Μπλόκο στην υποψηφιότητα Τραμπ, όσον αφορά την εσωκομματική διαδικασία των Ρεπουμπλικάνων, έβαλαν και οι Αρχές της πολιτείας Μέιν, μετά την πρώτη τέτοια απόφαση που έλαβαν πριν από λίγες ημέρες οι Αρχές του Κολοράντο και που σχετίζεται με την εισβολή στο Καπιτώλιο οπαδών του τέως προέδρου στις 6 Ιανουαρίου 2021.
«Το όνομα του Ντόναλντ Τραμπ δεν θα συμπεριληφθεί στα ψηφοδέλτια της εσωκομματικής διαδικασίας των Ρεπουμπλικάνων για την ανάδειξη του υποψηφίου της παράταξης στις προεδρικές εκλογές του 2024» ανακοίνωσαν συγκεκριμένα χθες Πέμπτη,οι Αρχές του Μέιν.
«Δεν είναι κατάλληλος για να ασκήσει το αξίωμα του προέδρου με δεδομένη την 14η τροπολογία του Συντάγματος, η οποία αποκλείει την ανάδειξη σε οποιοδήποτε αξίωμα προσώπων που επιδόθηκαν σε ανταρσία» εξήγησε με επίσημο έγγραφό της η Σένα Μπέλοους, υπουργός Εσωτερικών της πολιτείας Μέιν και αρμόδια για την οργάνωση των εκλογών.
Η απόφαση του Μέιν θα αμφισβητηθεί στη δικαιοσύνη από τον Ντόναλντ Τραμπ, όπως ανακοίνωσαν αμέσως μετά στελέχη της εκστρατείας του, και ενδέχεται να είναι το αντικείμενο τελικής προσφυγής στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ. «Παρακολουθούμε απευθείας απόπειρα κλοπής των εκλογών και στέρησης του δικαιώματος ψήφου κάθε Αμερικανού ψηφοφόρου» ανέφεραν στελέχη του επιτελείου του Τραμπ.
Ο μεγιστάνας -ο οποίος είναι το μεγάλο φαβορί στην εσωκομματική διαδικασία, σύμφωνα με δημοσκοπήσεις- καταδίκασε και προσωπικά την απόφαση που πήρε η αξιωματούχος της -κατ’ αυτόν- «ριζοσπαστικής Αριστεράς», καθότι «θερμή υποστηρίκτρια» του δημοκρατικού προέδρου Τζο Μπάιντεν. Η κυρία Μπέλοους ανήκει στους Δημοκρατικούς.
Υπενθυμίζεται ότι στις 6 Ιανουαρίου 2021 εκατοντάδες οπαδοί του Ντόναλντ Τραμπ εισέβαλαν στο ομοσπονδιακό Καπιτώλιο για να προσπαθήσουν να εμποδίσουν την τυπική επικύρωση του εκλογικού αποτελέσματος του Νοεμβρίου του 2020, δηλαδή της νίκης του Δημοκρατικού αντιπάλου του Τζο Μπάιντεν. Ο Ρεπουμπλικάνος πρώην πρόεδρος και οι πιο παθιασμένοι υποστηρικτές του συνεχίζουν να διατείνονται, χωρίς να παρουσιάζουν καμιά απόδειξη, πως εκείνος ήταν ο νικητής των προεδρικών εκλογών του 2020.
Η ιστορική απαγγελία κατηγοριών σε βάρος του πρώην προέδρου την 1η Αυγούστου σε ομοσπονδιακό επίπεδο και κατόπιν στις 14 Αυγούστου στην Τζόρτζια για τις φερόμενες παράνομες ενέργειές του με σκοπό να επιτύχει την ανατροπή του εκλογικού αποτελέσματος του 2020, άνοιξαν νομικές συζητήσεις για το εάν έχει δικαίωμα να είναι εκ νέου υποψήφιος για το ανώτατο κρατικό αξίωμα και οδήγησαν σε προσφυγές στη δικαιοσύνη αρκετών πολιτειών.
Από τις περίπου 15 τέτοιες διαδικασίες που κινήθηκαν σε διάφορες πολιτείες, οι δύο απορρίφθηκαν – σε Μινεσότα και Μίσιγκαν. Η δικαιοσύνη του Κολοράντο έγινε η πρώτη που αποφάνθηκε πως ο Ντόναλντ Τραμπ δεν μπορεί να είναι υποψήφιος εξαιτίας των πράξεών του και ακολούθησε το Μέιν.