Kανείς δεν έχασε και κανείς δεν κέρδισε με απόλυτο τρόπο στο τρίωρο debate των πολιτικών αρχηγών το οποίο διεξήχθη χθες Τετάρτη, το βράδυ, εν όψει των εκλογών της 21ης Μαΐου, ωστόσο -όπως ήταν αναμενόμενο- τα κομματικά επιτελεία επιχειρούν να εξάγουν συμπεράσματα ευνοϊκά για τον κάθε πολιτικό αρχηγό.

Σε μια διαδικασία με αυστηρότατο πλαίσιο δεν υπήρχε το περιθώριο για μεγάλα «ανοίγματα» και κάθε πολιτικός αρχηγός προσάρμοσε την εμφάνισή του, με βάση και τα νούμερα των δημοσκοπήσεων.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέλεξε μια στρατηγική ασφάλειας, χωρίς να παρασυρθεί από τις επιθέσεις που δέχθηκε και μίλησε για την επόμενη μέρα και το πρόγραμμα του.

Ο Αλέξης Τσίπρας βγήκε στην επίθεση από νωρίς και εξαπέλυσε επίθεση στον πρωθυπουργό, αλλά και «επίθεση φιλίας» ειδικά στον Νίκο Ανδρουλάκη. Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, ο οποίος δεν είχε εμπειρία τηλεμαχιών, επέλεξε μια λογική επίθεσης τόσο σε Κυριάκο Μητσοτάκη όσο και σε Αλέξη Τσίπρα, δείχνοντας ότι απέχει μάλλον αρκετά από μια μετεκλογική συνεργασία με κάποιον από τους δύο. Ενδεικτικό ότι είπε ότι «κάποιος πρέπει να μπει φυλακή» για την υπόθεση των υποκλοπών και από την άλλη απέκρουσε κάθε άνοιγμα του Αλέξη Τσίπρα, με «κερασάκι» την απάντηση του για τον υποδιοικητή του νοσοκομείου Σαντορίνης επί ΣΥΡΙΖΑ που είχε… βουλκανιζατέρ.

Ο Δημήτρης Κουτσούμπας εξέθεσε την ατζέντα του και «κέρδισε» τη μάχη της ατάκας, καλώντας τον Αλέξη Τσίπρα να «μην τρίβεται στην γκλίτσα του τσομπάνη» με τις διαρκείς προσκλήσεις του για «προοδευτική διακυβέρνηση», την οποία χαρακτήρισε εκ νέου «μούφα».

Ο Κυριάκος Βελόπουλος, με μεγαλύτερη τηλεοπτική εμπειρία, επέλεξε να μιλήσει σε ένα στοχευμένο, δικό του κοινό, κλείνοντας εμμέσως πλην σαφώς και το μάτι και σε ψηφοφόρους που προέρχονται από το κόμμα Κασιδιάρη, ενώ προκάλεσε… τσουνάμι σχολίων με την εικόνα της «Παναγιας της γκέισας» που επικαλέστηκε, στην προσπάθειά του να αντιπαλέψει ως «χριστιανός ορθόδοξος» την κουλτούρα της πολιτικής ορθότητας. Ο Γιάνης Βαρουφάκης, από την άλλη, αν και… βραχυκύκλωσε στην απάντηση για το πώς θα χειριζόταν ως πρωθυπουργός μια κρίση σαν τα Ίμια, επέλεξε να απευθυνθεί στα εκλογικά του ακροατήρια, αν και  φαίνεται δεν ήταν από τις καλύτερες του εμφανίσεις.

Όσον αφορά τις μετεκλογικές συνεργασίες, ο κ. Μητσοτάκης ούτε ρωτήθηκε ούτε επέλεξε να ανοίξει τα χαρτιά του για τη στάση του σε πιο σύνθετα σενάρια, όπως π.χ. τι θα γίνει αν βγαίνουν τα νούμερα μιας συγκυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ το βράδυ της 21ης Μαΐου ή αν δεν επιτευχθεί ο στόχος της αυτοδυναμίας στις δεύτερες εκλογές. Από την άλλη, στενός του συνεργάτης εκτιμούσε στο protothema.gr ότι «το βασικό πολιτικο συμπέρασμα είναι ότι έχουμε μια πρόταση εξουσίας», προσθέτοντας ότι«κατέρρευσε πληρως η «προοδευτική διακυβέρνηση». Κατά την ανάγνωση του Μεγάρου Μαξίμου, ο κ. Μητσοτάκης μίλησε για τα θετικά της κυβέρνησης, για την επόμενη μέρα, αναγνώρισε λάθη που έγιναν, ενώ έθεσε με σαφήνεια και το δίλημμα των εκλογών. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η πρότασή του να σταλούν προς αξιολόγηση τα προγράμματα των κομμάτων είτε στο ΓΛΚ είτε στην Τράπεζα της Ελλάδος.

Στην πράξη, πάντως, φάνηκε ότι τα «κουκιά» της προοδευτικής διακυβέρνησης δύσκολα θα βγουν. Ο κ. Τσίπρας εξαίρεσε της συζήτησης τον Γιάνη Βαρουφάκη, στον οποίο δεν απηύθυνε τον λόγο. Αντιθέτως, «φλέρταρε» με τον Νίκο Ανδρουλάκη, ειδικά για το θέμα του διορισμού διοικητών στα νοσοκομεία χωρίς κομματικά στεγανά. Από τον κ. Ανδρουλάκη, όμως, δεν εισέπραξε ούτε… κλείσιμο του ματιού ακόμα και για την επανακρατικοποίηση της ΔΕΗ, ενώ από τον Δημήτρη Κουτσούμπα, στον οποίο συνέστησε να σκεφτεί καλά τη στάση του ΚΚΕ στο θέμα της βάσης εισαγωγής στα ΑΕΙ, εισέπραξε τη σύσταση για την… γκλίτσα.

Στην απροθυμία του κ. Ανδρουλάκη να είναι δεκτικός σε κάποιο πολιτικό άνοιγμα επενέργησε προφανώς και η υπόθεση των υποκλοπών, με τον κ. Μητσοτάκη να τονίζει ότι ο κ. Ανδρουλάκης δεν αποτελούσε εθνικό κίνδυνο, συνεπώς δεν έπρεπε να παρακολουθείται, και τον κ. Τσίπρα να μπαίνει «σφήνα» λέγοντας ότι κάποιος πρέπει να δώσει εξηγήσεις γιατί παρακολουθήθηκαν ο κ. Ανδρουλάκης και άλλοι αξιωματούχοι.