Οι ελληνικές τράπεζες είναι σε σαφώς καλύτερη θέση από ό,τι στο παρελθόν, αναφέρει η η υποδιοικήτρια της Τράπεζας της Ελλάδος Χριστίνα Παπακωνσταντίνου, τονίζοντας ωστόσο ότι υπάρχουν ακόμα σημαντικές προκλήσεις με τις οποίες είναι αντιμέτωπες και αφορούν κυρίως στην περαιτέρω μείωση των κόκκινων δανείων και την εκπλήρωση των φιλόδοξων στόχων που έχουν θέσει σε επίπεδο πιστωτικής επέκτασης.

Αναφερόμενη στη αύξηση των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η κ. Παπακωνσταντίνου υπογράμμισε ότι οι οι ελληνικές τράπεζες ευνοήθηκαν από το ότι η πλειονότητα των δανείων τους έχει συναφθεί με κυμαινόμενο επιτόκιο.

Πρόσθεσε ότι τα τελευταία έτη έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα όσον αφορά την κεφαλαιακή επάρκεια, τη ρευστότητα, την ποιότητα ενεργητικού,  κάτι που αντικατοπτρίζεται και στην εποπτική αξιολόγηση – το περίφημο «SREP score». «Θα έλεγε κανείς ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα έχει επιστρέψει στην κανονικότητα, μέρος της οποίας είναι και η διανομή μερίσματος στους μετόχους των τραπεζών». Η απόφαση αυτή θα ληφθεί αφού υπάρξει πλήρης εικόνα για τα μεγέθη του 2023, συνεκτιμώντας και το τριετές κεφαλαιακό πλάνο των τραπεζών.

Κόκκινα δάνεια

Αναφορικά με κόκκινα δάνεια, παραδέχθηκε ότι ο νέος νόμος που υιοθετήθηκε από το Υπουργείο Οικονομικών -ο οποίος ουσιαστικά ενσωματώνει μια ευρωπαϊκή οδηγία- δίνει πολύ μεγάλη σημασία στα δικαιώματα των δανειοληπτών, ώστε να αντιμετωπίζονται με δίκαιο τρόπο λαμβάνοντας υπόψη την πραγματική οικονομική τους κατάσταση.

«Οι διατάξεις που περιέχει ο νέος νόμος ενισχύουν σημαντικά τις εσωτερικές διαδικασίες των servicers – τα συστήματα εταιρικής διακυβέρνησης, δηλαδή, γεγονός που σημαίνει ότι επιτυγχάνεται καλύτερα η διασφάλιση των δικαιωμάτων των δανειοληπτών», αναφέρει χαρακτηριστικά σε συνέντευξή της στο Capital.

Χαρακτήρισε επίσης, πολύ σημαντική τη δημιουργία ενός πέμπτου τραπεζικού πυλώνα, τόσο για την ενίσχυση του ανταγωνισμού όσο και για να διευκολυνθεί η χρηματοδότηση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Ξεκινώντας τη νέα χρονιά, πώς αξιολογείτε τη θέση στην οποία βρίσκονται σήμερα οι ελληνικές τράπεζες; Ποιες είναι οι – ευκαιρίες αλλά και προκλήσεις που επιφυλάσσει το 2024 για τον κλάδο;

Μέσα στο 2023, τόσο τα χρηματοοικονομικά μεγέθη όσο και οι δείκτες ανθεκτικότητας των ελληνικών τραπεζών βελτιώθηκαν σημαντικά. Αυξήθηκε η οργανική τους κερδοφορία -κυρίως λόγω των αυξημένων εσόδων από τους τόκους- ενώ μειώθηκε το κόστος πιστωτικού κινδύνου. Παράλληλα, έγιναν σοβαρές προσπάθειες εξυγίανσης των δανειακών τους χαρτοφυλακίων –οι οποίες οδήγησαν σε μείωση του συνολικού ποσοστού των μη εξυπηρετούμενων δανείων σε 7,9% σε επίπεδο συστήματος και 5,7% για τις συστημικές τράπεζες το τρίτο τρίμηνο του 2023. Είδαμε, επίσης, ότι εσωτερικά έχει δημιουργηθεί κεφάλαιο από τα αδιανέμητα κέρδη μετά φόρων, γεγονός που συνεπάγεται και βελτίωση της κεφαλαιακής τους επάρκειας. Ταυτόχρονα, βρίσκονται σε πολύ ικανοποιητικά επίπεδα ρευστότητας, παρά το γεγονός ότι έχουν αποπληρώσει ένα σημαντικό μέρος από τα TLTROs.

Συνολικά, λοιπόν, μπορεί να πει κανείς με ασφάλεια ότι οι τράπεζές μας βρίσκονται σήμερα σε καλύτερη κατάσταση για να αντιμετωπίσουν οποιεσδήποτε αναταράξεις μπορεί να δημιουργηθούν. Και αυτό, διότι οι κίνδυνοι και οι προκλήσεις παραμένουν λόγω των επιτοκίων που διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα, των γεωπολιτικών κρίσεων -πόλεμος στην Ουκρανία, συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή- ενώ δεν μπορεί κανείς και να αποκλείσει μια ανατιμολόγηση των περιουσιακών στοιχείων στις διεθνείς αγορές χρήματος η οποία μπορεί να έχει αρνητική επίπτωση και στον μη τραπεζικό χρηματοπιστωτικό τομέα παγκοσμίως. Ειδικά για τις ελληνικές τράπεζες, σημαντικό θέμα αποτελεί και η επίτευξη των στόχων για πιστωτική επέκταση. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχουν περιθώρια για εφησυχασμό, καθώς οι στόχοι που έχουν θέσει είναι αρκετά φιλόδοξοι. Πρόκληση, λοιπόν, για τις τράπεζες είναι να μπορέσουν να τους υλοποιήσουν.

2. Σας προβληματίζει το γεγονός ότι η έκθεση των ελληνικών τραπεζών στα επιτοκιακά κέρδη είναι από τις υψηλότερες στην Ευρωζώνη; Εν όψει και της αποκλιμάκωσης των επιτοκίων από την ΕΚΤ;

Με την αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής που οδήγησε σε αύξηση των επιτοκίων, οι ελληνικές τράπεζες ευνοήθηκαν από το ότι η πλειονότητα των δανείων τους έχει συναφθεί με κυμαινόμενο επιτόκιο. Η βιωσιμότητα της κερδοφορίας τους μεσοπρόθεσμα ωστόσο θα εξαρτηθεί από το βαθμό πιστωτικής επέκτασης και την υλοποίηση των στόχων που προανέφερα. Πρόκειται για ένα ζήτημα το οποίο έχουμε επισημάνει και το παρακολουθούμε, βρίσκεται δηλαδή στο «ραντάρ» μας.

3. Οι συστημικές τράπεζες ισχυρίζονται ότι πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις ώστε το καλοκαίρι να διανείμουν μέρισμα για πρώτη φορά μετά από 16 έτη. Έχει κλείσει το θέμα;

Όπως προανέφερα, τα τελευταία έτη έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα όσον αφορά την κεφαλαιακή επάρκεια, τη ρευστότητα, την ποιότητα ενεργητικού, κ.λπ. Αυτό αντικατοπτρίζεται και στην εποπτική αξιολόγηση – το περίφημο «SREP score». Θα έλεγε κανείς ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα έχει επιστρέψει στην κανονικότητα, μέρος της οποίας είναι και η διανομή μερίσματος στους μετόχους των τραπεζών. Η απόφαση αυτή θα ληφθεί αφού υπάρξει πλήρης εικόνα για τα μεγέθη του 2023, συνεκτιμώντας και το τριετές κεφαλαιακό πλάνο των τραπεζών.

4. Όσον αφορά στην αγορά των κόκκινων δανείων που διαχειρίζονται οι servicers, η οποία αγγίζει σήμερα τα 70 δισ. ευρώ, ποιες παρεμβάσεις ετοιμάζετε σε συνέχεια της νέας νομοθεσίας για το ιδιωτικό χρέος που ψηφίστηκε τον Δεκέμβριο; Τι σημαίνουν αυτές οι αλλαγές για τους «κόκκινους» δανειολήπτες;

Πράγματι, ο νέος νόμος που υιοθετήθηκε από το Υπουργείο Οικονομικών -ο οποίος ουσιαστικά ενσωματώνει μια ευρωπαϊκή οδηγία- δίνει πολύ μεγάλη σημασία στα δικαιώματα των δανειοληπτών, ώστε να αντιμετωπίζονται με δίκαιο τρόπο λαμβάνοντας υπόψη την πραγματική οικονομική τους κατάσταση. Οι διατάξεις που περιέχει ο νέος νόμος ενισχύουν σημαντικά τις εσωτερικές διαδικασίες των servicers – τα συστήματα εταιρικής διακυβέρνησης, δηλαδή, γεγονός που σημαίνει ότι επιτυγχάνεται καλύτερα η διασφάλιση των δικαιωμάτων των δανειοληπτών. Περιλαμβάνει, επίσης, την υποχρέωση διαφάνειας και ενημέρωσης των δανειοληπτών και, αντίστοιχα, ότι για τις καταγγελίες που θα υποβάλλονται θα υπάρχει ενημέρωση και απάντηση στα ερωτήματα που θα τίθενται, με κυρώσεις σε περιπτώσεις που οι υποχρεώσεις αυτές δεν τηρούνται από τους servicers.

Εμείς έχουμε την εξουσιοδότηση να προβούμε σε μια σειρά από κανονιστικές πράξεις προκειμένου να εξειδικεύσουμε αυτά που λέει ο νόμος, βελτιώνοντας το πλαίσιο αδειοδότησης και εποπτείας των servicers. Αυτό σημαίνει ότι οι servicers έχουν την υποχρέωση να υποβάλουν εκ νέου τα στοιχεία του φακέλου τους ώστε να επαναδειοδοτηθούν. Εμείς θα κρίνουμε με βάση τα στοιχεία που θα μας προσκομίσουν και κατά πόσο πληρούνται οι προϋποθέσεις του νέου θεσμικού πλαισίου. Στις περιπτώσεις που δεν πληρούνται, θα λάβουμε τα κατάλληλα μέτρα φτάνοντας, σε ορισμένες περιπτώσεις, και στην ανάκληση της άδειάς τους.

Είναι πολύ σημαντικό να γίνει ένα ξεκαθάρισμα στον κλάδο -αυτό είναι ένα έργο πολύ σημαντικό και για εμάς. Έχουμε θέσει μια προθεσμία έως τα τέλη Μαρτίου για να στείλουν οι servicers όλα τα στοιχεία και, στο μεταξύ, εμείς θα εκδώσουμε το κανονιστικό πλαίσιο που ορίζει τις λεπτομέρειες. Κατόπιν θα προβούμε στην αξιολόγηση των στοιχείων ώστε έως τον Ιούνιο να έχει ξεκαθαρίσει πλήρως το τοπίο. Στόχος του συνολικού πλαισίου είναι να πετύχουμε αποτελεσματικότερη λειτουργία των servicers επ΄ωφελεία των δανειοληπτών. Το ζητούμενο, δηλαδή, είναι οι οφειλέτες να εξυπηρετούν τις υποχρεώσεις τους με τον καλύτερο τρόπο και, γιατί όχι, κάποιοι από αυτούς, με βάση ορισμένα κριτήρια να δανειοδοτηθούν εκ νέου από το τραπεζικό τομέα και να συνεχίσουν τις δραστηριότητές τους.

5. Σε πρόσφατη συνέντευξή της στο Capital.gr, η Elizabeth McCaul, μέλος του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, τάχθηκε θετικά υπέρ της επιστροφής των «θεραπευμένων» δανείων στο τραπεζικό σύστημα, εφόσον πληρούνται συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Πώς βλέπετε αυτή την προοπτική;

Οι τράπεζές μας έχουν δύο πολύ βασικούς στόχους: ο ένας είναι να μπορέσουν να προβούν σε περαιτέρω μείωση των κόκκινων δανείων καθώς έχουν κάνει σημαντική πρόοδο αλλά υπολείπονται ακόμα του ευρωπαϊκού μέσου όρου, και ο δεύτερος είναι η διεύρυνση της πιστωτικής επέκτασης. Η επιστροφή των δανείων που έχουν περάσει σε εξυπηρετούμενο στάδιο στον τραπεζικό τομέα θα συμβάλει προς αυτή την κατεύθυνση. Είναι σημαντικό, όμως, αυτό να γίνει με πολύ αυστηρές προϋποθέσεις και με τέτοιο τρόπο ώστε να μην δημιουργηθούν εκ νέου τα προβλήματα του παρελθόντος. Το σχετικό κανονιστικό πλαίσιο υπάρχει και αυτό που επίσης είναι πολύ σημαντικό είναι να υπάρξουν ο σωστός έλεγχος και τα κατάλληλα εργαλεία ώστε να ελέγχεται η εφαρμογή αυτών των κανονιστικών υποχρεώσεων. Από την άλλη πλευρά, αυτό που λέμε τόσο εμείς όσο και ο SSM είναι ότι θα πρέπει να βρισκόμαστε διαρκώς σε επαγρύπνηση και να κινούμαστε πολύ προσεκτικά δεδομένης της τεράστιας προσπάθειας που έχει γίνει για να φτάσουμε εδώ σήμερα.

6. Πώς βλέπετε την ενίσχυση του πέμπτου -μη συστημικού- τραπεζικού πυλώνα; Η Attica Bank και η Παγκρήτια σκοπεύουν τις επόμενες εβδομάδες να καταθέσουν αίτημα συγχώνευσης. Πόσο σύνθετη/χρονοβόρα είναι μια τέτοια συναλλαγή στο σημερινό εποπτικό πλαίσιο, δεδομένου ότι έχουμε πολλά χρόνια να δούμε συγχώνευση τραπεζών στην Ελλάδα;

Η δημιουργία ενός πέμπτου τραπεζικού πυλώνα είναι πολύ σημαντική, τόσο για την ενίσχυση του ανταγωνισμού όσο και για να διευκολυνθεί η χρηματοδότηση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Εμείς αποδίδουμε πολύ μεγάλη σημασία στη διεύρυνση του ανταγωνισμού και στη δυνατότητα οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις να έχουν περισσότερες ευκαιρίες χρηματοδότησης. Αναμφίβολα, η συγχώνευση δύο τραπεζών είναι μια πολύ σύνθετη συναλλαγή που απαιτεί συντονισμό και συνοχή πολλών παραγόντων, την αξιολόγηση των επιχειρηματικών σχεδίων και, φυσικά, τις σωστές ενέργειες για τη μείωση του χαρτοφυλακίου των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Στο πλαίσιο αυτό είναι πολύ σημαντικός ο ρόλος του Ηρακλή και η αξιοποίησή του και από τις μη συστημικές τράπεζες θα είναι πολύ επωφελής.

7. Τον Οκτώβριο -λίγες ημέρες πριν την επίσκεψη του ΔΣ στην Αθήνα- η ΕΚΤ έκανε σημαντικές ανακοινώσεις για το ψηφιακό ευρώ. Πόσο κοντά ή μακριά είμαστε από το να έχουμε ψηφιακό ευρώ στο -ψηφιακό- πορτοφόλι μας; Και τι σημαίνει αυτό για τις καθημερινές μας συναλλαγές; Θα μειωθεί, για παράδειγμα, το κόστος της μεταφοράς χρημάτων μεταξύ ιδιωτών/επιχειρήσεων;

Τον Οκτώβριο του 2023 ολοκληρώθηκε το στάδιο της διαβούλευσης που είχε ξεκινήσει η ΕΚΤ για το ψηφιακό ευρώ και ξεκίνησε το στάδιο της προετοιμασίας. Μετά από δύο χρόνια, δηλαδή τον Οκτώβριο του 2025, θα αποφασιστεί το εάν θα συνεχιστεί η προετοιμασία. Αυτή τη στιγμή στο Συμβούλιο της ΕΕ συζητείται το νομοθετικό πλαίσιο που θα διέπει τη λειτουργία του ψηφιακού ευρώ. Εφόσον αποφασιστεί η υλοποίησή του, αυτό σημαίνει μια σειρά από σημαντικά πλεονεκτήματα για τις καθημερινές μας συναλλαγές.

Καταρχάς, να πούμε ότι το ψηφιακό ευρώ είναι σαν τα μετρητά, δηλαδή διασφαλίζεται το απόρρητο των συναλλαγών. Όσον αφορά στη χρήση του, θα μπορεί κανείς να φορτίζει το ψηφιακό του πορτοφόλι με το ψηφιακό ευρώ, να κάνει πληρωμές από τον λογαριασμό σε ψηφιακό ευρώ ή ακόμη και με πλαστικό χρήμα -δηλαδή με κάρτα σαν αυτές που χρησιμοποιούμε σήμερα. Θα επιτρέπονται οι μεταφορές ποσών μεταξύ φυσικών προσώπων, οι πληρωμές προς το Δημόσιο, οι πληρωμές από και προς επιχειρήσεις κ.λπ. Οι βασικές συναλλαγές θα είναι δωρεάν και θα γίνονται εντός δευτερολέπτων. Επίσης, υπάρχει μέριμνα ώστε το ψηφιακό ευρώ να μπορεί να χρησιμοποιείται και εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αυτό που δεν πρέπει να ξεχνούμε, τέλος, είναι ότι το ψηφιακό ευρώ έρχεται για να συμβάλει στον εκσυγχρονισμό και τη διευκόλυνση των συναλλαγών λιανικής και όχι για να λειτουργήσει ως μέσο αποταμίευσης. Πάνω απ’ όλα, δηλαδή, στόχος είναι να βελτιωθούν οι καθημερινές συναλλαγές του πολίτη.