Οι (πρώην, πλέον) εργαζόμενοι του εργοστασίου της Frigoglass στην Κάτω Αχαϊα, που βρέθηκαν από τη μια μέρα στην άλλη χωρίς δουλειά, έχουν την ειλικρινή συμπαράσταση μας.
Όμως, πέρα από δυο καλά λόγια που είσαι σε θέση να τους πεις, δεν μπορείς να κάνεις τίποτα για να βοηθήσεις, τόσο αυτούς όσο και όλους όσοι που από μονάδες ενός παραγωγικού δυναμικού εντάχθηκαν τα τελευταία χρόνια στη μαύρη λίστα της ανεργίας. Μια λίστα που επιμηκύνεται διαρκώς με την πρόσθεση σ’ αυτήν χιλιάδων ανθρώπων του ιδιωτικού τομέα που πλήρωσαν το βαρύτερο τίμημα της κρίσης και είδαν τις ζωές τους να ανατρέπονται.
Εργοστάσια, μικρομεσαίες επιχειρήσεις και καταστήματα, έκλειναν και πριν βυθιστούμε σε μια πολύχρονη ύφεση που ξεπέρασε ακόμη και τις πιο δυσμενείς εκτιμήσεις. Κακή διαχείριση, άστοχες επιλογές, σε κάποιες περιπτώσεις και καταχρηστικές μέθοδοι, ήταν τις «καλές» εποχές οι κύριες αιτίες των λουκέτων.
«Επεσε έξω», «βάρεσε κανόνι», ήταν οι φράσεις – κλισέ που μάθαμε να χρησιμοποιούμε για να περιγράψουμε σχηματικά το κλείσιμο μιας επιχείρησης. Ήταν τότε που δεν περιμέναμε το κακό που θα ερχόταν, ενώ ακόμη και αυτοί που ανέμεναν ότι κάτι θα «έσκαγε» στην Ελλάδα δεν είχαν προβλέψει το εφιαλτικό μέγεθος του.
Από το 2010, όταν η χώρα αυτή καθεαυτή «βάρεσε κανόνι», τα πράγματα άλλαξαν δραματικά για τους απασχολούμενους στον ιδιωτικό τομέα. Ναι μεν και ο κρατικός βίωσε τις επιπτώσεις της οικονομικής κατάρρευσης της χώρας, αλλά όχι στην ίδια έκταση. Οι δημόσιοι υπάλληλοι είδαν τις αποδοχές τους να μειώνονται, έχασαν τον 13ο και τον 14ο μισθό, όμως δεν απώλεσαν τη δουλειά τους.
Οι άνεργοι προέρχονται στο σύνολο τους από την ιδιωτική οικονομία, που στέναξε και συνεχίζει να στενάζει από το «στύψιμο» της αγοράς, από την οποία «έφυγαν» δισεκατομμύρια ευρώ, είτε με τις περικοπές των μισθών και των συντάξεων είτε με την επιβολή μιας εξοντωτικής φορολογίας, η οποία στην έμμεση μορφή της είναι κατεξοχήν κοινωνικά άδικη εφόσον πλήττει ανεξαιρέτως τους πάντες.
Με την κατανάλωση να συρρικνώνεται και με την πραγματική οικονομία να δέχεται αλλεπάλληλα πλήγματα, ήταν επόμενο και υγιείς επιχειρήσεις να μην αντέξουν σε ένα ιδιαίτερα τοξικό περιβάλλον για την επιχειρηματικότητα. Πολλές έφυγαν για το εξωτερικό, εξίσου πολλές έκλεισαν, ενώ όσες συνεχίζουν να λειτουργούν είναι κι αυτές βαριά τραυματισμένες.
Οφείλουμε να συμπαρασταθούμε ανθρώπινα στους εργαζομένους της Frigoglass, δεν το συζητάμε. Ωστόσο, όσο κι αν φωνάξουμε, όσο κι αν διαδηλώσουμε υπέρ τους, δεν θα καταφέρουμε να επιστρέψουμε στον 57χρονο υπάλληλο της (που περιέγραψε το δράμα του στην «Π») και στους συναδέλφους του την εργασία τους.