Τούτες τις μέρες τις ξανθές/ που άνοιξη μυρίζουν/ γελούν τα φυλλοκάρδια μας/ και τραγουδάκι αρχίζουν.// Κι ο ήλιος ο βιγλάτορας/ μαλαματένια ίχνη/ βαθιά χαράζει στις ψυχές/ και στον χορό το ρίχνει. Οι συνεσταλμένες Αλκυονίδες προσφέρονται για ξεφαντώματα και άσματα μες στο καταχείμωνο. Δεν τους χαλάω χατίρι. Χθες έκανα σεφτέ με Σαββόπουλο. Ταιριάζει και σήμερα το «Ας κρατήσουν οι χοροί/ και θα βρούμε αλλιώτικα στέκια επαρχιώτικα», ας με συγχωρήσει όμως ο Νιόνιος, αλλά θα προτιμήσω, έτσι για ποικιλία, το αθάνατο αρχοντορεμπέτικο των Μιχάλη Σουγιούλ – Αλέκου Σακελλάριου, που έκανε παγκοίνως γνωστό ο εμβληματικός Νίκος Γούναρης.

Αρχισαν τα όργανα/ σήκω απ’ τη θέση σου/ χόρεψε ζεϊμπέκικο/ λύγισε τη μέση σου./ Χτύπησε τα πόδια σου/ πάνω στον ασίκικο σκοπό/ έτσι μου γουστάρεις/ έτσι σ’ αγαπώ/ λοιπόν. Το τραγουδάει καμαρωτός καμαρωτός στο κλαρί, όπου βγήκε οψίμως να αντλήσει τις θερμές αχτίδες του ήλιου, –ποιος άλλος;– ο κατακαήμενος Καμμένος, απευθυνόμενος ασφαλώς στο άσπονδο φιλαράκι του, τον αιθαλή ΘΑλέξη ντε. Δεν πρόλαβε να ροδίσει η αυγή και θρονιάστηκε στο παράθυρο του ΑΝΤ1. «Εχει ευθύνες για τις πρόσφατες εξελίξεις στο κόμμα σας ο πρωθυπουργός;», τον ρώτησε ο Παπαδάκης για να λάβει πληρωμένη απάντηση: «Τεράστιες. Ο Τσίπρας με πρόδωσε, έστησε τη διάλυση της Κ.Ο. των ΑΝ.ΕΛΛ. με την αποστασία. Το είχε στημένο από την αρχή. Ψυχρανθήκαμε όταν κατάλαβα ότι θέλει τους βουλευτές μου και του είπα ότι αυτό δεν γίνεται».

Ψιττάκισε κατόπιν ότι το τέως συνεταιράκι του του ζήτησε να μη φύγει απ’ την κυβέρνηση, παρά την ψήφιση της Συμφωνίας των Πρεσπών, με αντάλλαγμα να κοσμήσουν τα ψηφοδέλτια της Κουμουνδούρου τόσο ο ίδιος όσο και πλειάς επιφανών στελεχών του. Διαβεβαίωσε δε πως άρθρωσε κατηγορηματικό «όχι», επιλέγοντας να υπερασπιστεί το συμφέρον της πατρίδας. Μένεις άφωνος, κεραυνόπληκτος, ενεός. Τα ’πε, άλλωστε σε ανύποπτο χρόνο ο Σακελλάριος: «Αρχισαν τα όργανα/ το παλιό ντερβίσικο/ να μη μου το χόρευες/ θα ’τανε αφύσικο./ Χόρεψε Αλέξη μου/ παλαμάκια εγώ θα σου χτυπώ/ έτσι μου γουστάρεις/ έτσι σ’ αγαπώ». Τον γλεντάει κανονικά, πά’ να πει. Τουτέστιν τον χορεύει στο ταψί, σαν ξεπουπουλιασμένο κοκόρι.

Ισοδυναμεί με το ειδεχθέστερο βασανιστήριο η ως άνω έκφραση, καθότι ανάλγητοι πανηγυρτζήδες κατά το παρελθόν γέμιζαν μ’ αναμμένα κάρβουνα ευμεγέθη τρούπια λαμαρίνα, τοποθετούσαν εντός της ταλαίπωρο πετεινάρι, αφού προηγουμένως του ’χαν δέσει τα πόδια με σπάγγο, έβαζαν μουσικές, εκείνο καιγόταν κι έμοιαζε σαν να λικνίζεται στον ρυθμό προς τέρψιν του αδηφάγου κοινού, που πλήρωνε ταλιράκι για να απολαύσει το θέαμα. Τέτοια νούμερα κάνει τώρα ο καπτάνΠάνος στον άλλοτε συγκυβερνήτη του. «Αρχισαν τα όργανα/ το μπουζούκι εργάζεται/ νάτος ο Αλέξης μου/ σιέται και τινάζεται./ Φτου σου προεδράρα μου/ ε ρε τι μου κάνεις πω πω πω/ έτσι μου γουστάρεις/ έτσι σ’ αγαπώ». Κι είμαστε ακόμα στην αρχή. Το φυσάει και δεν κρυώνει ο ορχηστής. Πες μου τον φίλο σου, να σου πω ποιος είσαι…

ΠΗΓΗ