ΔΕΝ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ να ελέγχεται το πολιτικό σύστημα; Ρωτάει αφελώς τάχα η κυβέρνηση, καθώς η αντιπολίτευση καταγγέλλει παρασκηνιακές μεθοδεύσεις, στοχοποιήσεις και λαϊκίστική εντυπωσιοθηρία, με αφορμή το φαρμακευτικό σκάνδαλο.
ΑΣΦΑΛΩΣ και πρέπει να ελέγχεται το πολιτικό σύστημα. Το ερώτημα είναι από ποιον ελέγχεται. Αν η αντιπολίτευση υποδεικνύει παρακράτη και μηχανισμούς χειραγώγησης της δικαιοσύνης, είναι οι ίδιοι οι κυβερνητικοί παράγοντες που της έδωσαν το δικαίωμα.
ΕΔΩ ΚΑΙ ΠΟΛΥ καιρό, εκτελεστική εξουσία και κομματικά στελέχη του ηγετικού πυρήνα εμφανίζονται να γνωρίζουν αυτά που δεν θα μπορούσαν να γνωρίζουν εάν οι δικαστικές έρευνες ήταν στεγανές και ανεξάρτητες πολιτικών κέντρων και παράκεντρων. Και αυτό δεν σημαίνει απλά ότι έχουν καλή πληροφόρηση αλλά και ότι φροντίζουν ώστε η καλή πληροφόρηση να είναι ευμενής.
ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΤΩΡΑ, σε πείσμα του σχετικού θορύβου, υπουργοί εμφανίζονται να εξαγγέλλουν συνέχειες. Δεν τους αρκεί ο επικοινωνιακός θόρυβος. Θέλουν και να διαφημίσουν προσωπική ισχύ. Δεν τους αφήνει η χαρά να τηρήσουν καν τα προσχήματα.
Η ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ τους δεν εγείρει μόνο νέφη εύλογης δυσπιστίας για την καθαρότητα των δικαστικών διαδικασιών στη συγκεκριμένη υπόθεση. Συμβαίνει κάτι πολύ χειρότερο: Ρίχνονται σπέρματα από τα οποία φυτρώνει μια γενικότερη κάμψη της εμπιστοσύνης προς τη δικαιοσύνη. Αυτό, έρχεται να συνδυαστεί με τη γενικότερη απαξία κατά των δημοκρατικών θεσμών.
ΣΤΗΝ ΚΑΛΥΤΕΡΗ περίπτωση, το αποτέλεσμα είναι μια ένταση της απογοήτευσης και της δυσθυμίας των πολιτών. Στη χειρότερη είναι η πρόκληση νέων συνθηκών εθνικού διχασμού, στο πολιτικό και κοινωνικό στερέωμα. Αλλά υπάρχει και μια άλλη, τοξική και ελκώδης: Να στρωθεί ακόμα καλύτερα ο δρόμος των δυνάμεων που εκμεταλλεύονται τη δυσφορία και την οργή της κοινωνίας, εμπορευόμενες αρνητισμό, μίσος και ισοπέδωση.
ΜΠΟΡΟΥΜΕ να πάθουμε και τα τρία μαζί. Δίκαιη τιμωρία, εφόσον δεν αντιδράσαμε απέναντι στην κρίση με το υπερβατικό, εθνικό πνεύμα που επέβαλλε η κατάσταση.