Στις προτάσεις που παρουσίασε χθες Τρίτη ο ΣΥΡΙΖΑ για την αντιμετώπιση του ιδιωτικού χρέους αναφέρεται σε ανακοίνωσή του το υπουργείο Οικονομικών, τονίζοντας: «Οι δήθεν λύσεις είναι ανεδαφικές και το δήθεν σχέδιο άλλο ένα προεκλογικό πυροτέχνημα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η οποία κατρακυλάει για ακόμη μία φορά στον λαϊκισμό και δεν διστάζει να εργαλειοποιήσει τις αγωνίες και τις ελπίδες πολλών χιλιάδων πολιτών για ψηφοθηρικούς λόγους». Σε άλλο σημείο της ανακοίνωσης, το ΥΠΟΙΚ υποστηρίζει ότι οι εξαγγελίες του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ και του επιτελείου του αποτελούν «εμπαιγμό για την κοινωνία».

Σύμφωνα με την ανακοίνωση του υπουργείου, οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ περιλαμβάνουν:

1. Μια διφορούμενη υποχρεωτικότητα συμμετοχής των πιστωτών στη διαδικασία ρύθμισης οφειλών μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού: Από τη μια, το σχέδιο επιβάλλει υποχρεωτικότητα συμμετοχής των πιστωτών στην πρόταση ρύθμισης οφειλών και από την άλλη προσφυγή στο δικαστήριο, αν δεν ισχύσει η (υποτίθεται θεσπισμένη) υποχρεωτικότητα. Η πρόταση αυτή, πέραν του ότι αντιφάσκει, είναι πέρα για πέρα έωλη και αβάσιμη, καθώς αγνοεί παντελώς τους ευρωπαϊκούς κανόνες, που θέτουν και το πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορούν να κινηθούν τα κράτη-μέλη για την προληπτική αναδιάρθρωση. Η Ελλάδα, ως κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ως εκ τούτου δεσμευόμενη από τις υποχρεώσεις που θέτουν οι ευρωπαϊκές οδηγίες, ακολουθεί -ως όφειλε- τις δεσμεύσεις που τίθενται από την ευρωπαϊκή νομοθεσία.

2. Την επαναφορά πρακτικών του «Νόμου Κατσέλη» (Νόμος 3869/2010), με την πρόβλεψη για προσφυγή στο δικαστήριο σε περίπτωση μη λήψης πρότασης ρύθμισης από τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών, με -υποτίθεται- σύντομη διαδικασία. Ένας νόμος ο οποίος, για πολλά έτη, καταστρατήγησε την κουλτούρα πληρωμών στη χώρα μας. Ένας νόμος που αποτέλεσε το καταφύγιο στρατηγικών κακοπληρωτών. Ένας νόμος που μετέθετε το πρόβλημα, καθώς η έκδοση της δικαστικής απόφασης καθυστερούσε σημαντικά και, εν τέλει, μετά από πολλά χρόνια αναμονής για την εκδίκαση, τα δικαστήρια απέρριπταν μεγάλο ποσοστό των υποθέσεων, με αποτέλεσμα οι δανειολήπτες να βρίσκονται αντιμέτωποι με υπέρογκες αρρύθμιστες οφειλές, επιβαρυμένες και με τόκους υπερημερίας.

3. Την παροχή δύο εναλλακτικών προτάσεων μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού, εκ των οποίων η μία θα προβλέπει συντομότερη διάρκεια αποπληρωμής (άρα μεγαλύτερη δόση) και σημαντικό «κούρεμα». Με δεδομένο ότι το «πορτοφόλι» του ιδιώτη είναι ένα και πρέπει να μοιραστεί μεταξύ των υποχρεώσεών του, αυτή η πρόταση για μεγαλύτερη δόση ευνοεί μόνον στρατηγικούς κακοπληρωτές, που ενώ έχουν οικονομική δυνατότητα, δεν αποπληρώνουν τις οφειλές τους. Αυτούς θέλει να ανταμείψει ο ΣΥΡΙΖΑ, προσφέροντας μεγαλύτερο «κούρεμα».

4. Την αποπληρωμή της αξίας της κατοικίας σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα (από 10 έως 35 χρόνια) και με μηνιαία δόση που να μην υπερβαίνει τα 3/10 του εισοδήματος. Δεν γνωρίζουμε τον μαθηματικό τύπο υπολογισμού αυτής της δόσης, αλλά μάλλον η αξιωματική αντιπολίτευση γνωρίζει τη μαγική φόρμουλα εφαρμογής. Επίσης, η πρόταση για επιδότηση της μηνιαίας δόσης της ρύθμισης οφειλών από το κράτος σε ποσοστό 50%, έχει σημαντικό δημοσιονομικό κόστος.

5. Την καθολική αναστολή πλειστηριασμών με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου έως την εφαρμογή του νέου προγράμματος. Πέρα από την προφανή αντίφαση -καθώς η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ήταν εκείνη η οποία κατήργησε την προστασία της πρώτης κατοικίας και έλαβε σειρά νομοθετικών πρωτοβουλιών για τη διεξαγωγή πλειστηριασμών- η πρόταση αυτή οδηγεί αναπόφευκτα στο να μην παραμείνει ούτε ένας συνεπής δανειολήπτης στη χώρα, στη μόνιμη και απόλυτη καταστροφή της κουλτούρας πληρωμών που χτίστηκε με δυσκολίες και στον απόλυτο εμπαιγμό των συνεπών δανειοληπτών. Επιπλέον, οδηγεί στο να μη δοθεί ούτε ένα νέο δάνειο, καθότι απαξιώνει εντελώς την έννοια της εξασφάλισης, η οποία είναι προϋπόθεση για τη χορήγηση νέου δανείου.

6. Την αναφορά σε «νομοθετική ρύθμιση» των δανείων σε ελβετικό φράγκο, χωρίς όμως να εξηγείται τι είναι αυτό που ο ΣΥΡΙΖΑ υπόσχεται να ρυθμίσει. Και είναι λογική η αόριστη αυτή αναφορά άνευ ουσιαστικού αντικειμένου, καθώς η Αξιωματική Αντιπολίτευση γνωρίζει καλά ότι τόσο η Ευρωπαϊκή Οδηγία για τα δάνεια σε ελβετικό φράγκο όσο και οι σχετικές δικαστικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί από τα ελληνικά δικαστήρια δεν επιτρέπουν τη θέσπιση ρυθμίσεων με αναδρομική ισχύ.

7. Την αναφορά στη φορολόγηση των εταιριών διαχείρισης απαιτήσεων. Να θυμίσουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, με νομοθετική πρωτοβουλία του, θέσπισε φορολογικές απαλλαγές στις εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων – μέσω του Νόμου 4354/2015 (συγκεκριμένα, μέσω του άρθρου 3Α, το οποίο προστέθηκε με νεότερη τροποποίηση το έτος 2016).

8. Την αναβάθμιση των Κέντρων Ενημέρωσης και Υποστήριξης Δανειοληπτών της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους. Η Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους έχει ήδη αναπτύξει σύστημα εξ αποστάσεως ραντεβού μέσω της υπηρεσίας myegdixlive, με σημαντική επισκεψιμότητα και ποσοστό ικανοποίησης άνω του 97%, προσφέροντας έτσι υψηλού επιπέδου ψηφιακή εξυπηρέτηση στους πολίτες.

Βεβαίως, όλες οι παραπάνω ουτοπικές εξαγγελίες, παραπλανητικές υποσχέσεις, αντιφάσεις και ασάφειες δεν έχουν καμία σχέση με τα έργα και τις ημέρες της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, που:

  • νομοθέτησε την εφαρμογή των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών τον Μάιο του 2017,
  • κατέθεσε τροπολογία για αυτεπάγγελτη δίωξη και αυτόφωρη διαδικασία για όσους εμποδίζουν ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς τον Δεκέμβριο του 2017,
  • κατήργησε -οριζόντια- την προστασία της 1ης κατοικίας τον Φεβρουάριο του 2019,
  • νομοθέτησε ένα αναποτελεσματικό πρόγραμμα παροχής κρατικής επιδότησης για την προστασία της πρώτης κατοικίας, με αυστηρά κριτήρια, που απευθύνονταν σε «κόκκινους» δανειολήπτες μέχρι το έτος 2018, διάρκειας μόλις 6 μηνών, και στο οποίο δεν υποβλήθηκε καμία αίτηση,
  • παρέδωσε στην κυβέρνηση της Ν.Δ. το ιδιωτικό χρέος σε ύψος που υπερέβαινε τα 238 δισ. ευρώ,
  • παρέδωσε στην κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας τα «κόκκινα» δάνεια στο επίπεδο του Δεκεμβρίου του 2014, δηλαδή περίπου στο 43,5% του συνόλου των δανείων, ενώ όλες οι ευρωπαϊκές χώρες εμφάνιζαν εντυπωσιακά αποτελέσματα στη μείωση των «κόκκινων» δανείων,
  • προέβη στην τρίτη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, προσθέτοντας αχρείαστο νέο κόστος στο Δημόσιο και αυξάνοντας το δημόσιο χρέος κατά 5,4 δισ. ευρώ,
  • μεταβίβασε τα δάνεια των τραπεζών στα funds, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να ασκήσουν αναγκαστικά μέτρα εκτέλεσης.

Απέναντι στις ανεδαφικές εξαγγελίες, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έχει αποδείξει διαχρονικά ότι αντιμετωπίζει με αίσθημα ευθύνης, ορθολογισμού, αξιοπιστίας και κοινωνικής ευαισθησίας το ζήτημα του ιδιωτικού χρέους.

Συγκεκριμένα:

  • Έχουμε λάβει ένα ευρύ πλέγμα μέτρων, συνολικού ύψους άνω των 57 δισ. ευρώ, προκειμένου να στηρίξουμε το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και τη ρευστότητα των επιχειρήσεων, αποτρέποντας – στο μέτρο του εφικτού – τη διόγκωση του ιδιωτικού χρέους.
  • Νομοθετήσαμε σύγχρονα εργαλεία για την ορθή παρακολούθηση και διαχείριση του ιδιωτικού χρέους, όπως είναι η ίδρυση του Κεντρικού Μητρώου Πιστώσεων και η ίδρυση του Παρατηρητηρίου Πιστοληπτικής Επέκτασης.
  • Ενισχύσαμε τις τράπεζες και τις εταιρειες διαχείρισης απαιτήσεων, προκειμένου αυτές να ρυθμίζουν διμερώς μη-εξυπηρετούμενα δάνεια νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Ήδη, μέσω και του προγράμματος «Ηρακλής», τα «κόκκινα» δάνεια στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών, από 44% τον Ιούνιο του 2019, συρρικνώθηκαν σε περίπου 8,5% το Δεκέμβριο του 2022, ενώ παράλληλα, οι διμερείς ρυθμίσεις, σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών (ΕΕΤ) και της Ένωσης Εταιρειών Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις, ανέρχονται σε 68 δισ. ευρώ για το διάστημα 2019-2023, έναντι ρυθμίσεων ύψους μόλις 5,6 δισ. ευρώ το 2019 και 4,6 δισ. ευρώ το 2018, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία της ΕΕΤ.
  • Υλοποιήσαμε και παρακολουθούμε στενά την πορεία του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών, με βάση τον Νόμο 4738/2020. Μηχανισμός που, τους τελευταίους μήνες, καταγράφει σημαντική πρόοδο: περισσότερες από 4.346 επιτυχείς ρυθμίσεις σε σύνολο αρχικών οφειλών 1,42 δισ. ευρώ, ενώ τους τελευταίους 4 μήνες ο μέσος όρος ρυθμίσεων που επιτυγχάνεται σε μηνιαία βάση υπερβαίνει τις 500. Ενδεικτικό, επίσης, είναι ότι ο μέσος εβδομαδιαίος ρυθμός εγκρίσεων κατά τις τελευταίες εβδομάδες είναι περί τις 150 αιτήσεις, ενώ και η εγκρισιμότητα έχει ανέλθει περί το 70%. Τα αποτελέσματα αυτά το καθιστούν το πιο επιτυχημένο εργαλείο των τελευταίων 12 ετών για την αντιμετώπιση του σοβαρού ζητήματος του ιδιωτικού χρέους, μεταξύ αυτών που θέσπισαν διαδοχικές κυβερνήσεις. Υπενθυμίζεται ότι στον εξωδικαστικό μηχανισμό που θέσπισε ο ΣΥΡΙΖΑ, από τις 63.400 επιχειρήσεις και επαγγελματίες που εισήλθαν στην πλατφόρμα, μόνο 7.300 υπέβαλαν αίτηση και, εξ αυτών, μόλις 2.200 ολοκλήρωσαν επιτυχώς τη διαδικασία ρύθμισης οφειλών.
  • Βελτιώσαμε, με στοχευμένες παρεμβάσεις, το υφιστάμενο εργαλείο του εξωδικαστικού μηχανισμού, αφουγκραζόμενοι τις ανάγκες της κοινωνίας, ώστε μεταξύ άλλων:
    – Να υποχρεώνουμε την αιτιολόγηση μη συναίνεσης στην πρόταση ρύθμισης που παράγει ο αλγόριθμος, τόσο των χρηματοδοτικών φορέων όσο και του οφειλέτη, και να πραγματοποιείται δημόσια ανάρτηση αυτής στην πλατφόρμα.
    – Να διευρύνουμε το πεδίο εφαρμογής του εξωδικαστικού μηχανισμού, για να μπορούν να εντάσσονται οφειλέτες και με μία και μοναδική οφειλή.
    – Να εντάξουμε και νέες κατηγορίες οφειλών που μπορούν να ρυθμιστούν, όπως είναι οι οφειλές υπέρ τρίτων που εισπράττονται από τη φορολογική διοίκηση.
    – Να καταργήσουμε την ποινή προεξόφλησης των οφειλών προς το Δημόσιο και να μειώσουμε το επιτόκιο ρύθμισης αυτών σε 3% σταθερό.

Παράλληλα, διευρύνουμε κατά 30% τα εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια για την ένταξη των ευάλωτων ενήμερων δανειοληπτών στο πρόγραμμα επιδότησης της δόσης στεγαστικών δανείων του Ελληνικού τραπεζικού συστήματος.

Συνεπώς, σε πλήρη αντιδιαστολή με τα κούφια λόγια και τις ψεύτικες υποσχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δρα με αίσθημα ευθύνης, ορθολογισμού, αξιοπιστίας και συνέπειας.

Δεν εμπαίζουμε τους πολίτες, αλλά τους στηρίζουμε ουσιαστικά και με ρεαλιστικές, βιώσιμες λύσεις.

Δεν κρύβουμε τα προβλήματα «κάτω από το χαλί», αλλά απαντάμε σε αυτά με αποφασιστικότητα και μεθοδικότητα.

Δεν ενισχύουμε τους στρατηγικούς κακοπληρωτές αλλά αντιθέτως επιβραβεύουμε με έμπρακτο τρόπο τους συνεπείς πολίτες.

Δεν επαναφέρουμε τις παθογένειες του παρελθόντος, αλλά διαμορφώνουμε τις κατάλληλες οικονομικές συνθήκες ώστε να αντιμετωπίζουμε αποτελεσματικά και δυναμικά το ζήτημα του ιδιωτικού χρέους.