Ταυτόχρονα, προκαλεί τεράστιο προβληματισμό το γεγονός ότι η διαχρονική παρουσία, ακόμη και στις νέες διοικήσεις των τραπεζών, μιας σειράς διοικητικών στελεχών που αναδείχτηκαν σαν εκλεκτοί των προηγούμενων κυβερνήσεων και καταστάσεων, αποτελεί κεντρική επιδίωξη των κανόνων, των κριτηρίων, αλλά και της λειτουργίας του ΤΧΣ.
Παράλληλα, η βασική αποστολή του, που δεν είναι άλλη από τη διατήρηση της σταθερότητας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος προς χάριν του δημοσίου συμφέροντος, αντιμετωπίζει τεράστιες δυσκολίες, ενώ εμφανίζει και σταθερά ζημιογόνες χρήσεις (9,3 δισ. ζημιές το 2015, 9,7 δισ. το 2014, 5,9 δισ. το 2013, 5,4 δισ. το 2012).
Ακόμη και στελέχη της αγοράς χαρακτηρίζουν «ήττες» τα όσα διαδραματίστηκαν τους τελευταίους μήνες και αφορούσαν τη διοικητική ανασυγκρότηση της Τράπεζας Πειραιώς και της Εθνικής Τράπεζας, από τη στιγμή που ένας από τους ρόλους του οργανισμού, που πληρώνουν οι φορολογούμενοι, είναι η εξάσκηση των δικαιωμάτων ψήφου στα διοικητικά συμβούλια των τραπεζών.
Το μεγαλύτερο, όμως, «χαμένο στοίχημα» έχει να κάνει με την αποτυχία ανάκτησης των χρημάτων που επενδύθηκαν για τη διάσωση του τραπεζικού κλάδου, αλλά και με διαδικασίες που δεν έφεραν τα επιθυμητά αποτελέσματα, όπως αυτή των warrants.
Ποιος, λοιπόν, θα είναι από δω και πέρα ο ρόλος του Ταμείου, όταν τόσο στην Εθνική όσο και στην Πειραιώς, δεν μπορεί στην ουσία να λειτουργήσει ως βασικός μέτοχος και όταν οι δυνατότητες ανάκτησης κεφαλαίων έχουν περιοριστεί δραματικά; Σημειώνεται ότι σήμερα το ΤΧΣ κατέχει ποσοστό 40,39% στην Εθνική Τράπεζα, 26,42% στην Τράπεζα Πειραιώς, 11,01% στην Alpha Bank και 2,38% στην Eurobank. Πριν την ανακεφαλαιοποίηση του 2015 τα ποσοστά ανέρχονταν σε 57,2% στην Εθνική, 66,9% στην Πειραιώς, 66,2% στην Alpha Bank και 35,4% στην Eurobank.
Η επιτήρηση αφενός σε θέματα διαχείρισης «κόκκινων» δανείων και αφετέρου στην υλοποίηση των σχεδίων αναδιάρθρωσης έχει μάλλον συμπληρωματικό χαρακτήρα.

Την ώρα, μάλιστα, που περιμένουμε οι τράπεζες να στηρίξουν καθοριστικά την επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας και γνωρίζουμε ότι ο αναπτυξιακός σχεδιασμός της κυβέρνησης δεν μπορεί να προχωρήσει χωρίς πιστώσεις.
Σε ό,τι αφορά στην εποπτεία των ελληνικών τραπεζών, την έχει αναλάβει αναμφίβολα ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός (SSM) της ΕΚΤ, όντας το απόλυτο αφεντικό για τον κλάδο, ενώ τα σχέδια αναδιάρθρωσης συμφωνήθηκαν με την DGComp.

Η κοινωνία, ωστόσο, παραμένει μία απάντηση στο ερώτημα που πήγαν τα χρήματα των φορολογούμενων. Εδώ οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους: οι συσσωρευμένες ζημίες διαμορφώνονται, σύμφωνα με τα στοιχεία εννεαμήνου 2016 στα 36,3 δισ. ευρώ, ενώ τα ανακτήσιμα κεφάλαια υπολογίζονται στα 7,59 δισ. ευρώ.
Υπενθυμίζεται πως όταν το Ταμείο διέθεσε σχεδόν 50 δισ. ευρώ για την κεφαλαιακή ενίσχυση των βιώσιμων τραπεζών (των τεσσάρων συστημικών) και την κάλυψη του κεφαλαιακού κενού των τραπεζών που βρίσκονται υπό εκκαθάριση, οι προβλέψεις έκαναν λόγο ακόμα και για ανάκτηση 35 δισ. ευρώ. Αυτό θα γινόταν μέσω της διαχείρισης των υπό εκκαθάριση ιδρυμάτων (Αγροτική Τράπεζα, Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, Probank, Proton Bank, T-Bank, First Business Bank, Αχαϊκή Συνεταιριστική Τράπεζα, Συνεταιριστική Δωδεκανήσου, Συνεταιριστική Ευβοίας, Συνεταιριστική Λαμίας, Συνεταιριστική Λέσβου-Λήμνου, Συνεταιριστική Δ. Μακεδονίας), αλλά και μέσω της διάθεσης του ποσοστού που κατείχε στις συστημικές τράπεζες, αν ερχόταν η πολυπόθητη ανάκαμψη.
Για τις υπό εκκαθάριση τράπεζες το ΤΧΣ διέθεσε 13,489 δισ. ευρώ. Το ποσό αφορά στην κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού που προέκυψε κατά τη διάσπασή τους. Το ανακτήσιμο ποσό εκτιμάται σήμερα στα 1,937 δισ. ευρώ. Κατά συνέπεια, μόνο από τις τράπεζες που οδηγήθηκαν σε «λουκέτο», οι φορολογούμενοι έχουν χάσει ήδη 11,55 δισ. ευρώ.
Το αρχικό μετοχικό κεφάλαιο του Ταμείου ήταν 1,5 δισ. ευρώ. Στις 29 Απριλίου 2012 εκδόθηκαν ομόλογα EFSF ύψους 25 δισ. ευρώ για την κάλυψη των ζημιών του PSI, ενώ στις 19 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους εκδόθηκαν επιπλέον 16 δισ. ευρώ ομολόγων. Στο πλαίσιο της 2ης ανακεφαλαιοποίησης εκδόθηκαν ομόλογα EFSF ύψους 7,2 δισ. ευρώ (31 Μαΐου 2013), φτάνοντας συνολικά ο «λογαριασμός» τα 49,7 δισ. ευρώ. Από αυτά, τα 10,9 δισ. ευρώ… περίσσεψαν και επιστράφηκαν στις 27 Φεβρουαρίου 2015, όμως για την τρίτη ανακεφαλαιοποίηση χρειάστηκαν συνολικά 5,42 δισ. ευρώ για την κεφαλαιακή ενίσχυση της Εθνικής και της Τρ. Πειραιώς. Σήμερα, η συνολική αξία του μετοχικού χαρτοφυλακίου του ΤΧΣ δεν ξεπερνά τα 2 δισ. ευρώ.
Στα… χρόνια του ΤΧΣ, οι μικρομέτοχοι έμαθαν για τα καλά τι σημαίνει dilution και warrants, σε μία κατά γενική ομολογία αποτυχημένη διαδικασία και είδαν τις μετοχές τους να… εξαϋλώνονται, όπως στην περίπτωση του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου.
Η κυβέρνηση είχε σχεδιάσει, με βάση τα στοιχεία που είχαμε συγκεντρώσει και μελετήσει σε βάθος, να επαναπροσδιορίσει έναν νέο, υγιή, ρόλο για το ΤΧΣ.
Αυτός ο ρόλος για την εύρυθμη λειτουργία του ΤΧΣ, ο οποίος σε καμία περίπτωση δεν θα αναιρεί τις υφιστάμενες δεσμεύσεις με τον SSM και την ΕΚΤ αναφορικά με τον τρόπο παρέμβασης της ελληνικής κυβέρνησης, είχε σαν σκοπό:
Τη δυνατότητα ελέγχου και τήρησης της εταιρικής διακυβέρνησης
Τη μεγιστοποίηση των αποτελεσμάτων που αυξάνουν την κερδοφορία και την αξία των τραπεζών προς όφελος της οικονομίας, αλλά και της επένδυσης του ελληνικού δημοσίου
Την εξάλειψη των φαινομένων διαφθοράς με έλεγχο στον τρόπο που οι εκάστοτε διοικήσεις εξυπηρετούν τους «πελάτες» τους
Την αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων με την κοινωνική ευαισθησία που είναι αναγκαία και χωρίς για άλλη μια φορά τους ημέτερους του συστήματος
Την διαχείριση της περιουσίας των τραπεζών με τέτοιο τρόπο, ώστε οι προμήθειες και οι συνεργασίες με τους ιδιώτες πελάτες να εξασφαλίζουν αποκλειστικά και μόνο τα συμφέροντα των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Όλες οι τράπεζες, ειδικά στις σημερινές συνθήκες, δίνουν συνεχώς «λογαριασμό» στην κοινωνία που τις χρηματοδότησε με πολύ ακριβά δάνεια, με αποτέλεσμα όλες οι θεσμικές παρεμβάσεις ελέγχου να έχουν τεράστια σημασία.
Αυτό που σήμερα επιβεβαιώνεται από τα πρόσφατα γεγονότα με τις διοικήσεις, τόσο της Τράπεζας Πειραιώς όσο και της Εθνικής Τράπεζας, είναι πως οι εντελώς επιφανειακές παρεμβάσεις του ΤΧΣ προκαλούν βαρύτατες παθογένειες, καθώς το μόνο που δείχνει να το ενδιαφέρει είναι ο έλεγχος της στελέχωσης των διοικήσεων των τραπεζών με εξωφρενικά αυστηρά κριτήρια, τα οποία ακόμη και στελέχη που έχουν υπηρετήσει επί δεκαετίες το εγχώριο πιστωτικό σύστημα δύσκολα πληρούν.
Είναι προφανές ότι αυτή η λειτουργία δεν μπορεί να συνεχίσει να είναι ανεκτή.

Η συνέχεια του άρθρου του Ζώη Πεπές μέλους της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ και της Γραμματείας Οικονομικής Πολιτικής, στην epohi.gr

ΠΗΓΗ