Σε μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της δημόσιας υγείας τα επόμενα χρόνια εξελίσσεται η άνοια. Η νόσος Αλτσχάιμερ είναι η πιο συχνή αιτία άνοιας των ηλικιωμένων. Ωστόσο κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις μπορούμε πλέον να ζούμε καλά με την άνοια.

Το αισιόδοξο αυτό μήνυμα έστειλαν με αφορμή τον Παγκόσμιο Μήνα για την άνοια και τη νόσο Αλτσχάιμερ -σε εκδήλωση που διοργάνωσε η Εταιρεία Αlzheimer Αθηνών με την ευγενική υποστήριξη της Ελληνικής Φαρμακοβιομηχανίας ELPEN- οι κ.κ. Παρασκευή Σακκά, Νευρολόγος – Ψυχίατρος, Πρόεδρος της Εταιρείας Alzheimer Αθηνών και Πρόεδρος του Εθνικού Παρατηρητηρίου για την Άνοια, Μάγδα Τσολάκη, Νευρολόγος – Ψυχίατρος, καθηγήτρια στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Νόσου Alzheimer και Τάκης Βιδάλης, Νομικός, Πρόεδρος της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής για την προστασία των δικαιωμάτων των ατόμων με άνοια και των φροντιστών τους.

Ο αριθμός των ασθενών με άνοια ανέρχεται σήμερα στα 50 εκατομμύρια παγκοσμίως και υπολογίζεται, ότι θα υπερτριπλασιαστεί μέχρι το 2050. Η άνοια πλήττει το 5,4 % των ανθρώπων άνω των 65 ετών. Η δραματική  αύξηση των ατόμων της τρίτης ηλικίας καθιστά την άνοια μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της δημόσιας υγείας τα επόμενα χρόνια. Η νόσος Αλτσχάιμερ  είναι η πιο συχνή αιτία της άνοιας των ηλικιωμένων και αποτελεί μεγάλο κοινωνικοοικονομικό φορτίο σε όλες τις χώρες του κόσμου, αφού πρόκειται για μία μη αναστρέψιμη, προοδευτικά εξελισσόμενη,  νευροεκφυλιστική  νόσο που οδηγεί σε αναπηρία.

Κατά τη διάρκεια της ομιλίας της, η κ. Σακκά ανέφερε ότι τα τελευταία χρόνια έχουν επενδυθεί τεράστιοι πόροι, ενέργεια και προσπάθεια από τις κοινωνίες και την ερευνητική κοινότητα σε μια προσπάθεια να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα. Στο πλαίσιο αυτό, επισήμανε τη μεγάλη πρόοδο που έχει συντελεστεί σε επίπεδο κατανόησης της νόσου, ανακάλυψης νέων παθολογικών αιτιών και νέων μεθόδων ανίχνευσής τους, αλλά και σε ό,τι αφορά στα γενετικά αίτια και τη συμβολή του τρόπου ζωής στη διατήρηση των νοητικών ικανοτήτων.
Όπως τόνισε η κ. Σακκά, «τα άτομα με άνοια μπορούν και πρέπει να ζήσουν καλά σε κοινωνίες φιλικές προς την άνοια,  έχοντας  πρόσβαση σε έγκαιρη διάγνωση, θεραπεία και παρακολούθηση. Η διασφάλιση μιας προσωποκεντρικής, συντονισμένης και ποιοτικής φροντίδας καθ’ όλη τη διάρκεια της νόσου αποτελεί αναμφίβολα ένα ζήτημα κρίσιμης σημασίας.  Σε μια κοινότητα φιλική προς την άνοια οι ασθενείς έχουν τη δυνατότητα συμμετοχής και ελέγχου της καθημερινότητάς τους, αντιμετωπίζονται με σεβασμό και προσφέρουν στους συνανθρώπους τους».
Τα πρώτα βήματα προς την κατεύθυνση της υπεράσπισης των δικαιωμάτων των ατόμων με άνοια έχουν ήδη γίνει στην χώρα µας, µε την εκπόνηση και ψήφιση από την Βουλή του Εθνικού Σχεδίου Δράσης για την Άνοια και την προώθηση της άνοιας ως προτεραιότητα στη Δηµόσια Υγεία. Ήδη 8 Κέντρα Ημέρας για άτομα με άνοια, 12 Ιατρεία Μνήμης και 2 Μονάδες Τελικού Σταδίου βρίσκονται στην τελική φάση υλοποίησης και θα λειτουργήσουν άμεσα στις μεγάλες πόλεις της Ελλάδος.

Στην τοποθέτησή της η κ. Τσολάκη αναφέρθηκε στη σημασία της προστασίας των ηλικιωμένων από την άνοια, εστιάζοντας σε τρεις στόχους. Ειδικότερα, τόνισε πως «ο πρώτος στόχος σχετίζεται με την επίτευξη της προφύλαξης και αφορά σε 9 τροποποιήσιμους παράγοντες κινδύνου, οι οποίοι εάν αξιολογηθούν έγκαιρα, μπορούν να ελαττώσουν τον αριθμό των ασθενών με άνοια σε ποσοστό που φτάνει το 30%. Ο δεύτερος στόχος έχει να κάνει με την αξιόπιστη και έγκαιρη διάγνωση, που αφήνει σημαντικά περιθώρια για άμεσες παρεμβάσεις, όπως είναι η διοργάνωση εξατομικευμένων και συντονισμένων σχεδίων φροντίδας, ο έλεγχος των συμπτωμάτων, η ελάττωση του κόστους, η συμμετοχή σε κλινικές μελέτες που τροποποιούν την πορεία της νόσου, αλλά και η καθυστέρηση στην ιδρυματοποίηση. Ο τρίτος στόχος αφορά στη ανεύρεση ριζικής θεραπείας των πρώιμων σταδίων της νόσου Αλτσχάιμερ, η οποία να μπορεί να σταματήσει ή ακόμη και να αναστρέψει την  νευροεκφύλιση που σχετίζεται με τη συγκεκριμένη νόσο, αναχαιτίζοντας σημαντικά τη νοητική έκπτωση».

Αναφερόμενος στο Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο για την άνοια, ο κ. Βιδάλης ανέφερε ότι «Μια από τις βασικές προτεραιότητές του είναι η κατοχύρωση των δικαιωμάτων των ασθενών και των φροντιστών τους. Η προετοιμασία για τη δράση αυτή ξεκίνησε ήδη από την ίδρυση του Παρατηρητηρίου το 2014, με κατάληξη τη σύσταση ειδικής νομοπαρασκευαστικής επιτροπής στο Υπουργείο Υγείας για την εκπόνηση ιδιαίτερου σχεδίου νόμου. Η επιτροπή ήδη βρίσκεται στο στάδιο της ολοκλήρωσης του έργου της, που πρόκειται να κατατεθεί στον Υπουργό έως τα Χριστούγεννα. Πρόκειται για νομοθετική εργασία – τομή, καθώς για πρώτη φορά έχουμε ένα λεπτομερές νομοθέτημα με επίκεντρο τα θεμελιώδη δικαιώματα των ασθενών και μάλιστα σε ένα πεδίο όπου την αυτονομία των ασθενών υπονομεύει η έκπτωση των νοητικών λειτουργιών τους. Το σχέδιο νόμου τονίζει, ιδίως, τον σεβασμό της αξιοπρέπειας του ασθενούς, ακόμη και υπό συνθήκες όπου η νόσος εμποδίζει κρίσιμες εκδηλώσεις της προσωπικότητάς του».

ΠΗΓΗ