Από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας θα κριθεί η συνταγματικότητα των νέων ρυθμίσεων των εισαγωγικών εξετάσεων στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και ειδικά των ρυθμίσεων εκείνων που αφορούν το μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας, τους συντελεστές βαρύτητας, την πριμοδότηση των αθλητών, το ειδικό καθεστώς εξετάσεων των δυσλεκτικών, κλπ.

Συγκεκριμένα, το Γ΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, με αυξημένη 7μελή σύνθεση, με τις υπ’ αριθμ. 1442-1443/2017 αποφάσεις του, με πρόεδρο την αντιπρόεδρο Αικατερίνη Σακελλαροπούλου και εισηγητή τον πάρεδρο Γεώργιο Ζιάμο, αφού εκφράζει τις απόψεις του επί της συνταγματικότητας σε μια σειρά νομικών ζητημάτων που τίθενται, παραπέμπει το όλο θέμα για οριστική κρίση στην Ολομέλεια του ΣτΕ. Μετά την δημοσίευση των εν λόγω δύο αποφάσεων, οι σύμβουλοι Επικρατείας επισήμαιναν σήμερα, ότι από τις αποφάσεις αυτές του Γ΄ Τμήματος, δεν πρέπει να υπάρξει καμία ανησυχία στους γονείς και στους υποψηφίους των απολυτηρίων και εισαγωγικών εξετάσεων στα ΑΕΙ, κλπ, καθώς, αφενός δεν κρίθηκε κάτι οριστικά, αφετέρου η τελική μελλοντική κρίση της Ολομέλειας, σε περίπτωση που είναι αρνητική δεν θα έχει αναδρομικότητα, αλλά θα υπάρξει πρόβλεψη προστασίας των υποψηφίων.

Προσέθεσαν δε, ότι η όποια απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ θα αφορά το μέλλον, δηλαδή από τον χρόνο έκδοσής της και μετά.

Με τη διαδικασία της πρότυπης δίκης, το Γ΄ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας απασχολήθηκε με τις αιτήσεις υποψήφιων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (Ιατρική Σχολή), οι οποίοι δεν εισήχθησαν, καθώς κόπηκαν στην έκθεση, παρότι είχαν ψηλή βαθμολογία και ζητούν να ακυρωθούν οι πίνακες των αποτελεσμάτων των πανελλαδικών εξετάσεων των Γενικών Λυκείων του έτους 2016, για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με το νέο σύστημα εισαγωγής.
Οι υποψήφιοι στις αιτήσεις τους θέτουν μια σειρά συνταγματικών και νομικών ζητημάτων στα οποία καλούνται οι δικαστές να αποφανθούν, μεταξύ αυτών είναι ο συντελεστής βαρύτητας, το μάθημα της νεοελληνικής γλώσσας, η εισαγωγή στα ΑΕΙ των ατόμων με μαθησιακές δυσκολίες, η προνομιακή μεταχείριση υπέρ των αθλητών που έχουν διακριθεί, οι μεταγραφές φοιτητών σε ποσοστό 15%, η μεταφορά θέσεων, κλπ.

Επίσης, στις αιτήσεις τους αναφέρουν ότι η εκπαιδευτική νομοθεσία προβλέπει μετεγγραφές των φοιτητών μεταξύ των ΑΕΙ (από τα περιφερειακά προς τα κεντρικά ΑΕΙ) σε ποσοστό 15% και θέτουν το ερώτημα εάν «είναι σύννομη η μη πλήρωση των θέσεων, που κενώνονται στα περιφερειακά πανεπιστήμια από τις εν λόγω μετεγγραφές, από τους επιλαχόντες υποψηφίους στις πανελλαδικές εξετάσεις».

Το Γ΄ Τμήμα του ΣτΕ, στις δύο αποφάσεις του, κάνει εκτενή αναφορά στο συνταγματικό πλαίσιο περί ισότητας των πολιτών και ομοιόμορφης μεταχείρισής τους, όπως κάνει αναφορά στα συνταγματικά προστατευόμενα αγαθά της αξιοκρατίας, της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας του κάθε ατόμου.

Στην συνέχεια, οι σύμβουλοι της Επικρατείας εκφράζουν ένα μωσαϊκό απόψεων επί των συνταγματικών ζητημάτων τα οποία τίθενται.

Συγκεκριμένα, κατά κάποιους δικαστές των εν λόγω συνθέσεων, είναι θεμιτή κατ’ αρχήν η πριμοδότηση από το νομοθέτη αθλητών υψηλού επιπέδου για την εισαγωγή τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, έστω και σε βάρος άλλων υποψηφίων, καθώς ο αθλητισμός τελεί υπό την προστασία του κράτους.

Αντίθετα, είναι αντισυνταγματικές οι διατάξεις εκείνες που προβλέπουν την πριμοδότηση αθλητών σε ποσοστό 4,5%, ακόμη και σε πανελλήνια σχολικά πρωταθλήματα.

Για το ίδιο θέμα, άλλη ομάδα δικαστών εκφράζει την άποψη ότι η εισαγωγή των υποψηφίων επιβάλλεται να διενεργείται σύμφωνα με τις συνταγματικές αρχές της ισότητας και της αξιοκρατίας, με κριτήρια αμιγώς ακαδημαϊκά, όπως είναι βάσει ικανότητας και δεξιοτήτων των υποψηφίων, αλλά η ιδιότητα του διακριθέντος σε αθλητικούς αγώνες δεν συνάδει με τις ικανότητες και τις δεξιότητες στο γνωστικό αντικείμενο των Ιατρικών Σχολών.
Κατά συνέπεια, η πριμοδότηση αυτή των αθλητών είναι αντισυνταγματική, αλλά κατ’ εξαίρεση μπορεί να υπάρχει προνομιακή μεταχείριση για αθλητές που διακρίθηκαν σε Ολυμπιακούς Αγώνες ή Παγκόσμια και Ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, μόνο όμως για συναφείς Σχολές, όπως είναι της Φυσικής Αγωγής.

Διχάστηκαν οι δικαστές και για την ιδιαίτερη μεταχείριση των δυσλεκτικών υποψηφίων οι οποίοι εξετάζονται προφορικά, καθώς άλλοι υποστήριξαν ότι είναι συνταγματικά δυνατή η ιδιαίτερη αυτή μεταχείριση και άλλοι ότι πρέπει να προβλεφθούν χωριστές θέσεις για την κατηγορία αυτή….

ΠΗΓΗ