε μια ατζέντα νεοφιλελεύθερη, υποσχόμενη λιγότερους φόρους και χαμηλότερες αμοιβές των εργαζομένων σε επιχειρήσεις. Δεν τα έχει καταφέρνει ώς τώρα γιατί η οικονομία φαίνεται να ανακάμπτει, αλλά δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι με την πρώτη δυσκολία θα γοητευτούν ισχυρά τμήματα της μεσαίας τάξης από μια τέτοια ατζέντα. Είναι εν μέρει ό,τι συνέβη στη Βραζιλία.

Τα τελευταία 30 χρόνια η μεσαία τάξη εγκλωβίστηκε στα δίχτυα του πελατειακού συστήματος, το οποίο διατηρήθηκε προς όφελος των κεφαλαιούχων μετά το ᾽80. Το σύστημα όμως αυτό διαμόρφωσε μια κρατική διοίκηση που ταλαιπώρησε τη μικρή επιχειρηματικότητα, οδηγώντας την σε μια φαινομενική συμμαχία με το κεφάλαιο κατά του «Δημοσίου».

Στη ραχοκοκαλιά της οικονομίας δόθηκε το κόκαλο της αδήλωτης εργασίας και της φοροδιαφυγής και στους επαγγελματίες και μεσαίους ή ανώτερους υπαλλήλους του ευρύτερου δημόσιου τομέα η δυνατότητα μιας ήπιας και καμιά φορά χοντρής λαμογιάς. Οταν το κεφάλαιο εδραίωνε τη σπατάλη δημόσιων πόρων και την υψηλή κερδοφορία χωρίς αποτέλεσμα, μεγάλα τμήματα της μεσαίας τάξης αποτελούσαν τη στρατιά που διέδιδε παντού το μήνυμα της νέας ευημερίας.

Ολα θα εξαρτηθούν από τη δυνατότητα του κόσμου της εργασίας να συγκροτήσει μια πολιτική και προγραμματική παρουσία. Αυτό που συμβαίνει είναι φαινομενικά παράδοξο: από τη μια μεριά η μισθωτή εργασία έχει διαχυθεί σε ένα πλήθος ανοργάνωτο και χωρίς εκπροσώπηση, από την άλλη όμως αλλεπάλληλες εξεγέρσεις αυτού του πλήθους σε όλο τον πλανήτη διεκδικούν ισότητα, δικαιοσύνη και δημοκρατία κατά του χρήματος και των ολιγαρχιών.

Συνδυάζονται έτσι στιγμιαία δημοκρατικά πειράματα με προσπάθειες πολιτικής εκπροσώπησης, που καταλήγουν σε αριστερή κυβέρνηση όπως στην Ελλάδα ή στους Podemos και τους «εξεγερμένους» δήμους της Ισπανίας σε καθεστώτα που αποτελούν προφανώς μεταβατικές καταστάσεις. Κάπου θα οδηγήσουν και τα «κίτρινα γιλέκα».

Τα αιτήματα για ισότητα, δικαιοσύνη και δημοκρατία προέρχονται από παντού. Από την εκρηκτικά διευρυνόμενη ανισότητα, από τις κοινωνικές κρίσεις που προκαλεί η κυριαρχία του χρηματοπιστωτικού συστήματος, από τις κλιμακούμενες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Τα αιτήματα αυτά δεν είναι πρωτεύοντα στην ατζέντα της μεσαίας τάξης, δεν αντιστοιχούν στο κομμάτι της κοινωνίας που επιδιώκει την οικοδόμηση και αξιοποίηση ιεραρχιών και αυταρχικών σχέσεων.

Αν και -άλλο παράδοξο- υπάρχουν σε αυτή την τάξη νησίδες σκεπτόμενων ανθρώπων που -όπως και παλαιότερα- επιδιώκουν να απομακρυνθούν από τους κοντόφθαλμους αλλά κυρίαρχους κοινούς τόπους. Να συμβάλουν στο να μετατραπούν οι εμπειρίες της δύσκολης επιβίωσης, της σκληρής καθημερινότητας των πολλών, σε ένα εντελώς νέο καθεστώς πολύπλευρου σεβασμού της ανθρώπινης ιδιότητας.

* οικονομολόγος

ΠΗΓΗ