Για τους ογκολογικούς ασθενείς, τους συνεργάτες της, τους εθελοντές, είναι η Αννούλα τους. Κι έγινε η Αννούλα τους επειδή η προϊσταμένη του Ογκολογικού Τμήματος του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Πατρών Αννα Βήχα, ποτέ δεν είδε τυπικά την εργασία της.
Με ειδικές γνώσεις νοσηλευτικής φροντίδας, απαιτούμενες δεξιότητες, με ικανότητα συνεργασίας με όλη τη διεπιστημονική ομάδα, με κατανόηση, βαθιά ενσυναίσθηση και προσωπικό κόστος για τη σωματική και την ψυχολογική κατάσταση και την αντιμετώπιση των αλλαγών που επιφέρει η νόσος στη συμπεριφορά του ογκολογικού ασθενή σε αυτή τη δύσκολη φάση της ζωής του, αγωνίζεται να «λυτρώσει» τον άρρωστο άνθρωπο-πάντα δίπλα του- από τον πόνο και την οδύνη. Να κρατήσει χέρια που «απαγκιστρώνονται» σιγά σιγά από τη ζωή, να δώσει μάχες με αξιοπρέπεια, καλοσύνη και συμπόνοια στον επώδυνο χώρο του καρκίνου.
Με κρυμμένα μέσα της μυστικά, από εκείνα που μόνο στους θαλάμους του νοσοκομείου ομολογούνται, σε αυτή τη συνομιλία μας, συγκινήθηκε, αρκετές φορές, για όσα εξομολογήθηκε, μα κυρίως για όσα δεν είπε δίνοντάς μας αξεπέραστα μαθήματα για το υπέρτατο αγαθό της ζωής. Αλλωστε πολλά από αυτά τα αποτυπώνει στις σελίδες των βιβλίων της. Διότι όπως η ίδια έχει επισημάνει «ό,τι έχω να πω το γράφω, για να μπορώ να το μοιραστώ».

 

Πώς κάνατε την επιλογή να γίνετε νοσηλεύτρια;
Την έκανε η ίδια η ζωή. Επέλεξα να κάνω τη νοσηλευτική διότι αγαπώ τον άνθρωπο και γιατί ήθελα να προσφέρω στον πάσχοντα συνάνθρωπο. Με διάλεξε, θα έλεγα, το επάγγελμα.

 

Η νοσηλευτική είναι ένα πολύ ιδιαίτερο επάγγελμα. Οι νοσηλευτές περνούν περισσότερο χρόνο με τον ασθενή απ’ ό,τι ο γιατρός. Αυτό, μοιραία, επιφέρει και «δέσιμο»…
Συμφωνώ απόλυτα. Ομως πρέπει να είσαι ένας ισορροπημένος νοσηλευτής, να μην επιφέρεις προβλήματα στον ασθενή, αλλά να μπορείς να αντέχεις και τα δικά του θέματα. «Ακροβατούμε» σε ένα σχοινί.

 

Ζείτε βαθιά ανθρώπινες στιγμές. Εκεί συναντάς τη ζωή και το θάνατο. Πώς αντιμετωπίζετε αυτές τις δύσκολες καταστάσεις;
Δένεσαι με έναν κόσμο που δεν τον γνωρίζεις. Ανθρωποι που δε γνωρίζω, με συναντούν στο δρόμο και με αγκαλιάζουν. Αυτό είναι και η καλύτερη «πληρωμή». Γίνεται πολλή δουλειά με το μυαλό. Θεωρώ ότι εδώ που βρίσκομαι, πρέπει να κάνω κάποια συγκεκριμένα πράγματα για όλους αυτούς τους ασθενείς και όταν φεύγω από τη δουλειά, να «κλείνω» αυτό το κομμάτι της ζωής μου, να το αφήνω πίσω μου για να μπορώ να ξανάρθω την επόμενη μέρα και να προσφέρω και πάλι όσα μπορώ σε αυτούς. Η περισσότερη δουλειά γίνεται όταν αποτυγχάνω. Σκέφτομαι, τις συνέπειες ενός λάθους, το δουλεύω μέσα μου και είμαι σίγουρη ότι δεν θα το επαναλάβω.

 

Τι είναι αυτό που σας δίνει δύναμη και νόημα να συνεχίζετε καθημερινά αυτόν τον επίπονο αγώνα;
Εμαθα από την οικογένειά μου τη δουλειά μου, την ίδια τη ζωή ότι δεν πας παρακάτω, αν είσαι μόνος. Σε αυτή τη φάση, είμαι η συντροφιά των αρρώστων. Από την άλλη, τοποθετώ τον εαυτό μου στη θέση αυτών των ανθρώπων, δηλαδή αν ήμουν εγώ η ασθενής, δεν θα ήθελα ένα «χέρι βοήθειας»; Είναι το λιγότερο που μπορώ να κάνω για τους πάσχοντες ασθενείς μου.

 

Πώς είναι να νοσηλεύεις τον ογκολογικό ασθενή στο τελευταίο στάδιο της νόσου; Πρέπει να διαθέτεις ειδικές γνώσεις όταν εργάζεσαι στον ογκολογικό τομέα;
Είναι πολύ δύσκολο και σκληρό. Μας παρηγορεί, βέβαια, το γεγονός ότι, αφού φεύγουν, πάνε σε ένα «μέρος» όπου βρίσκουν τη λύτρωση. Αυτό μας δίνει τη δύναμη να παλέψουμε κι εμείς μαζί τους και να συνεχίσουμε επιτελώντας το δύσκολο, αυτό, έργο. Ναι. Ασχολήθηκα-στην αρχή της ερευνητικής μου δραστηριότητας-με την ποιότητα ζωής και τη διαχείριση του πόνου των ογκολογικών ασθενών. Αυτή η γνώση με κρατά να είμαι δίπλα στον πάσχοντα ασθενή, σήμερα, παρέχοντάς του την κατάλληλη φροντίδα.

 

Φαντάζομαι την ικανοποίηση που νιώθετε όταν βλέπετε ανθρώπους που νοσηλεύτηκαν να φεύγουν υγιείς και στον αντίποδα, για κάποιον που δεν τα καταφέρνει, εκεί εκτιμώ ότι βιώνετε κι εσείς το πένθος μαζί του.
Είναι αλήθεια. Αυτοί οι άνθρωποι δεν μας ξεχνούν ποτέ. Παρότι κάνουν την υπέρβαση και έρχονται σε ένα μέρος όπου ο αγαπημένος τους έχει φύγει, έρχονται μόνο και μόνο για να δουν εμάς. Από την άλλη, με χαιρετούν άνθρωποι στον δρόμο και μου λένε ότι έχουν ξαναβγάλει τα μαλλιά τους, είναι μια χαρά, κάνουν τις εξετάσεις τους, είναι υγιείς και αυτός, θα έλεγα, είναι και ο λόγος που με κάνει να συνεχίζω να κάνω πράγματα σε αυτή τη δύσκολη δουλειά.

 

Ενας καλός νοσηλευτής, τι στοιχεία πρέπει να έχει; Ποιες οι συμβουλές σας σε νέους συναδέλφους σας;
Να είναι καλοί άνθρωποι και να έχουν αγάπη για αυτό που κάνουν. Εγώ το διάλεξα γιατί αγαπώ τον άνθρωπο. Είδα πολύ σοβαρά αυτό που έκανα σε σχέση με τον πάσχοντα και από τη στιγμή που είμαι συνέχεια μαζί του, θεώρησα ότι έπρεπε να ήμουν πλήρως καταρτισμένη αποκτώντας, όσο το δυνατόν περισσότερες επιστημονικές γνώσεις.

 

Ποιο είναι το πρώτο πράγμα που σας έρχεται στο μυαλό, όλα αυτά τα χρόνια, δίπλα σε ανθρώπους που υποφέρουν;
Είμαι γεμάτη με συναισθήματα, έχω αποκτήσει καλούς φίλους, έχω εκτιμήσει πολλούς συναδέλφους και όλους τους νοσηλευτές, τους θεωρώ τα «παιδάκια» μου. Αυτό που αποζητούσα, πάντα, είναι να γίνω εγώ καλύτερη σε όλους τους τομείς της ζωής μου, είτε ως επαγγελματίας είτε ως φίλη. Σ’ έναν απολογισμό ζωής δεν θα ήθελα να κοιτάξω πίσω μου και να πω ότι έκανα μια «τρύπα» στο νερό.

 

Νοσηλευτική και συγγραφή… Ποιος είναι ο «συνδετικός κρίκος»;
Η συγγραφή ξεκίνησε από μια ανάγκη μου. Αυτό που γράφω θέλω να είναι όσο το περισσότερο γίνεται πιο γήινο και ρεαλιστικό. Γύρω μας ο κόσμος είναι πολύ άγριος και θυμωμένος και αν τους ρωτήσετε μπορεί να μη γνωρίζουν και το λόγο. Γράφω για τους ανθρώπους του σήμερα και πώς εξελίσσονται οι σχέσεις τους.

 

Στο δεύτερο βιβλίο σας, «Κορμί μισό, Ψυχή μισώ», μιλάτε για τη δύναμη της συγχώρεσης. Αλήθεια, πόσο αναγκαία είναι στις μέρες μας η συγχώρεση και ο ήρωάς σας, πώς λυτρώνεται μέσα από αυτή;
Ο ήρωας έχει δίκιο. Δίνει μάχη γιατί έχει αντιμετωπίσει πολλά δεινά στη ζωή του και έχει θυμό. Κάνοντας έναν απολογισμό, καταλαβαίνει ότι είχε φίλους και τους έχασε και κυρίως έχασε έναν άνθρωπο που μπορεί να ήταν το άλλο του μισό. Εκανα τον παραλληλισμό μιας ανάπηρης ψυχής με ένα ανάπηρο κορμί για να κάνω πιο έντονο το συναίσθημα της συγχώρεσης. Τελικά, μπόρεσε να ξοφλήσει τα «χρέη» της ζωής του, μέσα από τα παιδιά εκείνων που χρωστούσε, γι’ αυτό και τελειώνοντας λέει: «Η αναπηρία του κορμιού είναι πολύ ελαφρύτερη από την αναπηρία της ψυχής. Το να μη συγχωρείς είναι αναπηρία». Σε αυτό το βιβλίο, ένιωσα την ανάγκη να φύγει ο ήρωάς μου, «ξαλαφρωμένος», μέσω της συγχώρεσης.

 

Οι άνθρωποι συγχωρούν, όσο σκληροί κι αν είναι;
Είναι πολύ δύσκολο να συγχωρείς στις μέρες μας. Οι άνθρωποι δε συγχωρούν εύκολα. Μπορεί να μην το κάνουν επειδή τους παρασύρουν οι γρήγοροι ρυθμοί της καθημερινότητας, δεν έχουν το χρόνο να σκεφτούν πως το να κουβαλούν αυτό το βάρος πάνω τους, τους ρίχνει όλο και περισσότερο. Προσπερνώντας ως ασήμαντα πράγματα που μας «κατατρώγουν» σε αυτή τη ζωή, μπορούμε να συγχωρούμε. Στο τέλος της ημέρας, πρέπει να έχω «ξοφλήσει» λογαριασμούς, να τους έχω «κλείσει» και να πάω ήσυχη στο κρεβάτι μου να κοιμηθώ.

 

Συνέντευξη
στην
ΑΝΘΗ ΡΟΔΟΠΟΥΛΟΥ