Ως ισχυρό κίνητρο για τον εμβολιασμό  χαρακτηρίζει την απώλεια εισοδήματος, ο Στέλιος Πέτσας, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο επέκτασης της υποχρεωτικότητας και σε άλλους κλάδους.

«Το να χάσει κανείς το εισόδημά του είναι ένα πολύ ισχυρό κίνητρο να κάνει το εμβόλιο. Αυτό αποδείχθηκε από το άλμα που έγινε στα ποσοστά εμβολιασμούς στις μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων. Προσδοκούμε ο εμβολιασμός να επιταχυνθεί και στο λοιπό υγειονομικό προσωπικό, όπου φαίνεται ότι υπάρχει ένα χαμηλό ποσοστό, αλλά και σε άλλες κατηγορίες εργαζόμενων».

Μιλώντας στην εκπομπή «Από τις Έξι» για τα νέα μέτρα για την διαχείριση της πανδημίας και τις αντιδράσεις που προκάλεσε η ανακοίνωσή τους ο κ. Πέτσας τόνισε ότι αυτή είναι η απλή φιλοσοφία της κυβέρνησης που δεν θα επιτρέψει την οικονομία να ξανακλείσει ξανά από τον Σεπτέμβρη και μετά.

«Είναι ανοιχτό το ενδεχόμενο της υποχρεωτικότητας (των εμβολιασμών) αν επιδεινωθούν τα υγειονομικά δεδομένα. Αν αυτό κριθεί αναγκαίο από τους ειδικούς θα προχωρήσουμε και σε άλλες υπηρεσίες» διευκρίνισε ο κ. Πέτσας αναφερόμενος στο θέμα της επέκτασης της σχετικής οδηγίας σε εκπαιδευτικούς, αστυνομικούς και στρατιωτικούς.

«Είμαστε εδώ για να προσαρμόζουμε μια στρατηγική με γνώμονα την προστασία της ανθρώπινης ζωής και φυσικά της οικονομικής και κοινωνικής πραγματικότητας που έχει πληγεί πάρα πολύ τους τελευταίους 18 μήνες».

Τι απάντησε για την εξαίρεση της Εκκλησίας

Ο κ. Πέτσας τοποθετήθηκε και στο θέμα της εξαίρεσης της Εκκλησίας από τα νέα μέτρα λέγοντας ότι διαφωνεί με αυτή την άποψη. «Δεν νομίζω ότι εξαιρείται η Εκκλησία. Υπάρχουν ανακοινώσεις και για την Εκκλησία και την προσέλευση των πιστών στην γενική παλέτα των μέτρων στις χθεσινές ανακοινώσεις. Η Εκκλησία, όλο το προηγούμενο διάστημα είχαμε μια πολύ καλή συνεργασία και ήταν αρωγός. Η τελευταία ανακοίνωση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, τέλος Ιουλίου, ήταν καθοριστική για να μπορέσουμε να επιταχύνουμε τις προσπάθειες εμβολιασμού και στα πιο απομακρυσμένα σημεία της χώρας».

Αναφορικά με τα σχολεία και τα Πανεπιστήμια ο κ. Πέτσας ανέφερε ότι «σε αυτή τη φάση κρίθηκε να προχωρήσουμε έτσι, με ένα αρκετά αυξημένο ποσοστό ελέγχων ώστε να μπορούμε να είμαστε περισσότερο ασφαλείς όταν θα επανέλθουν στις σχολικές αίθουσες τα παιδιά μας. Από εκεί και πέρα η προέκταση της υποχρεωτικότητας είναι κάτι που θα το δούμε».

Όπως επανέλαβε ο κ. Πέτσας, σε υπηρεσίες πρώτης γραμμής, δηλαδή όσοι έρχονται σε επαφή με το κοινό, παραμένει ανοικτό το ενδεχόμενο της επέκτασης της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού. «Αυτό θα το δούμε το φθινόπωρο, όσο προχωράει η πορεία της πανδημίας. Έχει σημασία να μπορέσουμε να επιταχύνουμε τον εμβολιασμό και τα κίνητρα που δόθηκαν χθες είναι ικανοποιητικά για να έχουμε μια αύξηση από τα επίπεδα των 30.000 εμβολιασμών την ημέρα που είναι σήμερα. Πρέπει να χτίσουμε όσο το δυνατόν υψηλότερο τείχος ανοσίας πριν να χειροτερεύσει ο καιρός».

Τι δήλωσε για τις ελλείψεις που θα δημιουργηθούν

Απαντώντας σε ερώτηση πώς θα καλυφθούν τυχόν κενά που θα δημιουργηθούν σε νευραλγικές υπηρεσίες από την άρνηση του προσωπικού να εμβολιαστεί έναντι του κορονοϊού ο κ. Πέτσας είπε ότι η κυβέρνηση, όλο το προηγούμενο διάστημα, προχώρησε, σε προσλήψεις προσωπικού. «Η κυβέρνηση θα συνεχίσει να το κάνει και με έκτακτο τρόπο και με μόνιμο τρόπο. Επομένως, δεν νομίζω ότι το πρόβλημα αυτή την στιγμή είναι πώς θα καλυφθούν τα κενά. Το θέμα είναι να μην υπάρξουν κενά, πείθοντας τους συμπολίτες μας, όπως είναι το υγειονομικό προσωπικό, να κάνει το αυτονόητο».

Ο κ. Πέτσας υπεραμύνθηκε της ορθότητας της απόφασης της κυβέρνησης να πληρώνουν οι ανεμβολίαστοι τα rapid test λέγοντας χαρακτηριστικά, «τα πάντα στη ζωή έχουν ένα κόστος για τις επιλογές μας. Όταν 8 – 9 μήνες προσπαθούμε να πείσουμε τους συμπολίτες μας να κάνουν το εμβόλιο, τα οποία έχουμε διαθέσει δωρεάν, κάποια στιγμή θα πρέπει να προστατεύσουμε και τα χρήματα των φορολογουμένων και να δώσουμε σαφές κίνητρο στους ανεμβολίαστους να το κάνουν. Το να πληρώνει κανείς το rapid test από την τσέπη του είναι ένα επιπλέον κίνητρο για να κάνει το εμβόλιο και όχι να είναι ο ελεύθερος χρήστης, ο “τζαμπατζής” ο οποίος χρησιμοποιεί τις δωρεάν τις δομές, όταν κάποιοι άλλοι πληρώνουν γι’ αυτό. Πρέπει να αναλάβει και αυτός ένα κόστος».

Για να δώσει έμφαση στα λεγόμενα του ο αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών είπε ότι δεν είναι όλα αντικείμενο κοινωνικής πολιτικής. « Ένας φοιτητής ψηφίζει από τα δεκαεφτά του πλέον. Δεν μπορώ να διανοηθώ ότι ένας που είναι είκοσι δεν αντιλαμβάνεται τα βασικά πράγματα που αντιλαμβάνεται οποιοσδήποτε άλλος συμμετέχει στον κοινωνικό μας βίο. Για την κοινωνική μας συνοχή είναι πολύ καθοριστικό ζήτημα το πώς προστατεύουμε τη ζωή μας και τους άλλους».