Υπάρχουν μέρες δύσκολες, κάποιες ξεκινούν από νωρίς, κάποιες εξελίσσονται κατά τη διάρκεια των ωρών. Κάποιες είναι αντικειμενικά δύσκολες, κάποιες τις κάνουμε εμείς, κάποιες, τις κάνουν οι άλλοι. Γεγονότα και καταστάσεις που άλλοι διαχειρίζονται κι άλλους τους διαχειρίζονται.
Κανείς μας, μοιάζει με έναν ήρωα ή μάλλον είναι ένας ήρωας. Ενας ήρωας που διασχίζει καθημερινά ανάμεσα από πολλά, με ή χωρίς προκαταλήψεις, εμμονές, ιδεοληψίες, βάρη και αντίβαρα, επιθυμίες, αδυναμίες, ιδεολογικό καταναγκασμό που θέλουν να βλέπεις τα πράγματα με έναν ορισμένο τρόπο. Αν και φοβάμαι, πως οι ιδεοληψίες αφήνουν και μεγάλες ζημιές που κάνεις χρόνια να συνέλθεις, αν συνέλθεις…
Πανομοιότυποι υποκριτικοί κώδικες, περνούν από τον ένα σκηνοθέτη στον άλλον, από το ένα έργο στο άλλο. Υπάρχει το ευτράπελο, η μετάπτωση, το κωμικό στοιχείο μέσα στη σοβαρότητα, στην απώλεια και την τραγωδία.
Ανακαλείς μνήμες, έχεις εκλάμψεις, θυμάσαι στιγμές, αρχικές προθέσεις, σκέφτεσαι όσα ζεις, όσα αξιώνεις, όσα απομακρύνονται, όσα προκαλούνται γύρω σου, όσα οι συντεταγμένες των ανθρώπων παράγουν, όλη την κακοδαιμονία, τη διαφθορά, όλη την κατάρρευση από τόση παράνοια και πολιτική παρακμή. Σκέφτεσαι τα προσχήματα του μικροαστισμού που μας βασανίζουν πολλές φορές από τα ιδεολογήματα, τις αυταπάτες, τη φενάκη, όλα αυτά που βλέπεις κάθε μέρα δίπλα σου και τα αποδέχεσαι από ένα σημείο και πέρα ως λογικά, ακόμα κι αν κάποιες ή τελικά πολλές φορές υποπτεύεσαι πως είναι σχεδόν εξωφρενικά.
Ακόμα και η έννοια της τυχαιότητας που την περιφρονούμε, είναι ριζικότατη. Ευθύνεται για πολλά από αυτά που μας χαρακτηρίζουν και για πολλά από αυτά που πρέπει να παλέψουμε, να εγκαταλείψουμε, να απεξαρτηθούμε, τόσο στη δική μας συνείδηση όσο και των άλλων. Δεν φέρουν όλα την ευθύνη μας, γεννηθήκαμε με χαρακτηριστικά τόπου, χρόνου, οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης, ιστορικών και πολιτικών δεδομένων.
Είναι απίθανα δύσκολο, ο ήρωας να μην έχει μολυνθεί, εν πάση περιπτώσει να έχει διέλθει ακροθιγώς ή μέσα από όλα αυτά και να έχει καταφέρει να αντιμετωπίσει όλο αυτό το παίγνιο βλέποντας το από το ύψος του θανάτου.
Ο Πάμπλο Νερούδα είχε γράψει για μια θέση όρασης των πραγμάτων που ονόμασε «ύψος του θανάτου». Οταν βλέπεις τα πράγματα από εκεί, από το «ύψος του θανάτου», όποιο είναι αυτό για τον καθέναν μας, η διάσταση των πραγμάτων αλλάζει ριζικά. Ολα μπορούν να αλλοιωθούν και να μετασχηματιστούν σε ένα άλλο περιεχόμενο από αυτό που νόμιζες πως μέχρι εκείνη τη στιγμή είχαν. Τα γεγονότα σμικρύνονται, γελοιοποιούνται, φαιδρύνονται, γίνονται αθύρματα. Ενώ πριν, ήσουν χαμένος σε μεγαληγορίες, σε ιδέες και βεβαιότητες σίγουρες, κι όμως, αρκεί κάτι τις το ελάχιστο για να εξευτελιστούν όλα, αρκεί να βρεθεί κανείς στο ύψος του θανάτου .
Ο ήρωας πρέπει να ψάξει, να ακολουθήσει το γήτεμα του, να αναστομώνει το αδιέξοδο αενάως, να το μετατρέπει σε διέξοδο και αδιέξοδο, να προχωρεί ακόμα κι να κάποιες φορές δεν προχωρεί. Ακόμα κι αν δεν βρίσκει νόημα πουθενά κι όλη η αναφορά του βίου του είναι εκεί στο παίγνιο, όπως είναι και ο ίδιος ο χρόνος μας εξάλλου. Ο Ηράκλειτος θέλει τον χρόνο να είναι παίγνιο. Αυτό το παίγνιο που η ιδιοσυγκρασία του καθενός παλεύει να αναδιαμορφώσει μέσα από τις πολυπρόσωπες ιστορίες που απλώνονται, διασυνδέονται και αναβιώνουν τους κύκλους της ζωής του.
Ο βίος είναι ένα βουνό, απαιτεί πειθαρχία, χρόνο, καταβύθιση, απαιτεί διαπραγμάτευση υλικού ανθρώπων και ηρώων, απαιτεί αισιοδοξία. Ετσι κι αλλιώς δεν μπορείς να ζήσεις αν δεν είσαι αισιόδοξος, όχι με την έννοια της αφελούς αισιοδοξίας, αλλά με την πίστη ότι υπάρχουν βαθύτερες ουσίες μέσα στον άνθρωπο που μπορεί να είναι έκπτωτος για πολλούς λόγους, αλλά που πάντα θα συναντήσεις με έναν τρόπο απροσδόκητο το μεγαλείο. Καθείς μας διαπερνάει με ιλιγγιώδη ταχύτητα την καθημερινότητα, διεμβολίζοντας με πρωτότυπο τρόπο το παρελθόν και έχοντας πια ένα υποψιασμένο βλέμμα πάνω στο παρόν μας. Το σίγουρο είναι πως δεν θρηνούμε για όσα αφήνουμε πίσω.
Και ελπίζω όλοι μας, να δούμε στο τέλος του καλοκαιριού τι ξαφρίσματα της θάλασσας μαζέψαμε σ’ ερημικά ακρογιάλια …

 

Της ΑΜΑΛΙΑΣ ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ