Κωστής Ι. Αιλιανός: Η Πάτρα δεν τον γνώρισε αλλά ο ίδιος γνώρισε πολύ καλά τον πιο εξέχοντα Πατρινό της τελευταίας 20ετίας. Διατέλεσε πρέσβης και γενικός γραμματέας της Προεδρίας της Δημοκρατίας κατά τη δεύτερη θητεία του Κωστή Στεφανόπουλου, μεταξύ 2000-2005.
Συγκέντρωσε τους πιο χαρακτηριστικούς λόγους του αείμνηστου αχαιού ως Προέδρου και τους εξέδωσε υπό τον τίτλο «Ο Πρόεδρος Κωστής Στεφανόπουλος- η παρακαταθήκη του για την Ελλάδα», από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια.
Η πρωτοβουλία του καλύπτει ένα σημαντικό κενό στη βιβλιογραφία και τη μελέτη της ελληνικής πολιτικής ζωής. Αρκετοί λόγοι του Κωστή Στεφανόπουλου μνημονεύονται ως εμβληματικοί και παροιμιώδεις, με επιφανέστερη την προσφώνησή του προς τον Μπιλ Κλίντον. Υπάρχουν όμως πολλοί άλλοι που αξίζει να μελετηθούν. Κάποιοι έχουν και αυτοβιογραφικά στοιχεία. Παράλληλα ο κ. Αιλιανός μάς διασώζει 4 ομιλίες με αχαϊκό ενδιαφέρον: Δύο αντιφωνήσεις προς Δημάρχους Πατρέων (η μία όταν του επιδόθηκε το χρυσό κλειδί της πόλης), μια προς τον Δήμαρχο Ακράτας, και την ομιλία του στο Πανεπιστήμιο Πατρών για τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο.
Επιλέγει να προσθέσει τον όρο «Παρακαταθήκη» ως συμπληρωματικό του τίτλου του βιβλίου. Πράγματι, οι περισσότεροι από εμάς θαυμάσαμε τον Κωστή Στεφανόπουλο για την απλότητά του, για την υποδειγματική του διαβίωση, για τον τρόπο που υπηρέτησε την εθνική αξιοπρέπεια, αλλά ίσως και να αδικήσαμε την πλευρά του διανοητή. Μήπως το βιβλίο που μας προτείνει ο Κ. Αιλιανός συμβάλλει στη θεραπεία αυτού του ελλείμματος; Λειτουργεί δηλαδή ως υπόμνηση της οφειλής μας να εξετάσουμε τον Κ. Στεφανόπουλο και ως στοχαστή, ενώ μας προσφέρει και ένα εργαλείο που εξυπηρετεί αυτόν τον στόχο, ως ενδεικτικό και πολύ αντιπροσωπευτικό απάνθισμα χαρακτηριστικών παρεμβάσεων του εκλιπόντος Προέδρου.
Ο ίδιος ο κ. Αιλιανός εκτιμά ότι ο Κωστής Στεφανόπουλος υπήρξε με τον τρόπο του διανοητής, «έστω όχι υπό την ευρεία έννοια». Προσθέτει: «Είχε, βεβαίως, τις ανησυχίες του ως άνθρωπος . Δεν ήταν αυτό όμως που εξέπεμπε στις ομιλίες του. Αυτό που εξέπεμπε ήταν η σκέψη του, το όραμά του για τον Ελληνα, για την Ελλάδα, για τον Ελληνισμό». Το όραμα αυτό ήταν ένα συγκεκριμένο «οικοδόμημα»: Τι είναι ο Ελληνισμός, σε τι συνίσταται ο πατριωτισμός, πώς θα διατηρήσουμε τις παραδόσεις, την γλώσσα, ποια η παθολογία του Ελληνα, πώς θα γίνει καλύτερη η χώρα, οι ευθύνες του πολίτη. Αλλά και για το πολίτευμα: Η έννοια της Δημοκρατίας, τα κενά της, η βελτίωση και διεύρυνσή της σε όλους τους τομείς.
«Υπό την άποψη αυτή ναι!» καταλήγει. «Ηταν στοχαστής ως γνήσιος πολιτικός άνδρας. Και υπό την έννοια αυτή οι σκέψεις του επάνω στα θέματα αυτά – ελαυνόμενος από την Αγάπη του για την Ελλάδα -, αποτελούν την ”παρακαταθήκη” του. Ιδιαίτερη υπήρξε η σκέψη του για την άλλη Ελλάδα, για τον απόδημο Ελληνα»
Ανθρωποι που γνώρισαν τον Κωστή Στεφανόπουλο- αλλά και πρόσωπα του περιβάλλοντός του παρατηρούν πως ο ίδιος ο Κωστής Στεφανόπουλος λόγω (εκνευριστικής, κάποιες φορές!) σεμνότητας, δεν βοήθησε στην αναγνώρισή του ως διανοητή. Δεν άφησε συγγράμματα, δεν εξέδωσε λόγους, δεν άφησε καν συγκροτημένο αρχείο. Σκίασε, δηλαδή, αυτή τη διάσταση της προσωπικότητας και της διαδρομής του.
Ο κ. Αιλιανός έχει μια επιφύλαξη σ’ αυτό: «Δεν ξέρω αν μπορούμε να πούμε ότι τον έβλαψε η σεμνότητά του. Γιατί αυτή απετέλεσε ένα στοιχείο πάνω στο οποίο βασίσθηκε η αγάπη και η εκτίμηση του λαού. Μήπως, σε τελευταία ανάλυση, αυτές οι ‘σκιές’, όπως τις αποκαλείτε, επέτρεπαν να προβληθούν άλλες πτυχές της προσωπικότητός του;
Ποια ήταν τα κύρια στοιχεία, εν πάση περιπτώσει, της διανοητικής-ιδεολογικής παρακαταθήκης του μεγάλου αχαιού; Το βιβλίο είναι πολύ καλά οργανωμένο, ώστε να μας ξεναγεί στη σκέψη του Κ. Στεφανόπουλου, κατηγοριοποιώντας κείμενα και λόγους του. Ο ίδιος ο κ. Αιλιανός παρατηρεί ότι συνιστώσα των παρεμβάσεων του Στεφανόπουλου ήταν η γνήσια αγάπη του για την Ελλάδα και η διασφάλιση των εθνικών δικαίων της. Η βελτίωση, διεύρυνση και γνησιότης της Δημοκρατίας, η βελτίωση της κοινωνικής συμπεριφοράς του Ελληνα, η ανάπτυξη της υπευθυνότητός του ως πολίτου. Η άρση των διαιρέσεων. Ο σεβασμός του άλλου. Αλλά επίσης η έννοια της εντιμότητος και της αξιοπρεπείας για τον ίδιο και την Ελλάδα, έννοια που εξέπεμπε πολύ έντονα.
Πολλοί από τους λόγους που συγκροτούν τον τόμο είναι προφορικοί. Ζητήσαμε από τον κ. Αιλιανό να σχολιάσει το μοντέλο του Κωστή Στεφανόπουλου ως ρήτορα. Αραγε ο μακροπερίοδος, μαιανδρικός του λόγος, έχει κάποιες επιρροές από το μοντέλο του Θουκυδίδη ή άλλων αγορητών της αρχαιότητας;
«Δύσκολο να το απαντήσω» παραδέχεται . «Εκτός και αν αυτού του τύπου ο λόγος, ο από στήθους, ο ρέων, ο απλός, επιζητεί μια τέτοια μορφή και, σε τελευταία ανάλυση, αποτελεί στοιχείο αναγνωρίσεως ενός γνήσιου ρήτορος. Από τη στιγμή που αποτυπώνεται στο χαρτί ο λόγος, αναγκαστικά λαμβάνει μια άλλη μορφή».
Το τελευταίο μας ερώτημα προκύπτει από την επικαιρότητα, σε συνδυασμό με το εκτενές αφιέρωμα της έκδοσης σε ομιλίες εθνικού ενδιαφέροντος: Σε ημέρες όπου η έννοια του πατριωτισμού ταλαιπωρείται ανάμεσα στις συμπληγάδες του εθνικισμού, της ξενοφοβίας αλλά και προκαταλήψεων σε βάρος της πατριωτικής ιδέας , πού θα τοποθετούσε ο κ. Αιλιανός τον Κωστή Στεφανόπουλο;
Αβίαστη η απάντηση: Ο δικός του πατριωτισμός ήταν ο γνήσιος, ο άδολος πατριωτισμός, ο πατριωτισμός σε καιρό ειρήνης χωρίς καπήλευση και χωρίς υπερβολές, έτσι ώστε η έννοια αυτή να συμβάλει στην διαμόρφωση της εθνικής ταυτότητας. Το γεγονός ότι ο ίδιος ευρίσκετο υπεράνω κομμάτων και καθημερινής πολιτικής, η μνεία του στον πατριωτισμό δεν απέβλεπε σε ”κέρδη” ή σε έωλες ”συγκινήσεις”, ξεπερνώντας τις πάσης φύσεως συμπληγάδες. Δεν άφηνε καμία τέτοια δυνατότητα ερμηνείας. Αυτό στο οποίο απέβλεπε ήταν να τονώσει το αίσθημα τού τι αποτελεί την έννοια ελληνισμός’, να θωρακίσει την εθνική μνήμη ως καίριο συστατικό της σύγχρονης Ελλάδος και να οδηγήσει στην βελτίωση του Ελληνα. Υπενθυμίζω ότι εκάκιζε τον ”κακό Ελληνα”. Ακόμη και στην περίπτωση του Αλβανού σημαιοφόρου στη Μηχανιώνα, αυτό που προέβαλε ο Πρόεδρος ήταν η έννοια του ελληνικού πνεύματος, ενωτικό στοιχείο πολιτισμού. (Τότε ακόμη, αν δεν απατώμαι, δεν είχε εμφανισθή η έντονη διάσταση του προσφυγικού, στην σημερινή του μορφή). Και, όπως, τονίζω στα προλεγόμενά μου, αυτό που επεδίωκε ήταν η σύμπνοια και η άρση των πάσης φύσεως διαιρέσεων των Ελλήνων»
Μια επωδός από τον συνομιλητή μας: «Ο Κωστής Στεφανόπουλος, αν και γνήσιος ευρωπαϊστής, τόνιζε την ξεχωριστή ταυτότητα και πολιτιστική παράδοση κάθε ευρωπαϊκού λαού. Και δεν πίστευε ότι η ελληνική ταυτότητα θα μπορεί να απορροφηθεί από την ”ευρωπαϊκή”. Εδέχετο και τις δύο ως δύο διαφορετικές όχι αντιστρατευόμενες ταυτότητες».
ΤΟΥ ΚΩΝ. ΜΑΓΝΗ