«Μεγάλη νίκη για την οικονομία και για τον αμερικανικό λαό» χαρακτήρισε ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν τη συμφωνία για το όριο του δημόσιου χρέους των ΗΠΑ που επετεύχθη στο παρά πέντε έπειτα από μαραθώνιες διαπραγματεύσεις. Με ψηφοφορίες στο Κογκρέσο, νομοσχέδιο αναστέλλει το όριο του χρέους ως το 2025 και ο κίνδυνος να κηρυχθεί στάση πληρωμών από το ομοσπονδιακό κράτος αποτρέπεται.

Σύμφωνα με το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών, η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου είχε προθεσμία έως τη Δευτέρα 5η Ιουνίου για να αποφύγει τη χρεοκοπία.

Όπως όλες οι μεγάλες οικονομίες του κόσμου, ή σχεδόν όλες, οι ΗΠΑ ζουν με πίστωση. Όμως, αντίθετα με ό,τι ισχύει στις άλλες ανεπτυγμένες χώρες, η Αμερική βρίσκεται τακτικά αντιμέτωπη με νομική επιπλοκή: το πλαφόν του χρέους, το μέγιστο όριο στο οποίο μπορεί να φτάσει ο κρατικός δανεισμός, πρέπει να αυξάνεται ή να αναστέλλεται από το Κογκρέσο.

Αν και για δεκαετίες δεν επρόκειτο παρά για τυπική κοινοβουλευτική διαδικασία, φέτος οι Ρεπουμπλικάνοι, που πλέον ελέγχουν τη Βουλή των Αντιπροσώπων, και κυρίως ο ηγέτης τους στο Σώμα Κέβιν Μακάρθι, τη μετέτρεψαν σε εργαλείο άσκησης πολιτικής πίεσης στον δημοκρατικό πρόεδρο Μπάιντεν.

Αν και είναι πολύ συνηθισμένο να κλείνονται συμφωνίες της τελευταίας στιγμής για τα δημοσιονομικά των ΗΠΑ, οι σκληρές διαπραγματεύσεις εξώθησαν τον Fitch Ratings, έναν από τους λεγόμενους «τρεις μεγάλους» οίκους αξιολόγησης, να θέσει «υπό παρακολούθηση» το αξιόχρεο του αμερικανικού δημοσίου, που τοποθετεί στη βαθμίδα AAA, την υψηλότερη.

Εν τέλει το βράδυ του Σαββάτου, εν μέσω του τριημέρου της Memorial Day, τα μέρη έκλεισαν καταρχήν συμφωνία. Το κείμενο επέτρεπε να αποφευχθεί το χειρότερο, δηλαδή το σενάριο η χώρα να κηρύξει στάση πληρωμών, να αδυνατεί να πληρώνει τους πιστωτές της, να καταβάλει μισθούς και συντάξεις, μια κατάσταση άνευ προηγουμένου, που θα οδηγούσε σε αχαρτογράφητα νερά την αμερικανική και την παγκόσμια οικονομία.

Για να αποφευχθεί αυτή η δυνητικά καταστροφική εξέλιξη ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν και ο πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Κέβιν Μακάρθι κατέληξαν σε συμβιβασμό.

Η συμφωνία εγκρίθηκε προχθές Τετάρτη με ευρεία πλειοψηφία από τη Βουλή των Αντιπροσώπων (314-117) και χθες Πέμπτη επίσης με άνεση από τη Γερουσία (63-36 ). Πλέον απομένει ο πρόεδρος Μπάιντεν να την επικυρώσει υπογράφοντας το νομοσχέδιο, κάτι που όπως ο ίδιος ανέφερε «ανυπομονεί να κάνει. Μάλιστα, αναμένεται παράλληλα να απευθύνει διάγγελμα στους Αμερικανούς για να περιγράψει το κείμενο σε αδρές γραμμές.

Συγκεκριμένα, η συμφωνία θα επιτρέψει την αναστολή για δύο χρόνια, ως την 1η Ιανουαρίου 2025, δηλαδή την περίοδο μετά τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου του 2024, το μέγιστο όριο δανεισμού του αμερικανικού δημοσίου (31,4 τρισεκατομμύρια δολάρια).

Σε αντάλλαγμα, οι Δημοκρατικοί δέχτηκαν να μειώσουν δαπάνες διαφόρων κατηγοριών, πλην αυτών για τις ένοπλες δυνάμεις και τους βετεράνους, όχι πάντως όσο θα ήθελαν να δουν οι Ρεπουμπλικάνοι, γι’ αυτό αρκετά στελέχη τους εναντιώθηκαν στο σχέδιο νόμου, τόσο στην Βουλή των Αντιπροσώπων όσο και στη Γερουσία. «Μην απατάστε, μένουν να γίνουν πολλά ακόμα» για να εξυγιανθούν τα δημοσιονομικά των ΗΠΑ, τόνισε ο «βαρόνος» των Ρεπουμπλικάνων στη Γερουσία Μιτς Μακόνελ.

Από την άλλη πλευρά, την αριστερή πτέρυγα των Δημοκρατικών ξεσήκωσαν οι αλλαγές σε κάποιους από τους όρους για τη χορήγηση επιδομάτων κοινωνικής πρόνοιας και ιδίως επισιτιστικής βοήθειας. Ο γερουσιαστής με επιρροή Μπέρνι Σάντερς τόνισε χαρακτηριστικά πως η συνείδησή του δεν του επιτρέπει να ψηφίσει σχέδιο νόμου που βλάπτει τους εργαζομένους.