Είναι δεδομένο ότι τα εορταστικά μηνύματα της πολιτειακής και της πολιτικής ηγεσίας, όπως κι αυτά των αρχηγών των κομμάτων, θα περιλαμβάνουν και φέτος τις συνήθεις πλέον αναφορές για την Ανάσταση της χώρας.
Κοντεύουμε να κλείσουμε μια δεκαετία που τέτοιες μέρες λέμε και ακούμε τα ίδια. Από μόνο του αυτό δείχνει πως δεν έχουμε ξεκολλήσει από ένα τέλμα για το οποίo ευθυνόμαστε αποκλειστικά εμείς, καθώς είχαμε πάρει διαζύγιο από την κοινή λογική (όχι ότι και τώρα την έχουμε προσεγγίσει ως κοινωνικό σύνολο), που δεν κάναμε πράγματα αυτονόητα και τα οποία, δυστυχώς, σε πολλές περιπτώσεις, εξακολουθούν να είναι ζητούμενα.
Παραμένουμε στάσιμοι και μοιάζουμε σαν τη γάτα που κυνηγάει την ουρά της, ανατροφοδοτώντας επί της ουσίας τον φαύλο μιας κρίσης που θα έπρεπε να συνιστά προ πολλού παρελθόν.
Ακόμη και σήμερα, η ανεπαίσθητη βελτίωση σημαντικών οικονομικών δεικτών δεν αποτυπώνεται στην καθημερινότητα των πολιτών και βεβαίως δεν αντικατοπτρίζεται στην πραγματική οικονομία.
Δυστυχώς, όμως, την ίδια ώρα δεν έχει καταστεί συλλογική συνείδηση ότι η Ελλάδα που χρεοκόπησε δεν μπορεί πλέον να ζει όπως παλαιότερα, να πορεύεται με τους όρους της δεκαετίας του 1980. Ενα σημαντικό μέρος των πολιτών εξακολουθεί να παραμένει σε έναν βαθμό προσκολλημένο στην προαναφερόμενη στρέβλωση, ωθούμενο σ’ αυτήν και από την ακολουθούμενη κυβερνητική πολιτική.
Θα ήταν πολύ ωραίο για να ήταν και αληθινό, εφόσον δεν είναι δυνατόν πια να περνάμε πλουσιοπάροχα με δανεικά, που όχι μόνο δεν είναι αγύριστα αλλά δίνονται με το… σταγονόμετρο και με σκληρούς όρους που επιδεινώνουν διαρκώς τις ζωές μας.
Πρέπει να το πάρουμε αλλιώς, να συνειδητοποιήσουμε ότι η επιστροφή μας στην κανονικότητα, με ευρωπαϊκούς όρους, περνάει μέσα από το κτίσιμο της πραγματικής οικονομίας. Κι αυτό δεν είναι εφικτό με επαχθή δανεισμό και με δυσβάστακτους φόρους που στοχεύουν στην επίτευξη υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων, από τα οποία δίνονται στη συνέχεια επιδόματα σαν τις ασπιρίνες που χορηγούνται σε έναν βαριά άρρωστο για να ανακουφιστεί προσωρινά.
Η αναδιανομή και η ανακύκλωση της φτώχειας δεν πρέπει να είναι αυτοσκοπός για την κοινωνία μιας χώρας που χρεοκόπησε, αλλά το βαρίδι που καλείται να αφήσει πίσω της ώστε να κατακτήσει ένα ευοίωνο μέλλον, πρωτίστως για τις επόμενες γενιές.
Αναμένοντας το χαρμόσυνο νέο της Ανάστασης του Θεανθρώπου, ενισχύεται και η ελπίδα μας, η προσδοκία μας και για την πολυπόθητη Ανάσταση της Ελλάδας.
Ωστόσο, αυτή δεν θα έλθει εάν δεν αλλάξουν δραστικά πολλά, κυρίως εμείς. Οσο κι αν τα κυβερνητικά στελέχη, προεξάρχοντος του Πρωθυπουργού, ισχυρίζονται ότι τελείωσε η εποχή των μνημονίων, η αλήθεια είναι ότι η «σκιά» τους θα μάς συνοδεύει για καιρό ακόμη.
Επομένως, για να γυρίσει ο ήλιος, θέλει δουλειά πολλή…