Φαίνεται πως ποσοστά της τάξης του 70-75% δεν είναι αρκετά για να δημιουργήσουν ανοσία στην κοινότητα σε σχέση με την «ινδική» παραλλαγή Δέλτα του κορονοϊού. Υπολογίζεται τώρα ότι, προκειμένου να συμβεί αυτό, πρέπει περισσότεροι από το 82% των ενηλίκων να έχουν είτε φυσική ανοσία (επειδή κόλλησαν) είτε επίκτητη λόγω των εμβολιασμών. Αυτό αναφέρει σε νέα ανάρτησή του στο Facebook ο καθηγητής Πολιτικής της Υγείας Ηλίας Μόσιαλος της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του Λονδίνου (LSE).

Υπογραμμίζει ότι το πρόβλημα με την παραλλαγή Δέλτα θα το έχουν βασικά οι εξής τρεις κατηγορίες: Κυρίως οι ανεμβολίαστοι, τα παιδιά που δεν έχουν εμβολιαστεί (αλλά είναι γνωστό πως οι επιπτώσεις της νόσου θα είναι πιο ήπιες σε αυτά), καθώς κι ένα μικρό ποσοστό 4% και 8% αντίστοιχα, στους οποίους τα εμβόλια της Pfizer/BioNTech και AstraZeneca (ΑΖ) δεν αποτρέπουν τη σοβαρή νόσο.

Σε μια μακροσκελή ανάρτηση, εξηγεί ότι όλα τα εμβόλια επιτελούν τρεις λειτουργίες:

1. Μπορούν να αποτρέψουν πλήρως τη λοίμωξη από ένα παθογόνο.

2. Αν δεν αποτρέψουν τη λοίμωξη και κολλήσουμε μια νόσο, μπορούν να μας προστατεύσουν από τη σοβαρή έκβασή της και να αποφύγουμε επομένως τις εισαγωγές στα νοσοκομεία.

3. Μπορούν να μειώσουν τη διασπορά της νόσου από εμάς τους ίδιους, εφόσον έχουμε νοσήσει (γιατί παραμένει λίγο ιικό φορτίο στο ανώτερο αναπνευστικό μας σύστημα, το οποίο όμως δεν απειλεί όσους έχουν εμβολιαστεί).

Όσον αφορά τα εμβόλια για τον κορονοϊό, γνωρίζουμε ότι:

1. Το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών που έχουν εμβολιαστεί, προστατεύονται από τη λοίμωξη, αλλά δεν ξέρουμε ακόμα το ακριβές ποσοστό.

2. Όσοι κολλήσουν και έχουν κάνει τα εμβόλια της Pfizer και της AstraZeneca, προστατεύονται από σοβαρή λοίμωξη και εισαγωγή στο νοσοκομείο κατά 96% και 92% αντίστοιχα. Όπως επισημαίνει, όμως, δεν προστατεύει το εμβόλιο όλους από την παραλλαγή Δέλτα. Ένα 4% έως 8% θα περάσει τη νόσο με βαριά συμπτώματα και ίσως χρειαστεί εισαγωγή στο νοσοκομείο. Επίσης ένα μεγαλύτερο ποσοστό, της τάξης του 12% (Pfizer) – 33% (AZ), μάλλον θα νοσήσουν ήπια, εάν κολλήσουν την παραλλαγή Δέλτα, ακόμα και εάν είναι εμβολιασμένοι.

Υπογραμμίζει πως «η προστασία των εμβολίων γνωρίζαμε πως ήταν 100% απέναντι στην αγγλική παραλλαγή (την ‘Αλφα). Αλλά τα δεδομένα έχουν αλλάξει λίγο. Επομένως, το πρόβλημα δεν είναι σημαντικό, αλλά υπάρχει, για τους λίγους που θα νοσήσουν σοβαρά».

3. Τα εμβόλια αποτρέπουν την μετάδοση κατά 70-90%, αλλά η παραλλαγή Δέλτα μεταδίδεται πιο εύκολα, το δε ποσοστό της ενδοοικογενειακής διασποράς έχει αυξηθεί κατά 64%. Είναι η ινδική παραλλαγή όμως πιο θανατηφόρα; Με βάση τα μέχρι στιγμής δεδομένα δεν φαίνεται να είναι.

Στο ερώτημα γιατί έχουν αυξηθεί ξανά τα κρούσματα, σε χώρες όπως η Αγγλία και το Ισραήλ, όπου ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού έχει εμβολιαστεί, ο κ.Μόσιαλος τονίζει ότι «και στις δύο χώρες δεν έχει εμβολιαστεί πάνω από το 60% των άνω των 16 ετών. Φαίνεται πως τα ποσοστά εμβολιασμού κοντά στο 60% στην κοινότητα των ενηλίκων ήταν επαρκή για να αντιμετωπίσουν την αγγλική παραλλαγή. Στο ποσοστό αυτό προσθέτουμε ένα ακόμη 10-15% όσων έχουν αποκτήσει φυσική ανοσία γιατί κόλλησαν την νόσο. Φαίνεται όμως πως αυτά τα ποσοστά αυτά (70-75%) δεν είναι αρκετά για να δημιουργήσουν ανοσία στην κοινότητα για την ινδική παραλλαγή. Υπολογίζουμε τώρα ότι για να συμβεί αυτό, πρέπει να έχουμε περισσότερους από το 82% των ενηλίκων, είτε με φυσική (επειδή κόλλησαν) είτε με επίκτητη ανοσία (λόγω των εμβολιασμών)».

Αυτό όμως που έχει σημασία, όπως υπογραμμίζει, είναι πως «η Αγγλία, που είναι η χώρα με τα περισσότερα νέα κρούσματα μεταξύ των μεγαλύτερων χωρών της Ευρώπης, είναι ταυτόχρονα η χώρα με το μικρότερο αριθμό σοβαρών λοιμώξεων. Αυτό σημαίνει πως τα εμβόλια δουλεύουν».

Γιατί όμως αυξήθηκε ο αριθμός των νέων λοιμώξεων και στην Αγγλία και στο Ισραήλ και γιατί έχουμε εισαγωγές στα νοσοκομεία και από εμβολιασμένους; Η συντριπτική πλειοψηφία των νέων λοιμώξεων αφορά στους μη εμβολιασμένους (περίπου το 40% των ενηλίκων), στα παιδιά που δεν έχουν εμβολιαστεί και σε ένα μικρό ποσοστό εμβολιασμένων, που δεν τους καλύπτουν τα εμβόλια της Pfizer και της ΑΖ (που αντιστοιχεί σε 4 και 8% αντίστοιχα).

Μπορεί όμως να αυξηθεί πέραν του 4% και του 8% ο αριθμός των νέων κρουσμάτων μεταξύ των εμβολιασμένων; Ναι, αλλά δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας, καθώς, κατά τον κ.Μόσιαλο, «ο βασικός ρόλος του εμβολίου είναι η αποτροπή της σοβαρής νόσου, όχι η πλήρης αποτροπή της λοίμωξης. ‘Αρα μπορεί να δούμε έναν αυξημένο αριθμό θετικών τεστ PCR (σ.σ. μοριακών) σε εμβολιασμένους, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως θα αναπτύξουν σοβαρή νόσο (επειδή το τεστ θα είναι θετικό)».

Επίσης αναφέρει ότι «δεν έχουμε ακόμα δεδομένα για τα εμβόλια της Johnson & Johnson και της Moderna, όσον αφορά την αποτελεσματικότητα έναντι της παραλλαγής Δέλτα. Αλλά δεδομένων των ομοιοτήτων των εμβολίων και των στοιχείων από τα άλλα δύο εμβόλια, δεν θα περίμενα μεγάλη μείωση της αποτελεσματικότητας έναντι στην παραλλαγή Δέλτα, ούτε για αυτά τα εμβόλια».