Τότε οι δράκοι είχαν άλλη υπόσταση… Ο Απρίλης απαλός σαν Γαβρίλης, σαν άγγελος στα γεννητούρια του. Διακοπές πασχαλινές στο νησί, ένα νησί με τα όλα του, με γιαγιά, παππού, συγγενείς και φίλους, το ποδήλατό μου φυλαγμένο στην αποθήκη, φύση χιλιόγλωσση.
«Κυρα Ντίνα, τα συχαρίκια μου» ακούμε πρώτη την κυρα Τούλα να αναγγέλλει στεντόρια την άφιξή μας. Μα ο παππούς ήδη έχει βγει στον μόλο κι η γιαγιά, με την καλή της τη ρόμπα και σουλουπωμένα τα μακριά της τα μαλλιά, είναι ήδη στο καντούνι και προσμένει. Κι εγώ προσμένω κι είμαι αλαφιασμένη από λαχτάρα τρελή να τα ξαναζήσω όλα… Και πρώτα απ’ όλα, ποδηλατάδα στον ελαιώνα, με τα ενδιάμεσα των δέντρων ανοίγματα δοσμένα σε δύο ξεχωριστές εξουσίες: της μαργαρίτας και της παπαρούνας, ενώ ενδιάμεσα και στις «όχθες» του χωματόδρομου σπαράζουν τα μοβ, πιο άγρια, πιο ανυπότακτα.
Μια αλλόκοτη υγρασία διαπερνά τον κάμπο και τα σπίτια της δισυπόστατης πολιτείας – πότε λιμνοθάλασσα πότε πέλαγος – και το τρέμολο των γέρικων ελιών και τ’ αγιοκλήματα που θεσπίζουν τα όρια των μικρών κήπων και τις αγριοφωνάρες των πωλητών και το «καταγής» εφημεριδοπωλείο. Μια υγρασία νοηματική και συνάμα απροσπέλαστη, που πασπαλίζει με μυστήριο το νησί, λιπαίνει τις παιδικές κι εφηβικές μου ονειροπολήσεις, ανεβάζει στους ουρανούς τη λιμνοθάλασσα -με τα καλάμια, τις βαρκούλες και τα βατράχια της – και βρίσκει τη σωστή της διαπασών στις καμπάνες για τα Πάθη του Κυρίου. Και σίγουρα, το απόγειο της έμψυχης αυτής υγρασίας, η στιγμή η ακαριαία που η θλίψη, η απορία και η προσμονή ακεραιώνονται κι αποκτούν αξία τρισμέγιστη – αξία που θα τρόμαζε κάθε new age χαροκόπο, κήρυκα της απάθειας και του άτρωτου εγώ, αυτή, λοιπόν, η στιγμή είναι όταν βγαίνει ο Επιτάφιος της Μητρόπολης στον προαύλιο χώρο, ενώ ο Απρίλης έχει αρωματίσει τα πάντα με μυστικοπάθεια και ρόδα. Τότε ακριβώς που, μετά από μία αβίαστη σιωπή, η φιλαρμονική αφήνει στο σύμπαν τις πρώτες νότες από το πένθιμο εμβατήριο.
Από τότε πολλά άλλαξαν και τούτος ο φετινός Απρίλης αντιστάθηκε όσο μπορούσε στη φήμη του. Ομως, στο παρά πέντε, ενέδωσε στην τελετουργική του μεγαλοπρέπεια. Και να ‘μαστε, κουρασμένοι, πληγωμένοι, σκληροί, σε πόλεις και χωριά, να μαζεύουμε -τελευταία στιγμή και όπως όπως- τα απομεινάρια της μακράς διδαχής του: Θητεία στην προσμονή, θητεία στην ελπίδα της αναγέννησης, άφεση στην προσμονή, άφεση στο θαύμα! Χριστός Ανέστη!

 

* Η Μαίρη Σιδηρά είναι φιλόλογος.

ΠΗΓΗ