Στην αντεπίθεση πέρασε η κυβέρνηση μετά τις δηλώσεις Κασσελάκη, οι οποίες ακολούθησαν χρονικά τη συνέντευξη του πρωθυπουργού στον ΑNT1.
Από την αίθουσα της ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών, ο κ. Μαρινάκης κατηγόρησε τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ ότι γίνεται μέρος μίας ευρύτερης ομάδας διαστρέβλωσης. «Ο κ. Κασσελάκης δεν κατάλαβε τίποτα από τη συνέντευξη του πρωθυπουργού και δεν έχει αντιληφθεί βασικά πράγματα από αυτά που βιώνει η χώρα μας το τελευταίο διάστημα όσον αφορά στις εισαγόμενες κρίσεις… Προσπάθησε και αυτός, ως ένα μέρος μίας ευρύτερης ομάδας διαστρέβλωσης, να κάνει αντιπολίτευση αρκετά χιλιόμετρα μακριά με fake news, χωρίς καμία αντιπρόταση… Η αντιπολίτευση προσπαθεί μέσα από fake news να επιβιώσει πολιτικά» ανέφερε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, ο οποίος δέχθηκε ερωτήσεις και για τα σήματα που εξέπεμψε ο κ. Μητσοτάκης προς τους υπουργούς του και, μάλιστα, εις διπλούν.
«Ότι πρέπει να τηρείται η φράση που είπε ο πρωθυπουργός είναι κάτι που συμφωνούμε όλοι και ισχύει για όλους… Το ότι μία δήλωση, που μπορεί να επιδέχεται και μία λάθος ερμηνεία μετά, την παίρνει η αντιπολίτευση, τη διογκώνει και δημιουργεί ένα κλίμα που είναι εντελώς αντίθετο από την πραγματικότητα και δημιουργεί και ανησυχία στους πολίτες, δεν σημαίνει ότι δεν θα έπρεπε να έχει αποφευχθεί μία δήλωση… Αυτό όμως επίσης δεν σημαίνει ότι μπορεί να ακυρωθεί συνολικά το έργο ενός υπουργού, που κάνει ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατό, για να αντιμετωπίσουμε τις συνέπειες μιας πρωτοφανούς κρίσης που προέκυψε από ένα πρωτοφανές φυσικό φαινόμενο. Είναι σημαντικό να μείνουμε προσηλωμένοι στο έργο μας και να ακολουθήσουμε αυτό που επαναλαμβάνει συνέχεια ο πρωθυπουργός. Η αλαζονεία είναι μία συμπεριφορά, η οποία είναι εντελώς αντίθετη με αυτή που πρέπει να δείχνουμε στις περιόδους που ζούμε και αυτό ισχύει συνολικά για όποιον έχει δημόσιο αξίωμα» τόνισε ο κ. Μαρινάκης και κατέληξε: «Επειδή δημιουργούνται εντυπώσεις, σημασία έχουν και οι πράξεις των ανθρώπων. Εάν υπήρχε οποιαδήποτε καταγγελία για κάποιον υπουργό της κυβέρνησης, ότι χρησιμοποιεί τα διάφορα χρηματοδοτικά εργαλεία που έχουμε, εν προκειμένω στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, με κριτήρια που δεν είναι τα αμιγώς προβλεπόμενα από τον νόμο, νομίζω θα είχε κατατεθεί στον δημόσιο διάλογο. Ενώ είναι δεδομένο ότι δεν υπάρχει τέτοια καταγγελία και συμπεριφορά, αναπαράγεται ένα ζήτημα ξανά και ξανά. Γι’ αυτό είναι σημαντικό να προσέχουμε τι λέμε, για να μη δίνουμε τροφή στους προπαγανδιστές και σε αυτούς που διογκώνουν τα πάντα να ανησυχούν τους πολίτες».