Απόγευμα περασμένης Τετάρτης και στην είσοδο του κινηματοθεάτρου «ΠΑΝΘΕΟΝ» πέφτουμε πάνω σε ουρά. Διαπιστώνουμε ότι δεν σπεύσαμε μόνο εμείς να βγάλουμε εισιτήριο για να παρακολουθήσουμε «Το Τίμημα», το αριστουργηματικό θεατρικό έργο του Αρθουρ Μίλερ.
Σπεύσαμε, γράψαμε; Σημειώστε λάθος. Για να ακριβολογούμε, καθυστερήσαμε. Είχαν προηγηθεί δεκάδες, εκατοντάδες συμπολίτες που είχαν κλείσει θέση πριν από εμάς, με αποτέλεσμα τα περιθώρια επιλογής μας να είναι ελάχιστα. Η υπάλληλος του ταμείου, ιδιαίτερα ευγενική, προσπάθησε να μας εξυπηρετήσει όσο αποτελεσματικότερα μπορούσε : «Να σας βάλω στο κάθισμα 9 που είναι κοντά στο διάδρομο για να βλέπετε καλύτερα;».
Κάνοντας την ανάγκη φιλοτιμία, δεχθήκαμε. Δεν χάνεις την ευκαιρία να απολαύσεις στο σανίδι έναν από τους μεγαλύτερους εν ζωή Ελληνες ηθοποιούς, τον Γιώργο Μιχαλακόπουλο. Κι ας μην τον δεις από την καλύτερη μεριά της πλατείας.
Τον είδαμε, λοιπόν, και τον χειροκροτήσαμε, όπως και τους υπόλοιπους συντελεστές που γνώρισαν στο τέλος την αποθέωση από ένα πολυπληθές κοινό.
Φύγαμε από την αίθουσα με ικανοποίηση αλλά και με ένα αίσθημα ανακούφισης. Τούτη τη φορά τουλάχιστον, βρήκαμε εισιτήριο. Πέρυσι το καλοκαίρι, δεν υπήρχε ούτε για δείγμα για τους «ΠΕΡΣΕΣ» του Αισχύλου με πρωταγωνίστρια την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη. Με το που κυκλοφόρησαν τα εισιτήρια εξαφανίστηκαν εν ριπή οφθαλμού και η συγκεκριμένη παράσταση ήταν σύντομα sold out.
Η Πάτρα «διψάει» για το καλό θέατρο και το δείχνει συνεχώς. Εχουν να λένε ηθοποιοί και θεατρικοί επιχειρηματίες για το ιδιαίτερα απαιτητικό κοινό της πόλης, το οποίο ανέκαθεν θεωρούσαν «βαρόμετρο» για την πορεία μιας παράστασης.
Παλαιότερα οι περισσότερες περιοδείες των θιάσων ξεκινούσαν από την αχαϊκή πρωτεύουσα. Εάν το έργο περνούσε με επιτυχία από εδώ, αυτό σήμαινε ότι θα «περπατούσε» και στην υπόλοιπη χώρα.
Στις μέρες μας, εκτός από την πετυχημένη διαδρομή του ΔΗΠΕΘΕ, σε τοπικό επίπεδο γίνονται αξιόλογες θεατρικές δουλειές και από ερασιτεχνικά σχήματα, από ανθρώπους που ανεβάζουν παραστάσεις με πολύ μεράκι και αγάπη για το σανίδι.
Κατόπιν όλων αυτών, είναι αν μη τι άλλο ειρωνικό ότι μια πόλη που αγαπάει τόσο πολύ το θέατρο δεν έχει προνοήσει ώστε να έχει και τις ανάλογες, τηρουμένων των δεδομένων της εποχής, στέγες να το φιλοξενήσει . Είναι μια ηχηρή έλλειψη που δεν μας τιμά, ένα κενό που επιβάλλεται να αναπληρώσουμε.
Πλησιάζει το καλοκαίρι και θα ταλαιπωρήσουμε και πάλι το Ρωμαϊκό Ωδείο, όπως έχουμε ταλαιπωρήσει και καταπονήσει και το Δημοτικό Θέατρο. Και πάλι καλά που τους χειμώνες βάζει πλάτη και το «ΠΑΝΘΕΟΝ». Εως πότε;
ΠΗΓΗ