Το έλλειμμα του εξωτερικού ισοζυγίου της Ελλάδας, μετά τη μεγάλη διεύρυνση που σημείωσε την 3ετία 2020-2022 κυρίως λόγω της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης, βελτιώθηκε το 2023, εντούτοις παρέμεινε σε πολύ υψηλότερα επίπεδα σε σύγκριση με την προ πανδημίας περίοδο, σημειώνουν οι αναλυτές της Eurobank στο report τους με τίτλο 7 ημέρες οικονομία.
Όπως επισημαίνουν, την περασμένη εβδομάδα η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) δημοσίευσε τα στοιχεία του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών για τον μήνα Δεκ-23. Η εν λόγω μεταβλητή αποτελείται από 4 επί μέρους ισοζύγια: των αγαθών, των υπηρεσιών, των πρωτογενών εισοδημάτων και των δευτερογενών εισοδημάτων.
Το άθροισμά τους δείχνει τη διαφορά ανάμεσα στις εισπράξεις και τις πληρωμές από συναλλαγές που πραγματοποιεί μια οικονομία με άλλες οικονομίες του εξωτερικού για αγορά και πώληση αγαθών και υπηρεσιών, για εισόδημα από εργασία και επενδύσεις και για μονομερείς μεταβιβάσεις κεφαλαίων. Οι εισπράξεις -π.χ. οι δαπάνες για καταλύματα και εστίαση των ξένων τουριστών στην Ελλάδα- καταγράφονται ως πιστωτική εγγραφή στους λογαριασμούς καθότι συνεπάγονται την εισροή κεφαλαίων από την αλλοδαπή, ενώ οι πληρωμές -π.χ. αγορές καυσίμων των ελληνικών επιχειρήσεων από το εξωτερικό- καταγράφονται ως χρεωστική εγγραφή στους λογαριασμούς καθότι συνεπάγονται την εκροή κεφαλαίων προς την αλλοδαπή.
Ισοδύναμα, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών δείχνει τη διαφορά ανάμεσα στην εθνική αποταμίευση και τη συνολική επένδυση (πάγια + μεταβολή αποθεμάτων). Όταν είναι ελλειμματικό, το σύνολο των εισπράξεων υπολείπεται των αντίστοιχων πληρωμών και η εθνική αποταμίευση είναι μικρότερη από τις επενδύσεις, με αποτέλεσμα η οικονομία να αντλεί κεφάλαια από την αλλοδαπή (π.χ. δανεισμός, ξένες άμεσες επενδύσεις κ.α.) για να καλύψει το κενό (μείωση των καθαρών ξένων περιουσιακών στοιχείων που ανήκουν σε εγχώριους φορείς).
Αντιθέτως, όταν είναι πλεονασματικό, το σύνολο των εισπράξεων υπερβαίνει τις αντίστοιχες πληρωμές και η εθνική αποταμίευση είναι μεγαλύτερη από τις επενδύσεις, με αποτέλεσμα η οικονομία να διοχετεύει κεφάλαια προς την αλλοδαπή (αύξηση των καθαρών ξένων περιουσιακών στοιχείων που ανήκουν σε εγχώριους φορείς).
Βάσει της πρόσφατης πρόβλεψης του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) για το ονομαστικό ΑΕΠ της Ελλάδας το 2023 (€221,6 δισεκ.), το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών διαμορφώθηκε στο 6,4% του ΑΕΠ από 10,3% το 2022 (υψηλό 13 ετών!).3 Ποιοι παράγοντες οδήγησαν σε αυτό το αποτέλεσμα; Ακολουθούν τα αποτελέσματα των 4 ισοζυγίων που συνθέτουν το εξωτερικό ισοζύγιο. Αποδεικνύεται ότι η μείωση των πληρωμών για καύσιμα, κυρίως λόγω της πτώσης των τιμών της ενέργειας, και η αύξηση των εισπράξεων για ταξιδιωτικές υπηρεσίες εξαιτίας της συνεχιζόμενης ανάκαμψης του τουρισμού, οδήγησαν στη μείωση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών το 2023.
Αντιθέτως, η αύξηση των πληρωμών για εισόδημα από τόκους, μερίσματα και κέρδη, δηλαδή από επενδύσεις που πραγματοποιούν φορείς του εξωτερικού στην ελληνική οικονομία, αντιστάθμισε σε έναν βαθμό την παραπάνω βελτίωση.
Ισοζύγιο Αγαθών (-€32,4 δισεκ. το 2023 από -€39,6 δισεκ. το 2022)
Το ισοζύγιο αγαθών (balance of goods) αποτελείται από 3 επί μέρους ισοζύγια: των καυσίμων, των πλοίων και των αγαθών χωρίς καύσιμα και πλοία. Το 2023, το ισοζύγιο αγαθών κατέγραψε έλλειμμα €32,4 δισεκ., μικρότερο κατά €7,1 δισεκ. ή 18,1% σε σχέση με το περασμένο έτος.
Η συνιστώσα των καυσίμων είχε μακράν τη μεγαλύτερη συνεισφορά σε αυτό το αποτέλεσμα (κατά 89,1%), καθότι οι πληρωμές προς το εξωτερικό για αγορές καυσίμων μειώθηκαν κατά €9,7 δισεκ. ή 31,4%, ξεπερνώντας την αντίστοιχη μείωση των εισπράξεων από το εξωτερικό για πωλήσεις καυσίμων (€3,3 δισεκ. ή 18,9%). Σε ό,τι αφορά το ισοζύγιο αγαθών χωρίς καύσιμα και πλοία, η μείωση των πληρωμών ήταν ελαφρώς μεγαλύτερη από την αντίστοιχη μείωση των εισπράξεων, με αποτέλεσμα τη συρρίκνωση του ελλείμματος κατά €0,6 δισεκ. ή 2,2%. Η αποκλιμάκωση των τιμών της ενέργειας, η συσσώρευση αποθεμάτων το προηγούμενο έτος (π.χ. για λόγους ασφαλείας λόγω του πολέμου στην Ουκρανία και της ενεργειακής κρίσης), ο ήπιος χειμώνας και η επιβράδυνση της μεταπανδημικής ζήτησης ερμηνεύουν τα παραπάνω αποτελέσματα.
Ισοζύγιο Υπηρεσιών (+€21,7 δισεκ. το 2023 από +€19,4 δισεκ. το 2022)
Το ισοζύγιο υπηρεσιών (balance of services) αποτελείται από 3 επί μέρους ισοζύγια: το ταξιδιωτικό, των μεταφορών και των λοιπών υπηρεσιών. Το 2023, το ισοζύγιο υπηρεσιών σημείωσε πλεόνασμα €21,7 δισεκ., υψηλότερο κατά €2,3 δισεκ. ή 12,1% σε σχέση με το περασμένο έτος. Κυρίαρχο ρόλο σε αυτό το αποτέλεσμα έπαιξε η ενίσχυση του ταξιδιωτικού πλεονάσματος λόγω της ανάκαμψης του τουριστικού κλάδου, σε μια χρονιά μάλιστα με ισχνούς ρυθμούς μεγέθυνσης για οικονομίες (με εξαίρεση τις ΗΠΑ) που αποτελούν σημαντικούς αγοραστές των ελληνικών τουριστικών υπηρεσιών (π.χ. Ευρωζώνη και Ηνωμένο Βασίλειο).
Αναλυτικά, τα ταξιδιωτικά έσοδα διαμορφώθηκαν στα €20,5 δισεκ. -το υψηλότερο επίπεδο σε τρέχουσες τιμές από τότε που υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία (2002)– σημειώνοντας ετήσια άνοδο 15,7% ή €2,8 δισεκ. Θετική ήταν η συνεισφορά της συνιστώσας των αφίξεων και αρνητική της συνιστώσας της δαπάνης ανά ταξιδιώτη.4 Το σύνολο των αφίξεων ανήλθε σε 32,7 εκατ. ταξιδιώτες από 27,8 εκατ. ταξιδιώτες το 2022 (+2,6 εκατ. ταξιδιώτες ή +15,6% από την ΕΕ-27 και +2,3 εκατ. ταξιδιώτες ή +20,8% από χώρες εκτός ΕΕ-27), ενώ η δαπάνη ανά ταξιδιώτη μειώθηκε στα €603,3 από €620,0 το 2022. Τέλος, το 2023, τα ταξιδιωτικά έσοδα, οι ταξιδιωτικές αφίξεις και η δαπάνη ανά ταξιδιώτη ξεπέρασαν τα προ πανδημίας επίπεδα κατά 12,5%, 4,4% και 7,0% αντίστοιχα. Η ενίσχυση της δαπάνης ανά ταξιδιώτη οφείλεται σε έναν βαθμό στην ενίσχυση του επιπέδου των τιμών. Ενδεικτικά, ο Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (ΕνΔΤΚ) της κατηγορίας των ξενοδοχείων και εστιατορίων σημείωσε σωρευτική αύξηση 13,6% την 4ετία 2020-2023.5
Ισοζύγιο Πρωτογενών Εισοδημάτων (-€4,8 δισεκ. το 2023 από -€0,8 δισεκ. το 2022)
Το ισοζύγιο πρωτογενών εισοδημάτων (balance of primary incomes) αποτελείται από 3 επί μέρους ισοζύγια: το ισοζύγιο αμοιβών και μισθών, το ισοζύγιο τόκων, μερισμάτων και κερδών και το ισοζύγιο λοιπών πρωτογενών εισοδημάτων. Το 2023, το ισοζύγιο πρωτογενών εισοδημάτων παρουσίασε έντονη επιδείνωση. Από έλλειμμα €0,8 δισεκ. το 2022 διαμορφώθηκε σε έλλειμμα €4,8 δισεκ. το 2023. Η εν λόγω μεταβολή προήλθε από την αύξηση των πληρωμών για τόκους, μερίσματα και κέρδη κατά €6,3 δισεκ. η οποία υπεραντιστάθμισε την αντίστοιχη αύξηση των εισπράξεων κατά €2,1 δισεκ., με αποτέλεσμα τη χειροτέρευση του ισοζυγίου κατά €4,2 δισεκ. (βλέπε Σχήματα 2.1 και 2.2). Η εκροή κεφαλαίων προς την αλλοδαπή υπό τη μορφή τόκων, μερισμάτων και κερδών αποτελεί εισόδημα φορέων του εξωτερικού που έχουν επενδύσει στην ελληνική οικονομία, δηλαδή που έχουν στην κατοχή τους εγχώρια περιουσιακά στοιχεία.
Ισοζύγιο Δευτερογενών Εισοδημάτων (+€1,3 δισεκ. το 2023 από -€0,3 δισεκ. το 2022)
Το ισοζύγιο δευτερογενών εισοδημάτων (balance of secondary incomes) αποτελείται από 2 επί μέρους ισοζύγια: το ισοζύγιο γενικής κυβέρνησης (μονομερείς μεταβιβάσεις κεφαλαίων προς και από το εξωτερικό) και το ισοζύγιο λοιπών τομέων. Το 2023, το ισοζύγιο δευτερογενών εισοδημάτων κατέγραψε βελτίωση από έλλειμμα €0,3 δισεκ. το 2022 σε πλεόνασμα €1,3 δισεκ. το 2023. Η προαναφερθείσα αύξηση πηγάζει κυρίως από το ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης το οποίο από έλλειμμα €0,4 δισεκ. το 2022 ανήλθε σε πλεόνασμα €0,9 δισεκ. το 2023. Η εκταμίευση πόρων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο πλαίσιο των δόσεων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας -σκέλος επιχορηγήσεων- είχε θετική συνεισφορά σε αυτό το αποτέλεσμα.
Εν κατακλείδι, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών στην Ελλάδα συρρικνώθηκε σε ετήσια βάση κατά περίπου 4 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ το 2023, εντούτοις παρέμεινε σε σχετικά υψηλά επίπεδα. Το εν λόγω αποτέλεσμα προήλθε από την πτώση των τιμών της ενέργειας και την άνοδο των τουριστικών εισπράξεων.
Αντιθέτως, οι αυξημένες πληρωμές για τόκους, μερίσματα και κέρδη προς το εξωτερικό αντιστάθμισαν σε έναν βαθμό το παραπάνω θετικό αποτέλεσμα. Όπως έχουμε αναφέρει σε παλαιότερο τεύχος του δελτίου 7 Ημέρες Οικονομία, η περαιτέρω συρρίκνωση του εξωτερικού ελλείμματος της Ελλάδας συνδέεται με την ενίσχυση: 1ον, της διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας, 2ον, των επενδύσεων σε εξωστρεφείς κλάδους και 3ον, της εθνικής αποταμίευσης.