Δεν ξέρουμε εάν ο Νεκτάριος Φαρμάκης έχει διαβάσει τον «Αλχημιστή» του Πάολο Κοέλιο, εάν θυμάται την περίφημη φράση που υπάρχει στο συγκεκριμένο βιβλίο σύμφωνα με την οποία όταν θέλεις κάτι πολύ το σύμπαν συνωμοτεί για να το κατορθώσεις.
Εκείνο που αντιλαμβανόμαστε εκ του αποτελέσματος είναι ότι ορισμένες συγκυρίες συνετέλεσαν στη νίκη του, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν την άξιζε. Κάθε άλλο.
Το σύμπαν συνωμοτεί για να πετύχεις τον σκοπό σου, υπό την απαραίτητη προϋπόθεση ότι θα βάλεις κι εσύ πλάτη για να φτάσεις σ’ αυτόν. Για την ακρίβεια, ότι θα βάλεις κάτι παραπάνω από πλάτη.
Ναι, συγκυρίες λειτούργησαν υπέρ του νεοεκλεγέντος περιφερειάρχη, αλλά δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε ότι και ο ίδιος αποπνέει μια θετική αύρα, βγάζοντας προς τα έξω ένα χαμογελαστό πρόσωπο που συνοδεύει έναν συναινετικό λόγο, ο οποίος υπερβαίνει συχνά τα παρωχημένα ιδεολογικά στερεότυπα.
Μήπως, λοιπόν, η κοινωνία θέλει «φρέσκα» πρόσωπα που (ανεξαρτήτως κομματικών προτιμήσεων) θα της πουν κάτι νέο, κάτι διαφορετικό;
Δεν μπορεί, ο Απόστολος Κατσιφάρας θα αναγνώρισε στον Νεκτάριο Φαρμάκη τον εαυτό του πριν από πολύ καιρό. Κι αυτός νέος ήταν κάποτε, με όνειρα, με πολλά όνειρα ξεκίνησε την πολιτική σταδιοδρομία του.
Κι ο δρόμος που ανοίχτηκε μπροστά του ήταν διάπλατος, λεωφόρος κανονική, που διέσχισε με διαβατήριο το ίδιο επώνυμο μ’ αυτό πρωτοκλασάτου στελέχους του ΠΑΣΟΚ. Μόνο που κάποια στιγμή θα έφτανε στον τερματισμό.
Θα ήταν λάθος από την παράταξη του απερχόμενου περιφερειάρχη να αποδώσουν την ήττα του στην υποβόσκουσα διαμάχη του με τον Γρηγόρη Αλεξόπουλο και στη ρήξη της Φώφης Γεννηματά με τον Ευάγγελο Βενιζέλο. Ηταν κι αυτές σημαντικές παράμετροι, δεν λέμε, αλλά δεν έφεραν από μόνες τους την απώλεια της Περιφέρειας.
Πέραν όλων των βάσιμων ή αβάσιμων δικαιολογιών που μπορεί να επικαλεστεί ο Απόστολος Κατσιφάρας για να αιτιολογήσει την ήττα του, θα πρέπει να αναλογιστεί ότι έχασε κι επειδή (ή κυρίως) «κούρασε» και ο ίδιος το εκλογικό σώμα με την πολυετή παρουσία του. Και τα χρόνια πέρασαν…
Ως εκ τούτου, με αφορμή την προαναφερόμενη διαπίστωση ας σκεφτούμε, υπεράνω προσώπων και πολιτικών συγκυριών, μήπως θα πρέπει να εξετάσουμε ως ευνομούμενη πολιτεία στο πλαίσιο της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας το ενδεχόμενο να μπει ένα όριο στις θητείες όλων όσοι ασκούν εκτελεστική εξουσία.
Η ειρωνεία ότι το έχουμε θεσπίσει μόνο σε ό, τι αφορά τον ανώτατο πολιτειακό άρχοντα της χώρας, τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, που μετά από τη Συνταγματική Αναθεώρηση του 1986 δεν έχει πλέον ουσιαστικά καμία εκτελεστικής υφής αρμοδιότητα.