Η ξαφνική επίσκεψη του Ρώσου προέδρου στην αεροπορική βάση Χμέιμιμ, η πρώτη ξένου ηγέτη μετά από επτά χρόνια σε συριακό έδαφος, σηματοδότησε κατά το Κρεμλίνο τη νίκη του κατά του «Ισλαμικού κράτους» και είχε ως επακόλουθο την αποχώρηση του μεγαλύτερου μέρους των ρωσικών δυνάμεων που επιχειρούν στην περιοχή. Πρόκειται για μισές αλήθειες, που ωστόσο ακούγονται ευχάριστα.

Το «Ισλαμικό κράτος» έχει ηττηθεί στρατιωτικά στη Συρία, αλλά και στο Ιράκ, ελέγχει πλέον μόλις το 3% του συριακού εδάφους και πράγματι, η ρωσική στρατιωτική επέμβαση στη Συρία ήταν αποφασιστική για την εξάλειψή του. Ομως πολύ σημαντικό ρόλο έπαιξαν οι κουρδικές δυνάμεις, που εκδίωξαν τους τρομοκράτες από την ανατολική όχθη του Ευφράτη, με την υποστήριξη του υπό αμερικανική ηγεσία διεθνούς συνασπισμού. Εξίσου αποφασιστική ήταν η στρατιωτική ανάμιξη της Τεχεράνης, που στήριξε τον Ασαντ με χιλιάδες άντρες, Λιβανέζους σιίτες και Ιρανούς, πέρα από τη βοήθεια σε εξοπλισμό.

Η στρατιωτική ήττα του «Ισλαμικού κράτους» είναι μια επιτυχία που την πιστώνονται κυρίως οι Ρώσοι αλλά όχι μόνοι τους και αυτή η νίκη δεν σημαίνει και το τέλος της τρομοκρατικής οργάνωσης, που θα συνεχίσει να υπάρχει και να δρα στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, στο Αφγανιστάν και τη Λιβύη, στον Καύκασο και την Ευρώπη.

Οι χιλιάδες μαχητές που επιστρέφουν από τα μέτωπα της Συρίας και του Ιράκ και διασκορπίζονται σε δεκάδες χώρες θα είναι πολύ πιο δύσκολο να αντιμετωπιστούν ως τρομοκρατικοί πυρήνες χαμένοι μέσα στις μεγαλουπόλεις, παρά ως «Ισλαμικό κράτος» που ελέγχει έδαφος.

Επίσης, αν και το «Ισλαμικό κράτος» αποτελεί την πιο απεχθή, βίαιη και ισχυρή τρομοκρατική οργάνωση στον κόσμο, δυστυχώς δεν είναι η μόνη. Στη Συρία εξακολουθούν να δρουν δεκάδες τρομοκρατικές οργανώσεις, μεταξύ των οποίων και η Ταχρίρ αλ Σαμ, «θυγατρική» της Αλ Κάιντα, η οποία ελέγχει το μεγαλύτερο ποσοστό εδάφους της συριακής επαρχίας Ιντλιμπ και έχει σημαντική παρουσία στα σύνορα με το Ισραήλ, στο προσφυγικό παλαιστινιακό στρατόπεδο Γιαμρούκ και στην Ντούμα, στη Δαμασκό και σε πολλούς ακόμη θύλακες στη χώρα. Συνεπώς, ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας στη Συρία δεν έχει ακόμη κερδηθεί.

Οσο για τη ρωσική αποχώρηση, ούτε κι αυτή είναι ολοκληρωτική. Τα βαριά βομβαρδιστικά επέστρεψαν στη Ρωσία, κάποιες μονάδες αποχωρούν, αλλά η ρωσική στρατιωτική παρουσία στη Συρία συνεχίζεται και θα είναι μόνιμη. Η Μόσχα θα συνεχίσει να έχει τον έλεγχο της αεροπορικής βάσης Χμέιμιμ στη Λατάκια και βεβαίως τη στρατηγικής σημασίας ναυτική βάση στην Ταρτούς, θα συνεχίσει να παρέχει πληροφορίες και στρατιωτικούς συμβούλους στη Δαμασκό και εφόσον κρίνεται απαραίτητο, θα πραγματοποιεί αεροπορικούς βομβαρδισμούς.

Σχεδόν ταυτόχρονα με τις δηλώσεις Πούτιν περί αποχώρησης των στρατευμάτων από τη Συρία, τέθηκε για ψήφιση στη Ρωσική Βουλή, τη Δούμα, διεθνής συμφωνία για τη μίσθωση της ναυτικής βάσης στην Ταρτούς, διάρκειας 49 χρόνων, με δικαίωμα επέκτασης άλλων 25 χρόνων.

Οι Ρώσοι πήγαν στη Συρία για να μείνουν, όπως και οι Αμερικανοί στις κουρδικές περιοχές, ενώ δεν δείχνουν καμία απολύτως διάθεση να φύγουν ούτε οι σιίτες Λιβανέζοι και Ιρανοί. Και να μην ξεχνάμε και τους Τούρκους, που διαθέτουν σημαντική στρατιωτική δύναμη σε συριακό έδαφος, αλλά και τους Ισραηλινούς, που κατέχουν τα συριακά υψώματα του Γκολάν μετά τον πόλεμο του 1967.

Δυστυχώς, η ρωσική «αποχώρηση» δεν σημαίνει το τέλος της ξένης στρατιωτικής παρουσίας σε συριακό έδαφος, όπως και η στρατιωτική ήττα του «Ισλαμικού κράτους» δεν σηματοδοτεί το τέλος της τρομοκρατίας.

Πηγή