Συστημικές διακρίσεις σε βάρος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, απειλές για τις θρησκευτικές ελευθερίες και σημαντικό περιορισμό της ελευθερίας των ιερών χριστιανικών χώρων μη μουσουλμανικών κοινοτήτων καταγράφονται στη νέα έκθεση της επιτροπής για τη Διεθνή Θρησκευτική Ελευθερία των ΗΠΑ.
Στη έκθεση εξετάζονται οι απειλές για τις θρησκευτικές περιουσίες στην Τουρκία, συμπεριλαμβανομένων των τόπων λατρείας, των θρησκευτικών ιδρυμάτων και των νεκροταφείων.
Σύμφωνα με την έκθεση, παρόλο που η Συνθήκη της Λωζάννης παρείχε προστασία και ελευθερία λατρείας για τις υπόλοιπες μη μουσουλμανικές κοινότητες, αυτή η προστασία και η ελευθερία συχνά περιορίστηκαν σημαντικά, και όχι σπάνια, μέσω της δράσης εναντίον ιερών χριστιανικών χώρων.
Παράλληλα, η έκθεση επισημαίνει ότι ο μεγαλύτερος αριθμός επιθέσεων σε ελληνορθόδοξες και άλλες ορθόδοξες εκκλησίες σημειώθηκε στην περιοχή του Μαρμαρά στην Κωνσταντινούπολη, κάτι που σχετίζεται με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση μη μουσουλμανικών πληθυσμών.
Στην ίδια έκθεση αναφέρεται ότι η δέσμευση της περιουσίας μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μια μορφή αντιποίνων, παρουσιάζοντας ως παράδειγμα την κατάσχεση του ελληνορθόδοξου ορφανοτροφείου της Πριγκήπου. Το συγκεκριμένο ορφανοτροφείο κατασχέθηκε το 1964 από τις τουρκικές Αρχές, οι οποίες δεν προχώρησαν στην απαραίτητη συντήρηση, αφήνοντας έτσι το κτίριο ευάλωτο στη φθορά του χρόνου. Όπως σημειώνεται, μέχρι τη στιγμή που το Οικουμενικό Πατριαρχείο κατάφερε να ανακτήσει τη κυριότητα του κτιρίου, μέσω προσφυγής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το κτίριο είχε υποστεί σημαντικές ζημιές και ερημωθεί, ενώ το βάρος για την επισκευή και τη συντήρηση -που έχει σημαντικό οικονομικό κόστος- πέφτει στην ελληνορθόδοξη κοινότητα.
Παρόλο που οι βομβιστικές και οι τρομοκρατικές επιθέσεις έχουν μειωθεί την τελευταία δεκαετία, η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τα περιστατικά βανδαλισμών, καταστροφής θρησκευτικών περιουσιακών στοιχείων μέσω εμπρησμού και κυνηγιού χρυσού, σε συνδυασμό με την έλλειψη δίωξης αυτών των περιστατικών, έχουν επηρεάσει ολοένα και περισσότερο τις ελληνορθόδοξες και άλλες ορθόδοξες κοινότητες στην Τουρκία.
Συνοψίζοντας, στην έκθεση εκφράζεται η εκτίμηση ότι αυτά τα ευρήματα αποτελούν ένδειξη μιας ευρύτερης πολιτικής αδιαφορίας για την προστασία και τα δικαιώματα ιδιοκτησίας των κοινοτήτων που απαρτίζουν τις μη μουσουλμανικές μειονότητες της χώρας.