Τα προγνωστικά για το επερχόμενο 2019 δεν μας επιτρέπουν αισιοδοξία. Μοναδική, χιμαιρική ελπίδα είναι το ενδεχόμενο της «έκπληξης»: Κάθε κοινωνία, ακόμα και η βαθύτερα βυθισμένη στην παρακμή, μπορεί να γεννήσει, «παρά πάσαν ελπίδα», τη ριζική της μετάλλαξη.
Μοναδική, επομένως, ελπίδα μας, το λογικά απρόσμενο, το εκτός πιθανοτήτων, η ουτοπία. Που και μόνο επειδή την παρεμβάλλουμε στον προβληματισμό μας, σώζει τη μη-παραίτησή μας: έναν απόηχο της έλλογης πίστης ότι οι ανθρώπινες κοινωνίες δεν υπόκεινται ολοκληρωτικά στη νομοτέλεια. «Δυνάμει» σώζουν την έκπληξη.
Σίγουρα δεν είναι συνετό να ποντάρουμε στο ελάχιστα πιθανό, στο απλώς ποθητό. Αλλά το κοινά ποθητό (ή κατά πλειονότητα) είναι που σώζει συνήθως τη δυναμική της έκπληξης. Από ασύνετους πόθους γεννιώνται, κάποιες φορές, ριζικές κοινωνικές μεταλλάξεις.
Πάντως, κατά κανόνα, οι εκπλήξεις δεν εκβιάζονται ούτε μεθοδεύονται. Μόνο «γεννιώνται» υποκείμενες στην αρχή της απροσδιοριστίας. Η απροσδιοριστία βέβαια δεν αποκλείει την πιθανολόγηση. Και στην πιθανολόγηση η ιστορική πείρα συνεισφέρει, στατιστικά, κάποιες πιστοποιήσεις. Π.χ. ότι η ριζική μετάλλαξη μιας κοινωνίας (η «έκπληξη») είναι, συνήθως, το επακολούθημα μιας μεγάλης, επώδυνης καταστροφής.
Σε ποιες περιπτώσεις μπορούμε να μιλάμε για «μεγάλη καταστροφή»; Η γερμανική κατοχή ήταν ένας εφιάλτης φρίκης παντοδαπής, αλλά δεν γέννησε έκπληξη μετάλλαξης της ελληνικής κοινωνίας. Γέννησε την εγκληματική παραφροσύνη της κομμουνιστικής ανταρσίας, που η Ελλάδα την πλήρωσε με αναπτυξιακή, παιδευτική και οργανωτική καθυστέρηση, παγιωμένη ώς σήμερα σαν ενδημική λοιμική.
Δεύτερη καταστροφή των θεσμών και δομών του δημοκρατικού κράτους, με βυθισμό της ελλαδικής κοινωνίας σε πολιτικό πρωτογονισμό, για εφτά ολόκληρα χρόνια, ήταν η δικτατορία των συνταγματαρχών. Και αυτή η εμπειρία παρανοϊκής καπηλείας του πατριωτισμού δεν συνέτισε ούτε κατ’ ελάχιστο το πολιτικό προσωπικό της χώρας. Γέννησε η δικτατορία την αδίστακτη λαίλαπα του πασοκισμού: τον αδιάντροπο αμοραλισμό του «όλα επιτρέπονται», την απενοχοποίηση της λωποδυσίας του κοινωνικού χρήματος, την ιταμή λεκτική χυδαιότητα, την καπηλεία τίμιων λέξεων, όπως «σοσιαλισμός», «Αριστερά», «πρόοδος».
Επίπτωση της εφτάχρονης δικτατορίας ήταν να αποκλειστεί από το πολιτικό προσκήνιο η παράταξη της θυσιαστικής φιλοπατρίας, σπιλωμένη με ατιμωτικές υποψίες. Φιμώθηκαν οι Έλληνες που είχαν αντισταθεί, με ακριβό τίμημα αίματος, στην πάνοπλη απόπειρα του ΚΚΕ να μαντρώσει σταλινικά την Ελλάδα στο εφιαλτικό στρατόπεδο του σοβιετικού «παραδείσου». Ο καραμανλισμός ανέλαβε να υποκαταστήσει εκείνο τον πατριωτισμό της κοινωνικής πλειονότητας με την εξιδανίκευση του καταναλωτισμού και της ευρωλιγούρας. Με τυπικά επαρχιώτικη ξιπασιά εξωράισε το δόγμα «ανήκομεν εις την Δύσιν», επιβάλλοντας μιαν αποκλειστικά διαχειριστική εκδοχή της πολιτικής. Η λέξη «πατριωτισμός» χαρίστηκε σε κόμματα «της πλάκας» και σε πολιτευτές γραφικούς.
Τρίτη καταστροφή, η δραματικότερη, ήρθε με τον εξωφρενικό δανεισμό της χώρας, την παταγώδη κατάρρευση της οικονομίας και τις φαιδρότητες πανικού του πολιτικού προσωπικού της χώρας. Όλεθρος στην κυριολεξία. Η Ελλάδα παραιτήθηκε επίσημα από την κρατική της ανεξαρτησία, οι δανειστές της εγκατέστησαν ασφυκτική, εξευτελιστική επιτρόπευση της δημόσιας διοίκησης και οικονομίας, κολακεύοντας ή εξισορροπώντας συμφέροντα και βίτσια της διεθνούς τοκογλυφίας. Υποθηκεύτηκαν και οι πιο παραμικρές προϋποθέσεις επιβίωσης, αξιοπρέπειας και ανεξαρτησίας των Ελλήνων για ενενήντα εννέα χρόνια.
Από αυτόν, τον ακόμα «εν εξελίξει» εφιάλτη υπάρχει ρεαλιστικό περιθώριο να προκύψει «έκπληξη»; Όχι, βέβαια, όσο το πολιτικό προσωπικό της χώρας παραμένει ολοκληρωτικά, πνιγηρά, υποταγμένο στην παραισθησιογόνο εξουσιολαγνεία του. Δεν αντιλαμβάνονται τι συμβαίνει γύρω τους, ζουν σε δικό τους σύμπαν. Μοναδική τους έγνοια: να κερδίσουν τις προσεχείς εκλογές. Χωρίς παραπέρα στόχους, επιδιώξεις, χωρίς μπούσουλα. Μόνο για την ηδονή της εξουσίας.
Η λύση είναι απλή, την ξέρουμε όλοι: Χρειαζόμαστε μια κυβέρνηση (όχι από το φάσμα κομμάτων του σημερινού κοινοβουλίου) που θα αποκλείσει θεσμικά τη δυνατότητα ύπαρξης και λειτουργίας «πελατειακού κράτους». Μια κυβέρνηση υπηρεσιακή, «προσωπικοτήτων», με διετή εντολή, υποκείμενη στον έλεγχο του σημερινού κοινοβουλίου, αλλά με δημοψηφισματική στήριξη για να εξαλείψει το πολυπλόκαμο «πελατειακό κράτος» και να αποκλείσει συνταγματικά την επανασύστασή του.
Σταυρόλεξο, όχι άλυτο για τη λογική της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, όμως προϋποθέτει δυνατούς και αδέσμευτους λύτες. Η δημοκρατία υπάρχει ρεαλιστικά και όχι προσχηματικά, όταν διαθέτει μηχανισμούς αυτοελέγχου και αυτεξυγίανσης. Η χώρα έχει νομικούς περιωπής (όχι οπωσδήποτε συνταγματολόγους επιρρεπείς στην αυλοδουλεία), με κοινωνική ευαισθησία και εύορκους. Το να καταθέσουν προτάσεις, συνεπάγεται ρίσκο – θα εισπράξουν χλευασμούς, ίσως και συκοφαντίες. Αλλά το ρίσκο αξίζει, όταν διακυβεύεται η ιστορική συνέχεια (ή ο αφανισμός) «πράγματος τζιβαϊρκού, πολυτίμητου».Χρόνια πολλά, μαζί και η ευχή: καλή φώτιση στους νομικούς μας. Και σε όλες τις «απροσκύνητες» ηγεσίες κοινωνικών λειτουργημάτων.
30.12.2018
ΠΗΓΗ: ΧΡ. ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ.