Η Ελλάδα άλλαξε κυβέρνηση και μαζί με αυτήν, άλλαξαν κάποιες εικόνες τις οποίες βλέπαμε κατά την περασμένη πενταετία. Για παράδειγμα, όπως φάνηκε από τα στιγμιότυπα της ορκωμοσίας της νέας κυβέρνησης, οι ενδυματολογικές προτιμήσεις του νέου υπουργικού συμβουλίου διαφέρουν αρκετά από το αυτές τους προηγουμένου. Επίσης, ο πολιτικός όρκος έδωσε στην θέση του και πάλι στον θρησκευτικό όρκο. Επιπλέον, προωθείται αλλαγή στον χώρο και τρόπο συνεδρίασης των υπουργών, αφού εξαγγέλθηκε από τον πρωθυπουργό ότι οι υπουργοί θα συσκέπτονται στο Μέγαρο Μαξίμου και όχι στην Βουλή, για να διαχωριστεί, έστω συμβολικά, η νομοθετική από την εκτελεστική εξουσία, ενώ στις πλείστες περιπτώσεις δεν θα συνεδριάζει με όλους τους υπουργούς παρόντες, αλλά με λίγους, για καλύτερο συντονισμό και παρακολούθηση του έργου τους.

Αυτό που δεν άλλαξε σε σχέση με την αμέσως προηγούμενη κυβέρνηση ή ακόμη και παλιότερες είναι η φημολογία για μικρό και ευέλικτο κυβερνητικό σχήμα, η οποία τελικά διαψεύδεται μόλις ανακοινωθεί η σύνθεση κάθε νέας κυβέρνησης. Για κάποιον άγνωστο λόγο, όλοι οι πρωθυπουργοί των τελευταίων ετών ηρέσκοντο να δηλώνουν, όντας ακόμη στην αξιωματική αντιπολίτευση, την αποστροφή τους προς τα μεγάλα κυβερνητικά σχήματα και την θέλησή τους να κυβερνήσουν με λιγότερους υπουργούς από την απερχόμενη κυβέρνηση. Πλην όμως, μόλις συνέβη η αλλαγή της εξουσίας και οι νέοι πρωθυπουργοί κλήθηκαν να «μοιράσουν την τράπουλα», η μικρή και ευέλικτη κυβέρνηση γινόταν το ίδιο ογκώδης και υδροκεφαλική με τις προηγούμενες.

Αντί να μειώνεται ο αριθμός των υπουργών ή υπουργείων, είθισται απλώς να αλλάζουν όνομα, φανερώνοντας, στην καλύτερη περίπτωση, τις ιδεολογικές κατευθύνσεις της εκάστοτε κυβέρνησης. Η αλήθεια είναι ότι η πρώτη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖ.ΑΝΕΛ επιχείρησε να συνενώσει υπουργεία, αλλά πολύ σύντομα φάνηκε ότι η συγχώνευση υπηρεσιών μόνο και μόνο για φιγούρα, χωρίς να έχει προηγηθεί η αναγκαία προετοιμασία δημιουργεί περισσότερα προβλήματα απ΄ όσα λύνει.

Το πρόβλημα της πολυνομίας

Έτσι μπερδεμένος που είναι ο δημόσιος τομέας στην Ελλάδα και με το φαινόμενο της πολυνομίας να απειλεί τον τόπο σαν σύγχρονη Λερναία Ύδρα, ποιός ξέρει εάν είναι καν εφικτό να διακυβερνηθεί η χώρα σύμφωνα με το κοινό «όραμα» των τελευταίων πρωθυπουργών; Ίσως μια πιο πρακτική και αμεσότερη λύση θα ήταν να περιοριζόταν η δυνατότητα του εκάστοτε υπουργού και να μην ενίσχυε κι άλλο την πολυκέφαλη ύδρα που στρέφεται μονίμως κατά των πολιτών.

Για παράδειγμα, θα μπορούσε να επιβάλει ο πρωθυπουργός στους υπουργούς τους την υποχρεωτική κατάργηση 5-10 νόμων για κάθε νέο νομοσχέδιο που φέρνουν. Επίσης, θα μπορούσε να θεσπιστούν περισσότερες μόνιμες θέσεις μεταξύ των ανώτερων στελεχών των υπουργείων, ούτως ώστε να υπάρχει μια συνέχεια του κράτους, το οποίο θα δρα περιοριστικά ως προς τις επεκτατικές τάσεις του κυβερνώντος κόμματος. Οι δανειστές ήδη επέβαλλαν κάτι τέτοιο με κάποιες νευραλγικές, γι᾿αυτούς γενικές γραμματείες. Συνεπώς, δεν υπάρχει λόγος να μην μπορούσε να εφαρμοσθεί το αντίστοιχο σε κρίσιμους για τον Ελληνισμό τομείς.

Ενδεικτικά, υπουργεία όπως αυτά της παιδείας και της εθνικής άμυνας θα έπρεπε να διέπονται από ένα επιτελικό πνεύμα σχεδιασμού, το οποίο θα κινείται σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Τα κοντόφθαλμα νομοσχέδια του εκάστοτε υπουργού, ο οποίος καταργεί και επανιδρύει οργανισμούς, προσθέτοντας νέους γραφειοκρατικούς σκοπέλους που δεν επιτρέπουν ούτε το κράτος, ούτε τους πολίτες να ανοίξουν πανιά παραμένει ένα χαρακτηριστικό πρόβλημα.

Φυσικά, η εκάστοτε κυβέρνηση θα πρέπει να έχει τον χώρο να αναπτύσσει πρωτοβουλίες και να δίνει το στίγμα της πολιτικής της, όχι όμως εις βάρος της απρόσκοπτης λειτουργικότητας των θεσμών. Ας μην ξεχνάμε την τεράστια σημασία που έδιναν οι κορυφαίοι φιλόσοφοι, όπως ο Αριστοτέλης, στους νόμους, τονίζοντας, μεταξύ των άλλων, ότι οι νόμοι χωρίζονται σε καλούς και κακούς και επηρεάζουν ανάλογα και τους πολίτες. Πολλοί, άλλωστε, έχουν αποδώσει την επικράτηση της διαπλοκής και των πελατειακών σχέσεων, που τόση ζημιά προξένησαν στον τόπο, στην κακή νομοθεσία, η οποία υποχρεώνει τους πολίτες να αναζητήσουν άλλου είδους λύσεις στα προβλήματα της καθημερινότητας.

Σχεδιάζοντας επιτελικά και μακροπρόθεσμα

Ευχής έργον, θα είναι, λοιπόν, εάν ο λεγόμενος κοινωνικός διάλογος, για τον οποίο τόσον κόπτονται οι εκάστοτε κυβερνήσεις, να παγιωθεί θεσμικά μέσα από μια πιο σταθερή ιεραρχία των ζωτικής ανάγκης υπουργείων, που θα προστατεύει το κράτος από τα κόμματα και θα το κρατάει προσηλωμένο σε κάποιους βασικούς στόχους, οι οποίοι θα πρέπει να συσπειρώνουν τους πλείστους πολίτες, ασχέτως κομματικής προτίμησης.

Ουδείς αντιλέγει ότι τα κακώς κείμενα θα πρέπει να εξαλείφονται. Οι ενστάσεις αφορούν στα περιττά νομοθετήματα. Αντί οι βουλευτές και υπουργοί να προβαίνουν σε ένα αχρείαστο ανακάτεμα, ας δουν πώς θα μειώσουν τους ήδη υπερβολικούς νόμους και περιορισμούς, αντικαθιστώντας τους με γενικότερους και απλούστερους, και ας επικεντρωθούν σε έναν βιώσιμο και μεσομακρυπρόθεσμο σχεδιασμό. Είναι καιρός πια η Ελλάδα να αποκτήσει νόμους και να εφαρμόζει πολιτικές που αποβλέπουν σε βάθος δεκαετίας και διαμορφώνουν γενιές. Μόνον έτσι γίνεται να καταστεί το κράτος ανταγωνιστικό.

από τον Χριστόφορος ΤΡΙΠΟΥΛΑΣ

ΠΗΓΗ