Προσπάθεια να δείξουν ότι πιστεύουν πως μπορεί να ξεπεραστεί μια άνευ προηγουμένου κρίση στην οικονομία των ΗΠΑ κατέβαλαν χθες ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν και ρεπουμπλικάνος πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Κέβιν Μακάρθι, ενώ απομένουν μόλις δέκα ημέρες προτού ο κίνδυνος το ομοσπονδιακό κράτος των ΗΠΑ να κηρύξει στάση πληρωμών γίνει πραγματικότητα. Ωστόσο, παρά τον συμφιλιωτικό τόνο που υιοθέτησαν οι δύο πλευρές, το τεράστιο χάσμα ανάμεσά τους δεν φαίνεται να έχει γεφυρωθεί ακόμη.
«Ολοκλήρωσα μια παραγωγική συνάντηση» με τον κ. Μακάρθι, ανέφερε σε ανακοίνωση ο αμερικανός πρόεδρος, ζητώντας παράλληλα να διεξαχθούν διαπραγματεύσεις με «καλή πίστη» για να εξευρεθεί συμβιβασμός ως προς τα δημοσιονομικά το συντομότερο. Ο Τζο Μπάιντεν αναγνώρισε ότι εξακολουθούν να υπάρχουν «διαφωνίες», που οι ομάδες των δύο πλευρών καλούνται να συμβιβάσουν μέσα σε ελάχιστο χρόνο. Η Αμερικανίδα υπουργός Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν υπενθύμισε χθες Δευτέρα ότι είναι «πολύ πιθανό» οι ΗΠΑ να αντιμετωπίσουν στάση πληρωμών μετά την 1η Ιουνίου.
Από την πλευρά του, μετά το τετ α τετ στο Οβάλ Γραφείο, ο Κέβιν Μακάρθι είπε «Ο τόνος απόψε ήταν καλύτερος από ό,τι όλες τις προηγούμενες φορές». Φρόντισε, ωστόσο, να κάνει λόγο για βαθιές διαφωνίες και έλλειψη συναίσθησης της κατεπείγουσας φύσης του ζητήματος στην άλλη πλευρά.
Για να αποτραπεί ο κίνδυνος δυνητικά καταστροφικής στάσης πληρωμών πρέπει το Κογκρέσο -η Γερουσία που ελέγχουν οι Δημοκρατικοί και η Βουλή που ελέγχουν οι Ρεπουμπλικάνοι- να ψηφίσει για να εγκρίνει την αύξηση του μέγιστου επιτρεπόμενου ποσού που μπορεί να δανειστεί το κράτος. Τα προηγούμενα χρόνια αυτό ήταν γενικώς τυπική διαδικασία, ωστόσο αυτή τη φορά οι Ρεπουμπλικάνοι, για να δώσουν «πράσινο φως» απαιτούν δραστικές περικοπές των δημοσίων δαπανών σε βάθος δεκαετίας. Ο Τζο Μπάιντεν, ο οποίος κάνει εκστρατεία για την επανεκλογή του το 2024 υποσχόμενος περισσότερη κοινωνική δικαιοσύνη, το απορρίπτει και κατηγορεί την αντιπολίτευση ότι θέτει υπό ομηρία την αμερικανική οικονομία.
«Πρέπει να αλλάξουμε πορεία, το χρέος μας είναι πολύ μεγάλο» επέμεινε ο κ. Μακάρθι πριν από τη συνάντηση με τον κ. Μπάιντεν, καθώς η παράταξή του υποστηρίζει τελευταία ότι οι ΗΠΑ δεν μπορούν να συνεχίσουν να ζουν με δανεικά «από την Κίνα».
Ο Αμερικανός πρόεδρος δηλώνει διατεθειμένος να συζητήσει για τη μείωση του ελλείμματος, αλλά από την πλευρά του υπογραμμίζει ότι θα πρέπει να εξεταστούν σε βάθος φορολογικά παραθυράκια και οι μεγάλες εταιρείες και οι πλουσιότεροι Αμερικανοί να «πληρώνουν αυτό που τους αναλογεί» σε φόρους. Κάτι που η άλλη πλευρά ούτε θέλει να ακούσει.
Το περίφημο «όριο δανεισμού» ή «ταβάνι του χρέους», που βρίσκεται πάνω από τα 31 τρισεκατομμύρια δολάρια -παγκόσμιο ρεκόρ-, ξεπεράστηκε πριν από μήνες· η κυβέρνηση διαχειρίζεται μέχρι σήμερα την κατάσταση με λογιστικές διευθετήσεις.
Αν κηρυσσόταν στάση πληρωμών, οι ΗΠΑ δεν θα ήταν σε θέση να πληρώνουν τοκοχρεολύσια σε όσους διακρατούν αξιόγραφα του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών, που θεωρούνται οι ασφαλέστερες τοποθετήσεις στις παγκόσμιες χρηματαγορές. Δεν θα μπορούν να καταβάλουν μισθούς στους δημόσιους λειτουργούς, συντάξεις σε βετεράνους των ενόπλων δυνάμεων κ.λπ.
Οι συνέπειες για την αμερικανική και την παγκόσμια οικονομία θα ήταν τρομακτικές, προειδοποιούν οικονομολόγοι.
Παρ’ όλ’ αυτά, πρόσφατα ο πρώην πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, επίσης σε εκστρατεία εν όψει των εκλογών του 2024, παρότρυνε το κόμμα του να οδηγήσει τη χώρα σε στάση πληρωμών αν δεν εξασφαλίσει πελώριες περικοπές δημοσίων δαπανών.
Ο Αμερικανός πρόεδρος γνωρίζει κάλλιστα πως ενδεχόμενη ύφεση, όποια κι αν ήταν η πολιτική αιτία της, θα έθετε σε κίνδυνο -αν δεν εκμηδένιζε εντελώς- τις πιθανότητές του να επανεκλεγεί. Από την άλλη πλευρά, η θέση του Κέβιν Μακάρθι εξαρτάται από ορισμένους ακραίους κοιβουλευτικούς, οι οποίοι απαιτούν να μη διανοηθεί να «αναδιπλωθεί».
«Πρέπει να καταλήξουμε σε αποτέλεσμα που θα μπορέσουμε να “πουλήσουμε” και στις δύο πλευρές» αναγνώρισε χθες ο κ. Μπάιντεν, που αρέσκεται να λέει πως στη μακρά καριέρα του στο Κογκρέσο έγινε διαπραγματευτής που δεν έχει ταίρι.
Η αριστερή πτέρυγα των Δημοκρατικών θα προτιμούσε να αναλάβει την πρωτοβουλία να αυξήσει μονομερώς το όριο δανεισμού του ομοσπονδιακού κράτους, επικαλούμενος τη 14η τροπολογία του αμερικανικού Συντάγματος, που απαγορεύει κάθε «αμφισβήτηση» της φερεγγυότητας της μεγαλύτερης οικονομίας του κόσμου.
Σε αυτή την περίπτωση, το αμερικανικό δημόσιο θα αποκτούσε τη δυνατότητα να διαθέσει νέα ομόλογα ως εάν το όριο του χρέους να μην υπήρχε. Αλλά σε αυτό το σενάριο ελλοχεύει ο κίνδυνος να υπάρξει μακρά δικαστική μάχη που θα φέρει τον Τζο Μπάιντεν αντιμέτωπο με το Ανώτατο Δικαστήριο – όπου η πλάστιγγα γέρνει αποφασιστικά στα δεξιά.