Τις προτάσεις των επιμελητήριων επί του σχεδίου νόμου του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων «Απλούστευση του πλαισίου άσκησης οικονομικών δραστηριοτήτων αρμοδιότητας Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Υποδομών και Μεταφορών, ρυθμίσεις για την μεταφορά στον Οργανισμό Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας των αρμοδιοτήτων για τα εμπορικά σήματα και άλλες διατάξεις για την ενίσχυση της ανάπτυξης» ανέπτυξε σήμερα στη Διαρκή Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής ο πρόεδρος της ΚΕΕ και του ΕΒΕΑ κ. Κωνσταντίνος Μίχαλος.

Αναλυτικά, η τοποθέτηση του κ. Μίχαλου έχει ως εξής:

«Η Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων Ελλάδος, ως εκπρόσωπος του συνόλου των παραγωγικών τάξεων της χώρας μας, αισθάνεται ικανοποίηση για την εισαγόμενη, με το υπό συζήτηση νομοσχέδιο, γενικότερη απλούστευση των διαδικασιών, που αφορούν διάφορους τομείς της δημόσιας ζωής.

Η πρωτοβουλία αυτή της Κυβέρνησης και των Υπουργών που εισηγούνται τις μεταρρυθμίσεις αυτές, με στόχο τον ανασχεδιασμό των διαδικασιών εγκατάστασης και λειτουργίας των επιχειρήσεων, την ανάπτυξη και προσέλκυση επενδύσεων, και την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας, είναι μια επαινετή προσπάθεια και σαφώς κινείται προς την σωστή κατεύθυνση, αποτελώντας το έναυσμα για μια περαιτέρω ενίσχυση του έργου της απλούστευσης των διοικητικών διαδικασιών στην άσκηση οικονομικών δραστηριοτήτων.

Α) Όσον αφορά το Γενικό Εμπορικό Μητρώο, που έχει ανατεθεί από την πολιτεία στα επιμελητήρια και στην Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων έχουμε να παρατηρήσουμε τα εξής.

  1. Με το άρθρο 49 του νομοσχεδίου εισάγεται η δυνατότητα όπως ένα φυσικό πρόσωπο, όχι, όμως, νομικό πρόσωπο, που ασκεί οικονομική δραστηριότητα, αλλά δεν έχει εμπορικό χαρακτήρα αυτή η δραστηριότητά του (και συνεπώς δεν επιβάλλεται εκ του νόμου η εγγραφή του στο ΓΕΜΗ) εγγράφεται, για την οικονομική του αυτή δραστηριότητα στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο, απαλλασσόμενο από διάφορες οικονομικές επιβαρύνσεις.
  • η προβλεπόμενη απαλλαγή αφορά τρία σημεία, την μη καταβολή των ανταποδοτικών τελών τήρησης της μερίδας στο ΓΕΜΗ, των ανταποδοτικών τελών καταχώρισης στο ΓΕΜΗ και των ανταποδοτικών τελών έκδοσης πιστοποιητικών και αντιγράφων. Ενώ αντίθετα προβλέπεται η καταβολή τελών ελέγχου προέγκρισης επωνυμίας.
  • Φρονούμε ότι η ρύθμιση αυτή δεν είναι ορθή και θα πρέπει να επανεξετασθεί.
  • Το ΓΕΜΗ προσφέρει τις υπηρεσίες του για την καταχώριση και την έκδοση των πιστοποιητικών ενώ για την τήρηση μερίδας θα μπορούσε να προβλεφθεί η μη καταβολή τέλους αφού δεν υφίσταται εμπορική ιδιότητα.
  • Όμως, δεν είναι νοητό να προσφέρονται υπηρεσίες από το ΓΕΜΗ και να μην υπάρχουν τα ανταποδοτικά τέλη μόνο στις περιπτώσεις που προανέφερα (καταχώριση και έκδοση πιστοποιητικών).
  • Η διάκριση μεταξύ εμπορικής και οικονομικής δραστηριότητας είναι δυσδιάκριτη για τον λόγο αυτό δε, φανταζόμαστε ότι το νομοσχέδιο προβλέπει την έκδοση Υπουργικής Απόφασης, που θα καθορίζει ποιοί Κωδικοί Αριθμοί Δραστηριότητας θα υπάγονται στο νέο αυτό καθεστώς, ώστε να εγγράφονται ως μέλη, που ασκούν οικονομική μόνο δραστηριότητα. Το σύστημα αυτό δεν φαίνεται να ικανοποιεί την πραγματική άσκηση της μιας ή της άλλης δραστηριότητας, δεδομένου ότι μια οικονομική δραστηριότητα μπορεί, στη πράξη, να είναι εμπορική και, με τον τρόπο αυτό, να αποφεύγει άλλες υποχρεώσεις του φορέα της άσκησης εμπορικής δράσης.
  • Με άλλα λόγια, μπορεί ένα φυσικό πρόσωπο να δηλώσει ότι ασκεί οικονομική δραστηριότητα στο τομέα του πολιτισμού ή της κοινωνικής αγωγής και να εγγράφεται στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο με τις απαλλαγές του, αλλά στην πράξη να ασκεί κερδοφόρο δράση, οπότε θα πρέπει να ανήκει στους φορείς εμπορικής δραστηριότητας.
  • Ενδεχομένως, ορθότερο θα ήταν να κρίνεται, για κάθε συγκεκριμένη περίπτωση και μετά την δήλωση του υπόχρεου και την άσκηση των δραστηριοτήτων του, αν υπάγεται στο καθεστώς της απλής οικονομικής δραστηριότητας ή της εμπορικής δραστηριότητας.

Προτείνουμε λοιπόν ότι θα πρέπει να ερευνηθεί, μήπως είναι καλύτερο να ανατεθεί αυτό το έργο στην υπηρεσία του Γενικού Εμπορικού Μητρώου του κάθε Επιμελητηρίου, με αιτιολογημένη δε πράξη αυτού να καθορίζεται οριστικά που ανήκει ο δηλών την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας.

  1. Οι λοιπές διατάξεις του νομοσχεδίου (άρθρα 50 έως 54), είναι ορθές και δεν έχουμε καμιά παρατήρηση επ’ αυτών.
  2. Ερχόμαστε τώρα στις διατάξεις του νομοσχεδίου για την μεταφορά των αρμοδιοτήτων για τα εμπορικά σήματα από την Διεύθυνση Σημάτων του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων στον Οργανισμό Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας (άρθρα 33 με 48 του νομοσχεδίου), ενός νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου, και όλο το σκεπτικό της μεταφοράς αυτής, επικεντρώνεται στην βούληση της Πολιτείας να ενεργοποιήσει την αποκέντρωση, να καταπολεμήσει, δηλαδή, τον λεγόμενο επιβλαβή κρατισμό.
  • Ειδικότερα το άρθρο 33 του νομοσχεδίου, μεταφέρει τις αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Σημάτων του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων στον Οργανισμό Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας, ένα νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου,

που έχει ως κύριο σκοπό  την κατοχύρωση και την προστασία των ευρεσιτεχνιών, ενός άλλου και διαφορετικού από τα παραπάνω τρία στοιχεία βιομηχανικής ιδιοκτησίας του επιχειρηματία.

  • Όμως πρέπει να τονίσουμε ότι το εμπορικό σήμα είναι ένα από τα τρία βασικά στοιχεία της βιομηχανικής ιδιοκτησίας. Το πρώτο, η επωνυμία, είναι η ταυτότητα του εμπόρου, το δεύτερο, ο διακριτικός τίτλος, είναι ο τίτλος του καταστήματος του εμπόρου και το τρίτο, το εμπορικό σήμα, είναι το όνομα του προϊόντος της επιχείρησης. Μάλιστα από το 1914, η επωνυμία και ο διακριτικός τίτλος, τηρούνται από τα Επιμελητήρια, ενώ το εμπορικό σήμα, από το Υπουργείο Εμπορίου.
  • Αίτημα των Επιμελητηρίων ήταν, πάντοτε, όπως και τα τρία αυτά στοιχεία βιομηχανικής ιδιοκτησίας του επιχειρηματία να τηρούνται από τα Επιμελητήρια, γατί η συγκέντρωση τους μάλιστα στο «φυσικό σπίτι» του επιχειρηματία, σημαίνει τόσο οικονομία χρόνου και δαπάνης,όσο και άμεση και σαφή εξυπηρέτηση του επιχειρηματία καθώς και ασφάλεια στις συναλλαγές, δεδομένου ότι και τα τρία αυτά στοιχεία συνδέονται μεταξύ τους.

Στο σημείο αυτό προτείνουμε όπως όλες οι αρμοδιότητες αυτές για τα εμπορικά σήματα μεταφερθούν είτε στην Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων Ελλάδος είτε στα τα κατά τόπους Επιμελητήρια, τα οποία αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου υπό την γενικότερη επίβλεψη της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων.

Το Γενικό Εμπορικό Μητρώο, που έχει ανατεθεί από την Πολιτεία στα Ελληνικά Επιμελητήρια και στην Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων λειτουργεί άψογα από το 2011, όπως είπε και ο κ. Υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων στην αγόρευσή του στις 8-4-2021 στην παρούσα Επιτροπή «το ΓΕΜΗ πάει σφαίρα στην Ελλάδα», και πρόσθεσε ότι «αποτελεί μια πολύ πετυχημένη δραστηριότητα» και εδώ θα  ήθελα να σας διαβεβαιώσω όλους ότι το στελεχιακό δυναμικό του επιμελητηριακού χώρου είναι ικανό να αναλάβει άμεσα το έργο αυτό, σε συνεργασία, στην αρχική του φάση, και με τα στελέχη της  Διεύθυνσης Σημάτων του Υπουργείου,

Β) Όσον αφορά τις  διατάξεις του κεφαλαίου Β που αφορούν στη διευκόλυνση της αδειοδότησης και λειτουργίας των Κέντρων Αποθήκευσης και Διανομής, γενικά κινούνται σε σωστή κατεύθυνση όμως σας επισημαίνουμε τα εξής.

1ΟΝ η τοποθέτηση του μεγέθους 10% ως ποσοστού αποθήκευσης επικίνδυνων ουσιών στα ΚΑΔ, δεν λύνει ριζικά το θέμα της αδειοδότησης των ΚΑΔ μεικτού τύπου και πρέπει να επανέλθουμε για περαιτέρω βελτίωση της αδειοδότησης των αποθηκών αυτού του τύπου.

2ΟΝ Θέλω όμως να σταθώ ιδιαίτερα  στο άρθρο 32 του νομοσχεδίου,που καταργεί τη συναίνεση των ιδιοκτητών που κατέχουν το 55% της έκτασης του Πάρκου Εξυγίανσης των Οινοφύτων. Επ’ αυτού καταθέτουμε τη ριζική μας διαφωνία για την επανεξέταση της εν λόγω διάταξης, με προσανατολισμό την απόσυρσή της.

  • Η διάταξη αυτή φοβόμαστε ότι θα λειτουργήσει ανασταλτικά στις επιχειρήσεις, τις οποίες προσπαθούμε να πείσουμε για να οργανώσουμε τις 55 άτυπες συγκεντρώσεις που έχουμε εντοπίσει στη χώρα. Θα δημιουργήσει φοβίες και από λύση στα Οινόφυτα, θα γίνει εθνικό πρόβλημα για τη χωροταξία και την εξυγίανση των βιομηχανικών περιοχών.

Τελειώνοντας πιστεύουμε ότι  η υλοποίηση της εξυγίανσης με την κατασκευή Πάρκου σε περιοχές με ήδη διαμορφωμένο καθεστώς άτυπων συγκεντρώσεων και με επιχειρήσεις εν λειτουργία, επιβάλει μακρά και επώδυνη διαδικασία διαβουλεύσεων και ενημέρωσης. Σκοπός είναι να πεισθούν τα εμπλεκόμενα μέρη για τα οφέλη της οργάνωσης και της πολεοδόμησης. Μόνο τότε μπορούν να προχωρήσουν τα σχέδια εξυγίανσης. Γι’ αυτό είναι πολύ σοφή η πρόβλεψη του νομοθέτη για συναίνεση της πλειοψηφίας (έστω 55%) και πολύ βιαστική και ατεκμηρίωτη η ενέργεια για την κατάργησή της. Γιατί χωρίς πλήρη γνώση και συνειδητοποίηση για το όφελος που προκύπτει, κανείς δεν είναι διατεθειμένος να παραχωρήσει δικαιώματα και εισφορές σε γη και χρήμα, σε ιδιωτικούς φορείς».