«Έχοντας εξασφαλίσει πόρους μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και των Διαρθρωτικών Ταμείων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ελλάδα θα έχει τη δυνατότητα να επενδύσει σημαντικά κεφάλαια στη στρατηγική αξιοποίηση των συγκριτικών της πλεονεκτημάτων. Και μπορεί να το κάνει καλύτερα, σε συνεργασία με αξιόπιστους εταίρους, δημιουργώντας αμοιβαία οφέλη.
Οι επιχειρηματικές κοινότητες της Ελλάδας και της Κίνας έχουν αποδείξει ότι μπορούν να ανταποκριθούν δημιουργικά σε αυτή την πρόκληση. Είμαι βέβαιος, λοιπόν, ότι θα πρωταγωνιστήσουν στην αξιοποίηση του «ελατηρίου» ανάκαμψης που αναμένουμε στην Ελλάδα, μετά την πανδημία».
Αυτό υπογράμμισε ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών και της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Κωνσταντίνος Μίχαλος στη διαδικτυακή ημερίδα του ΕΒΕΑ: «Η Ελλάδα ένας αναδυόμενος επενδυτικός προορισμός στην Ευρώπη μετά τον COVID-19» που συνδιοργανώθηκε με το China Chamber of Commerce to the EU (CCCEU) και το Hellenic Trade Council (HETCO).
Όπως επεσήμανε ο κ. Μίχαλος, μέχρι στιγμής η χώρα μας δείχνει ικανοποιητικές αντοχές στη διαχείριση της πανδημίας – διατηρώντας καλύτερη επιδημιολογική κατάσταση – σε σύγκριση πάντα με άλλες χώρες.
«Σαφώς, η νέα αυτή κρίση – η δεύτερη σε μια δεκαετία – φαίνεται να ανακόπτει πρόσκαιρα την πορεία ανάπτυξης, στην οποία είχε τεθεί η ελληνική οικονομία. Ωστόσο, οι προοπτικές και η δυναμική της χώρας παραμένουν ισχυρές» είπε ο ίδιος και αναφέρθηκε στην πορεία των ελληνικών ομολόγων αλλά και σε πρόσφατη έρευνα της Ernst & Young που εμφανίζει τη χώρα μας να κατέχει σήμερα ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ευρώπη, ως προς την ελκυστικότητά της για ξένες επενδύσεις.
«Μόνο στη διάρκεια του 2020 και μάλιστα εν μέσω της πανδημίας, έχουν ανακοινωθεί μια σειρά από μεγάλες επενδύσεις και projects που επιβεβαιώνουν ότι η Ελλάδα βρίσκεται ξανά στο ραντάρ της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας» σημείο σε ο κ. Μίχαλος και πρόσθεσε την εκτίμησή του ότι μέσα σε αυτό το περιβάλλον, δημιουργούνται σημαντικές προοπτικές για κινεζικές επενδύσεις στη χώρα.
Η ναυτιλία, οι υποδομές και οι υπηρεσίες μεταφορών – με έμφαση στους λιμένες και τα σιδηροδρομικά δίκτυα – η εφοδιαστική αλυσίδα και η διακίνηση φορτίων συνεχίζουν να παρέχουν πρόσφορο έδαφος για νέες επενδύσεις και επιχειρηματικές συνεργασίες τόνισε ο κ. Μίχαλος.
ΟΛΟΚΛΗΡΗ Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ κ. ΜΙΧΑΛΟΥ
«Η συζήτηση αυτή – που διοργανώνουμε μαζί με το China Chamber of Commerce to the EU (CCCEU) και το Hellenic Trade Council (HETCO) – έχει στόχο να αναδείξει νέες ευκαιρίες επιχειρηματικής συνεργασίας μεταξύ της Ελλάδας και της Κίνας, στη μετά την πανδημία εποχή.
Η υγειονομική κρίση που βιώνουμε τους τελευταίους μήνες έχει μεταβάλει δραστικά την οικονομική πραγματικότητα, σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.
Στο πλαίσιο αυτό η Ελλάδα, όπως και όλες σχεδόν οι ευρωπαϊκές χώρες, επιχειρεί να διαχειριστεί το δεύτερο κύμα της πανδημίας, το οποίο φαίνεται μάλιστα να είναι ισχυρότερο σε σχέση με το πρώτο.
Μέχρι στιγμής η χώρα μας δείχνει ικανοποιητικές αντοχές στη διαχείριση της πανδημίας – διατηρώντας καλύτερη επιδημιολογική κατάσταση – σε σύγκριση πάντα με άλλες χώρες.
Θέλω μάλιστα να θυμίσω ότι – όταν εκδηλώθηκε η πανδημία – η Ελλάδα είχε μόλις αφήσει πίσω της μια μακρόχρονη οικονομική κρίση.
Παρ’ όλα αυτά, τόσο η Πολιτεία και ο δημόσιος τομέας όσο και οι επιχειρήσεις της χώρας, κατάφεραν να κινητοποιηθούν αποτελεσματικά. Αξιοποίησαν νέα εργαλεία και νέες τεχνολογίες, προσαρμόστηκαν σε νέα μοντέλα λειτουργίας.
Σαφώς, η νέα αυτή κρίση – η δεύτερη σε μια δεκαετία – φαίνεται να ανακόπτει πρόσκαιρα την πορεία ανάπτυξης, στην οποία είχε τεθεί η ελληνική οικονομία.
Ωστόσο, οι προοπτικές και η δυναμική της χώρας παραμένουν ισχυρές.
Όπως δείχνει η πορεία των ελληνικών ομολόγων, η Ελλάδα – λόγω της ανταπόκρισης στην υγειονομική κρίση, αλλά και της μεταρρυθμιστικής προόδου που είχε σημειωθεί το προηγούμενο διάστημα – εξακολουθεί να απολαμβάνει της εμπιστοσύνης των αγορών.
Απολαμβάνει, επίσης, όλο και περισσότερο της εμπιστοσύνης των επενδυτών. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Ernst & Young η Ελλάδα κατέχει σήμερα ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ευρώπη, ως προς την ελκυστικότητά της για ξένες επενδύσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι σχεδόν 7 στις 10 επιχειρήσεις που συμμετείχαν εκτιμούν ότι η εικόνα της χώρας ως επενδυτικού προορισμού θα βελτιωθεί ακόμη περισσότερο στα επόμενα τρία χρόνια, ποσοστό που είναι πολύ υψηλότερο σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.
Μόνο στη διάρκεια του 2020 και μάλιστα εν μέσω της πανδημίας, έχουν ανακοινωθεί μια σειρά από μεγάλες επενδύσεις και projects που επιβεβαιώνουν ότι η Ελλάδα βρίσκεται ξανά στο ραντάρ της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, θεωρώ ότι δημιουργούνται σημαντικές προοπτικές για κινεζικές επενδύσεις στη χώρα.
Η Ελλάδα και η Κίνα έχουν δημιουργήσει τα τελευταία χρόνια ισχυρές σχέσεις, τόσο σε πολιτικό όσο και σε επιχειρηματικό επίπεδο.
Μέχρι τώρα, τομείς όπως αυτοί της ναυτιλίας και των ναυπηγοεπισκευών, των μεταφορών, του εμπορίου, του τουρισμού και του πολιτισμού, έχουν βρεθεί στο επίκεντρο γόνιμων συνεργασιών.
Σε αυτούς, αλλά και σε μια σειρά από αναδυόμενους τομείς, έχουμε τώρα τη δυνατότητα να αξιοποιήσουμε νέες ευκαιρίες.
Η ναυτιλία, οι υποδομές και οι υπηρεσίες μεταφορών – με έμφαση στους λιμένες και τα σιδηροδρομικά δίκτυα – η εφοδιαστική αλυσίδα και η διακίνηση φορτίων συνεχίζουν να παρέχουν πρόσφορο έδαφος για νέες επενδύσεις και επιχειρηματικές συνεργασίες.
Υπάρχει, παράλληλα, ο τομέας της ενέργειας με έμφαση στις ανανεώσιμες και τις εναλλακτικές πηγές, όπως για παράδειγμα η παραγωγή ενέργειας από απόβλητα.
Υπάρχει ο τομέας των κατασκευών και των μεταλλευμάτων, στον οποίο η χώρα μας διαθέτει ένα εξαιρετικό δυναμικό εξωστρεφών επιχειρήσεων.
Σημαντικές ευκαιρίες παρουσιάζει και ο αγροτοδιατροφικός τομέας, στον οποίο η Ελλάδα επίσης διαθέτει σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα, καθώς αυξάνεται διαρκώς η ζήτηση για ποιοτικά, υψηλής διατροφικής αξίας προϊόντα.
Ο τουρισμός, επίσης, παραμένει ένας τομέας στον οποίο η Ελλάδα υπερέχει συγκριτικά. Η χώρα μας εξακολουθεί να είναι ένας από τους κορυφαίους προορισμούς στον κόσμο και αναμένει ταχεία ανάκαμψη της τουριστικής κίνησης, μετά το τέλος αυτής της κρίσης. Η υλοποίηση εμβληματικών επενδύσεων, όπως αυτή που ξεκίνησε στο πρώην αεροδρόμιο του Ελληνικού, το σχέδιο αναβάθμισης της Αθηναϊκής Ριβιέρας, αλλά και μια σειρά από project αποκρατικοποιήσεων σε τουριστικές περιοχές της χώρας, δημιουργούν νέες ευκαιρίες για στρατηγικές συνεργασίες και μεγάλης κλίμακας επενδύσεις.
Τέλος, ένας τομέας που αναπτύσσεται σήμερα ταχύτατα στην Ελλάδα, είναι αυτός της τεχνολογίας. Αξιοποιώντας πλεονεκτήματα όπως το εξαιρετικό ανθρώπινο δυναμικό της, η χώρα μας εξελίσσεται δυναμικά σε κέντρο τεχνολογίας και καινοτομίας στην ευρύτερη περιοχή, προσελκύοντας μεγάλες επενδύσεις από διεθνείς εταιρίες, όπως η Microsoft, η Cisco και η Pfizer.
Παρά τους κλυδωνισμούς που δημιουργεί η διεθνής κρίση, η Ελλάδα και οι επιχειρήσεις της βαδίζουν πλέον σε σταθερή πορεία. Μια πορεία που οδηγεί στην ενίσχυση της παραγωγικής βάσης της χώρας. Στη διαφοροποίηση του αναπτυξιακού της μείγματος. Στην αύξηση της εξωστρέφειας και της προστιθέμενης αξίας των προϊόντων και των υπηρεσιών της.
Η πορεία αυτή αναμένεται να επιταχυνθεί δυναμικά στα επόμενα χρόνια. Έχοντας εξασφαλίσει πόρους μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και των Διαρθρωτικών Ταμείων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ελλάδα θα έχει τη δυνατότητα να επενδύσει σημαντικά κεφάλαια στη στρατηγική αξιοποίηση των συγκριτικών της πλεονεκτημάτων. Και μπορεί να το κάνει καλύτερα, σε συνεργασία με αξιόπιστους εταίρους, δημιουργώντας αμοιβαία οφέλη.
Οι επιχειρηματικές κοινότητες της Ελλάδας και της Κίνας έχουν αποδείξει ότι μπορούν να ανταποκριθούν δημιουργικά σε αυτή την πρόκληση. Όλα αυτά τα χρόνια, έχουν αναπτύξει συνεργασίες που δοκιμάστηκαν και πέτυχαν στην πράξη. Έχουν συσσωρεύσει ένα σημαντικό απόθεμα εμπειρίας και γνώσης για τις ιδιαιτερότητες της κάθε αγοράς. Έχουν – κυρίως – χτίσει σχέσεις που βασίζονται στην εμπιστοσύνη και την αμοιβαία καλή θέληση.
Είμαι βέβαιος, λοιπόν, ότι θα πρωταγωνιστήσουν στην αξιοποίηση του «ελατηρίου» ανάκαμψης που αναμένουμε στην Ελλάδα, μετά την πανδημία.
Από την πλευρά μας, ως Επιμελητήριο, θα συνεχίσουμε να στηρίζουμε ενεργά αυτή την προσπάθεια, σε συνεργασία με τους επιμελητηριακούς φορείς της Κίνας, τα διμερή επιμελητήρια και τους φορείς εξωστρέφειας κάθε χώρας».