Εκπνοή του 2018. Μια χώρα έξω από τα μνημόνια. Μπαίνει σιγά-σιγά το ’19, πρόωρα γερασμένο κι αυτό, χωρίς να περιμένουμε πολλά. Κρατάμε μικρό καλάθι. Ακόμα κι αυτές οι ευχές μας είναι λιγόλογες, τσιγγούνικες.Δυο πρώτες δεκαετίες στον 21ο αιώνα με βάδισμα σημειωτόν. Φως πουθενά. Ανακύκλωση ανθρώπων, ανακύκλωση ιδεών. Και, το χειρότερο, ανακύκλωση παλαιών τακτικών αντιμετώπισης ενός νέου κόσμου.Γκρινιάζουμε για το νέο που αργεί. Περιμένουμε την αλλαγή να τη δούμε στους άλλους. Οχι σε εμάς. Είναι πιο βολικό. Αν δεν αλλάξουμε εμείς, να μην περιμένουμε από τους άλλους. Κάθε αλλαγή ξεκινά από εμάς. Θα έπρεπε να το ξέρουμε.Σιγοψιθυρίζω τους στίχους του τραγουδιού της Ευρυδίκης: «Επόμενη μέρα κι η καρδιά δεν αντέχει/ Τώρα πως μοιάζει σαν εφιάλτης η πόλη/ Είναι γιατί σ’ εσένα μοιάζουνε όλοι…». Με δυο αράδες στίχους μπορείς τελικά να τα πεις όλα. Να βάλεις στο στόμα του κόσμου μια σκέψη μοναχά με μια χούφτα νότες. Δεν φτάνει, όμως ούτε κι αυτό.Η επόμενη ημέρα βρίσκει τη χώρα μας βαριά τραυματισμένη. Οσο κι αν θέλει κανείς να είναι αισιόδοξος, η απαισιοδοξία είναι παντού. Εχει κλέψει τα χαμόγελα των ανθρώπων, έχει σκληρύνει τις καρδιές, έχει σπείρει το θυμό. Κάνουμε διαχείριση της μιζέριας, της φτώχειας και της ελλειμματικότητάς μας. Διαχειριζόμαστε ακόμα και αυτή την έλλειψη οράματος για την πορεία της χώρας μας. Ο θυμός μας έχει προ πολλού ντυθεί στα χρώματα της εθνικής. Και η οργή επίσης. Αρνητικό πρόσημο μέσα κι έξω μας.Εχουν στενέψει τα παπούτσια μας… κι όσο για τα παπούτσια του άλλου, στην Ελλάδα ζούμε. Είναι αδύνατον να τα φορέσουμε, να περπατήσουμε και να κατανοήσουμε, όπως θέλει η αγγλική παροιμία, τη σκέψη και την ψυχή του άλλου. Ο βηματισμός μας έγινε μετέωρος.Η επόμενη ημέρα ψάχνει να βρει τις συντεταγμένες της. Μία από αυτές θα μπορούσε να είναι η ανάπτυξη. Σκιά κατάντησε κι αυτή. Η σκιά μας. Μα έλα που καμπουριάσαμε κι εμείς, χάσαμε το μέγεθός μας και μίκρυνε κι αυτή.Είναι στο δρόμο, μας λένε, αλλά γιατί δεν την βλέπουμε; Ψάχνω, με την ελάχιστη αισιοδοξία που μου έχει απομείνει, να τη βρω στην καθημερινότητά μου. Στα μέσα μεταφοράς. Στο τρένο που θα ‘ρθει αλλά όλο μετατίθεται η ημερομηνία άφιξής του στον πολύπαθο τόπο μου. Την ψάχνω και το μόνο που βρίσκω είναι η φωτεινή πινακίδα που γράφει: «Η επόμενη μέρα σκοτώνει». Σκοτώνει έναν-έναν εμάς, τον μικρό μας τόπο κι ύστερα μια χώρα ολόκληρη.Είναι και αυτοί οι ποιητές που μιλούν σιγανά μέσα στο θόρυβο της εποχής. Λες και θα μπορούσαν οι λέξεις να ξυπνήσουν το θεριό. Σσστ, η Ελλάδα κοιμάται. Ονειρο ζει, μην την ξυπνάτε.
*Η Αναστασία Ευσταθίου είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας.

ΠΗΓΗ