«Λουφάζει» στο γραφείο του ο μετρ της διαπλοκής
Ο υπουργός Παιδείας, Κώστας Γαβρόγλου, προανήγγειλε, μιλώντας σε ραδιοφωνικό σταθμό, την δημιουργία ενός νέου εθνικού συστήματος επιμόρφωσης, όπου, ως γνωστόν τα παιδιά θα φοιτούν από τεσσάρων ετών και μάλιστα υποχρεωτικά.
Το περίεργο είναι πως όταν ο υπουργός ρωτήθηκε, τι θα μαθαίνουν τα παιδιά από τόσο μικρή ηλικία εκεί, απάντησε πως «δεν είναι ανάγκη να μάθουν εκεί να γράφουν το όνομά τους».
Γιατί να πάνε λοιπόν υποχρεωτικά τα παιδιά από 4 ετών στα νηπιαγωγεία;
Μεταξύ των άλλων, απάντηση μας δίνουν οι φιλόλογοι της χώρας!
Συγκεκριμένα, η Πανελλήνια Ένωση Φιλολόγων (ΠΕΦ), εκφράζει την συνολική αντίθεσή της στο προτεινόμενο σχέδιο για το μάθημα της Ιστορίας.
Όπως εξηγεί, το προτεινόμενο σχέδιο του ΙΕΠ «μεταβάλλει ριζικά τον χαρακτήρα του μαθήματος της Ιστορίας εκτρέποντάς το προς κατευθύνσεις που δεν πληρούν τους επιστημονικούς και παιδαγωγικούς του στόχους».
«Η Ιστορία ως μάθημα δεν μπορεί να απολέσει τον πρωταρχικό της στόχο που είναι η προσέγγιση του παρελθόντος και η αξιοποίηση της παρεχόμενης γνώσης στο παρόν για τη συγκρότηση πολιτών με ελεύθερη και δημοκρατική συνείδηση. Η μονομερής έμφαση σε κάποιον από τους επιμέρους τομείς -κοινωνικό, πολιτικό, οικονομικό, εθνικό, πολιτιστικό κ.ά.- οδηγεί το μάθημα σε αλλότριες κατευθύνσεις, που υπηρετούνται από άλλες επιστήμες, όπως η κοινωνιολογία, η πολιτική οικονομία, η ιστορία της τέχνης κ.ά», τονίζουν οι φιλόλογοι και εξηγούν ξεχωριστά:
Για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση
«Οι προτάσεις της Επιτροπής, εκτός από την αδόκιμη χρήση ιστορικών όρων, όπως “υδραυλικοί άθλοι του Ηρακλή”, “ελληνικοί μύθοι σχετιζόμενοι με πολεμικές ενέργειες”, “εποχή του Χριστιανισμού” σε αντικατάσταση του όρου Βυζαντινή εποχή κ.ά., σε ό,τι αφορά την αναδιάρθρωση της ύλης, δημιουργούν παιδαγωγικά ζητήματα, εφόσον υπονομεύουν τη διδασκαλία της Ελληνικής Ιστορίας Ειδικότερα, στη Δ’ Δημοτικού αντικαθίσταται η Αρχαία Ελληνική Ιστορία από την οικογενειακή και την τοπική ιστορία, στην Ε’ Δημοτικού αντικαθίσταται η Βυζαντινή Ιστορία από τη συρρικνωμένη συνεξέταση της Αρχαίας Ελληνικής και Βυζαντινής Ιστορίας, στην ΣΤ’ Δημοτικού προβλέπεται η διδασκαλία μιας μεγάλης χρονικής περιόδου που αρχίζει από τον 15ο αιώνα και τελειώνει στη σύγχρονη εποχή. Έτσι το ενδιαφέρον εστιάζεται κυρίως στην ίδρυση του Ελληνικού κράτους και στους δύο παγκόσμιους πολέμους ενώ θεωρούνται ήσσονος σημασίας η τουρκοκρατία και η ελληνική επανάσταση».
Για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση
«Το σημαντικότερο πρόβλημα εντοπίζεται στην αναδιάρθρωση της ύλης ανά τάξη. Συγκεκριμένα, δίνεται μεγαλύτερο εύρος στη διδασκαλία της Ιστορίας των Νεότερων Χρόνων σε βάρος της Αρχαίας και της Βυζαντινής-Μεσαιωνικής Ιστορίας, δεδομένου ότι προβλέπεται η Ιστορία των Νεότερων Χρόνων και της Σύγχρονης Εποχής να διδαχθεί στην Γ’ Γυμνασίου, στην Α’ Λυκείου και σε θεματικές ενότητες στη Β’ και Γ’ Λυκείου»
Και καταλήγουν οι φιλόλογοι:
«Η νέα αντίληψη για την Ιστορία και τη διδασκαλία της, που κυριαρχεί στα Προγράμματα Σπουδών του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής, βασίζεται στην κατανόηση, κατά κύριο λόγο, του παρόντος, στην αναζήτηση ταυτοτήτων και στην βιωματική προσέγγιση, γεγονός που καταλήγει σε μια ιδεολογική κατασκευή και σε υποκειμενικές σχετικιστικές αλήθειες. Πρόκειται για μια χρηστική, ιδεοληπτική ιστορία σύμφωνα με την οποία τα επιστημονικά κριτήρια δεν θεωρούνται αναγκαία».
Με λίγα λόγια η ιστορία, έστω αυτή η κουτσουρεμένη που μαθαίναμε, θα χάσει κάθε εθνικό στοιχείο που διατηρούσε και θα ξαναγραφτεί με βάση ιδεολογικά κριτήρια, εκείνα της αριστερόστροφης Νέας Τάξης, η οποία καταργεί έθνη, σύνορα και ταυτότητες.
Ευτυχώς, υπάρχουν ακόμα αντιδράσεις, καθώς αυτοί οι απείθαρχοι Έλληνες αρνούνται, με τις όσες γνώσεις κατέχουν, να αποδεχθούν αμαχητί την όποια παρέμβαση στο τελευταίο που μας έμεινε: την ανάμνηση του παρελθόντος, η οποία μας δίνει δύναμη για να αντέξουμε την φουρτούνα!
Αυτοί είναι που εκνευρίζουν αυτή την στιγμή τον Κίσινγκερ, ο οποίος είχε δώσει κάποτε το έναυσμα ιδεολογικής επίθεσης κατά του Ελληνισμού. Κάπου εκεί θα λουφάζει στο γραφείο του.
Όσο πιο μικρά λοιπόν μυηθούν τα παιδιά στην νοοτροπία της απατρίας και της διαγραφής του ιστορικού παρελθόντος, τόσο πιο εύκολα θα αποδεχθούν αργότερα την «ιδεοληπτική ιστορία», όπως την ονομάζουν οι φιλόλογοι, τους οποίους θα διαδεχθούν στο μέλλον πιο συνεργάσιμα και πειθήνια όργανα.