OI ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΤΡΑΠΕΖΙΤΕΣ ΠΡΟΕΞΑΡΧΟΝΤΟΣ ΣΤΗ ΕΥΡΩΠΗ ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΤΡΑΠΕΖΙΤΗ ΕΦΑΡΜΟΖΟΥΝ ΕΝΑ ΜΟΝΤΕΛΟ ΣΕ ΑΠΟΛΥΤΑ ΝΟΥΜΕΡΑ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΩΣ ΕΝΑ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΟ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΛΛΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΛΕΓΧΟ ΤΟΥ 38% ΤΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΑΕΠ…
Η ΕΛΛΑΔΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΡΟΠΟΜΠΟΣ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΠΕΙΡΑΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΤΩΝ ΕΝΟΣ ΠΕΙΡΑΜΑΤΟΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΑΝΤΙΛΗΦΘΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΣΕ ΕΠΙΠΕΔΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ
Στο 38% του ΑΕΠ ανέρχεται το υπόλοιπο των υποχρεώσεων των ελληνικών τραπεζών προς το Ευρωσύστημα και τον ELA. Πρόκειται για ποσοστό ιδιαίτερα υψηλό για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, το οποίο αντί να μειώνεται, όπως είχε ξεκινήσει να γίνεται μέσα στο 2016, απειλείται με άνοδο, εφόσον συνεχιστεί η αβεβαιότητα από μια παρατεταμένη διαπραγμάτευση για το ελληνικό πρόγραμμα. Η ίδια αβεβαιότητα απομακρύνει την αποκατάσταση εμπιστοσύνης για την επιστροφή καταθέσεων και δυσχεραίνει τον δανεισμό των τραπεζών από τη διατραπεζική αγορά, καθώς οι ξένες τράπεζες ανανεώνουν τον δανεισμό μέσω repos σε ημερήσια βάση.
Τον κώδωνα του κινδύνου, για την απευκταία προοπτική οι ελληνικές τράπεζες να αναγκαστούν σε μεγαλύτερη εξάρτηση από τον δανεισμό του ELA, κρούει η πρώτη, από τον Σεπτέμβριο του 2015, αύξηση του ορίου χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών από τον ELA (το όριο διαμορφώθηκε στα 46,6 δισ. ευρώ), την οποία ενέκρινε την εβδομάδα αυτή η ΕΚΤ.
Το 2016, οι ελληνικές τράπεζες μείωσαν κατά 25 δισ. ευρώ τη χρηματοδότησή τους από τον ELA, η οποία παρ’ όλα αυτά αντιπροσωπεύει περίπου τα 2/3 της συνολικής χρηματοδότησης από το Ευρωσύστημα, και κατά 16 δισ. ευρώ τους υπόλοιπους (πλην του ELA) πόρους που άντλησαν από το Ευρωσύστημα.
Η βελτίωση της ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών και η σημαντική μείωση της εξάρτησής τους από το Ευρωσύστημα αποτελεί τη σημαντικότερη κατάκτησή τους το 2016, επόμενη χρονιά των capital controls και μιας “αγχώδους” τρίτης ανακεφαλαιοποίησής τους.
Συγκεκριμένα, η συνολική εξάρτηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος από το Ευρωσύστημα περιορίστηκε τον Δεκέμβριο του 2016 στα 66,6 δισ. ευρώ, μειωμένη κατά 47,3% σε σχέση με τον Ιούνιο του 2015 (126,6 δισ. ευρώ) και κατά 38% σε σχέση με τον Δεκέμβριο του 2015 (107,5 δισ. ευρώ). Παράλληλα, η χρήση του Μηχανισμού Έκτακτης Ενίσχυσης σε ρευστότητα (ELA) περιορίστηκε τον Δεκέμβριο του 2016 σε 43,7 δισ. ευρώ, μειωμένη κατά 49% σε σύγκριση με τον Ιούνιο του 2015 (86,8 δισ. ευρώ) και κατά 37% ως προς τον Δεκέμβριο του 2015 (68,9 δισ. ευρώ).
Οι εξελίξεις αυτές ήταν απόρροια:
– της αντικατάστασης μέρους της αντληθείσας μέσω του μηχανισμού ELA ρευστότητας από αναχρηματοδότηση μέσω των πράξεων νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος, σε συνέχεια της Απόφασης του δ.σ. της ΕΚΤ στις 22 Ιουνίου 2016 για την επανένταξη των ελληνικών κρατικών τίτλων στις αποδεκτές εξασφαλίσεις για τις πράξεις νομισματικής πολιτικής (επαναφορά waiver),
– της ενίσχυσης της καταθετικής βάσης κατά το β΄ εξάμηνο του 2016,
– της άντλησης ρευστότητας μέσω της διατραπεζικής αγοράς,
– της περαιτέρω απομόχλευσης των ελληνικών τραπεζών μέσω της μείωσης του ενεργητικού τους,
– των αυξήσεων κεφαλαίου του κλάδου στα τέλη του 2015, και
– των πωλήσεων θυγατρικών στο πλαίσιο των σχεδίων αναδιάρθρωσης των τραπεζών.
Τον Δεκέμβριο του 2016, η ρευστότητα του ελληνικού τραπεζικού συστήματος από το Ευρωσύστημα (ΕΚΤ και ELA) ανήλθε σε ποσοστό 55% σε σχέση με τα υπόλοιπα καταθέσεων των εγχώριων νοικοκυριών και επιχειρήσεων, δηλαδή για κάθε 10 ευρώ καταθέσεις το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είχε πρόσβαση σε 5,5 ευρώ ρευστότητα από το Ευρωσύστημα, εκ των οποίων τα 3,7 ευρώ μέσω ELA. Τον Ιούνιο του 2014, το αντίστοιχο ποσοστό ανερχόταν σε 27,6% και τον Ιούνιο του 2015 σε 103,6%.
Παρά τις σημαντικές εκροές των καταθέσεων κατά το πρώτο μισό του 2015, από τον Ιούνιο του 2015 και μετά, ως αποτέλεσμα της σταθεροποίησης των καταθέσεων και της απομόχλευσης του ενεργητικού των τραπεζών, ο λόγος δανείων προς καταθέσεις μειώθηκε σταδιακά κατά 13 ποσοστιαίες μονάδες και, ακόμα πιο αισθητά, κατά 16 ποσοστιαίες μονάδες, αν ληφθούν υπόψη οι αυξημένες προβλέψεις της περιόδου αυτής.
Σε ό,τι αφορά τη διατραπεζική αγορά, η πρόσβαση στη χρηματοδότηση υπό τη μορφή των διατραπεζικών repos ενισχύθηκε σταδιακά από τον Αύγουστο του 2015 (1 δισ. ευρώ), με αποτέλεσμα να ανέλθει τον Νοέμβριο του 2016 στα 18,8 δισ. ευρώ.
Ταυτόχρονα, οι ελληνικές τράπεζες είχαν εξασφαλίσει πιστωτικά όρια από τους αντισυμβαλλομένους τους και οι όροι (επιτόκια) των συναλλαγών αυτών βελτιώνονταν συνεχώς σε σύγκριση με το παρελθόν.
Η βελτίωση των συνθηκών ρευστότητας οδήγησε σε γενικότερη μείωση τον ακριβό δανεισμό των ελληνικών τραπεζών. Ειδικότερα, είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση των τραπεζικών εγγυήσεων (Πυλώνας ΙΙ) του Ν. 3723/2008 κατά 37,4 δισ. ευρώ στη διάρκεια των πρώτων 11 μηνών του 2016, σε 5,2 δισ. ευρώ έναντι 42,6 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2015 (-88%). Οι εν λόγω τραπεζικές εγγυήσεις έχουν υποχωρήσει στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων ετών. Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, οι εγγυήσεις του ελληνικού Δημοσίου στο πλαίσιο του μηχανισμού ELA μειώθηκαν κατά 3,1 δισ. ευρώ (-7%).