Σε περίπου δύο χρόνια από την έναρξη των εργασιών και με 200 εκατ. ευρώ θα μπορούσαν να αποκατασταθούν πλήρως οι κατεστραμμένες υποδομές του σιδηροδρομικού δικτύου που επλήγησαν από την κακοκαιρία «Daniel», όπως εκτιμά η διοίκηση του ΟΣΕ. Πρόκειται για 180 χλμ. σιδηροδρομικού δικτύου που θάφτηκαν στη λάσπη.
Ο οργανισμός προσπαθεί με τους τέσσερις αναδόχους να αποκαταστήσει προσωρινά κομμάτι του δικτύου, στο τμήμα καθόδου Δομοκού – Λάρισας, ώστε να επανεκκινήσουν οι εμπορευματικές μεταφορές στο τμήμα Αθήνα – Θεσσαλονίκη. Αυτό επεσήμανε ο διευθύνων σύμβουλος του ΟΣΕ Παναγιώτης Τερεζάκης στο 6o Συνέδριο Υποδομών και Μεταφορών – ITC 2023.
Μεταξύ άλλων, ο κ. Τερεζάκης τόνισε ότι η καταστροφή από τις πλημμύρες δεν θα βάλει φρένο σε δρομολογημένα έργα ανάταξης του δικτύου, όπως για παράδειγμα το ΣΔΙΤ για την ανάταξη του δικτύου στη Βόρεια Ελλάδα. «Η καταστροφή από τις τελευταίες καταιγίδες στη Θεσσαλία δεν θα περιορίσει το πρόγραμμα του οργανισμού» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Οσον αφορά τη χρηματοδότηση για την ανάταξη και τη συντήρηση του ΣΔΙΤ Β. Ελλάδας, ο κ. Τερεζάκης παραδέχθηκε: «Δυστυχώς δεν είμαστε έτοιμοι να αξιοποιήσουμε τη χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης, αλλά μόνο μέσω ΕΣΠΑ. Είναι ένα project που ανέρχεται στα 420 εκατ. για συντήρηση 20 χρόνια».
Στη Νότια Ελλάδα, δρομολογείται η ανακαίνιση του άξονα Μενιδίου – Οινόης, του παλαιότερου τμήματος του δικτύου, η ανάταξη και ο εκσυγχρονισμός του άξονα Μουριών – Στρυμόνα – Προμαχώνα και, τέλος, η αναβάθμιση του νότιου άξονα, Αεροδρόμιο – ΣΚΑ – Κιάτο. Τα τρία τελευταία έργα βρίσκονται σε φάση προετοιμασίας μελετών για έγκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Οσον αφορά την επένδυση στο Θριάσιο, ο Βασίλης Μαγκλάρας, διευθύνων σύμβουλος της «Θριάσιο Εμπορευματικό Κέντρο», μίλησε για τα νέα δεδομένα που προκύπτουν μετά την έναρξη ισχύος της τροποποιημένης σύμβασης: «Το μεγάλο πρόβλημα ήταν η εξειδίκευση του κατασκευαστικού κόστους που έχει αλλάξει δραματικά από την εποχή ολοκλήρωσης του διαγωνισμού 2017-2018. Εχουν μεσολαβήσει δύο τρία χρόνια πληθωρισμού, το κόστος των υλικών έχει μεταβληθεί ριζικά, άρα εδώ πρέπει να δούμε τι στοιχίζει αυτή η επένδυση στο νέο περιβάλλον που καλείται να αναπτυχθεί».