Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα μειώσει το κόστος δανεισμού την άνοιξη, με τον Ιούνιο να είναι πιθανότερο από τον Απρίλιο για μια πρώτη κίνηση, δήλωσε ο διοικητής της Τράπεζας της Γαλλίας Φρανσουά Βιλερουά ντε Γκαλό.
«Πιθανότατα θα μειώσουμε τα επιτόκια την άνοιξη και η άνοιξη στην Ευρώπη είναι από τον Απρίλιο έως τις 21 Ιουνίου», δήλωσε ο Βιλερουά στο ραδιόφωνο France Info. «Είναι ίσως πιο πιθανό τον Ιούνιο – είμαστε πολύ ρεαλιστές και θα δούμε ανάλογα με τα δεδομένα».
Η ΕΚΤ έχει προγραμματίσει αποφάσεις πολιτικής για τις 11 Απριλίου και τις 6 Ιουνίου, με τη συντριπτική πλειονότητα των συναδέλφων του Βιλερουά να υποδεικνύει ότι στη δεύτερη συνεδρίαση είναι πιθανό να αρχίσει η μείωση του επιτοκίου καταθέσεων από το σημερινό ρεκόρ του 4%, όπως μεταδίδει το Bloomberg.
Σε ξεχωριστή ανάρτηση στο blog του την Τετάρτη, ο Λετονός συνάδελφός του – ο Μάρτιν Κάζακς – ανέφερε ότι αν η οικονομία της ευρωζώνης «ακολουθεί κατά προσέγγιση» τις προβλέψεις της ΕΚΤ, «τότε η απόφαση για την έναρξη της μείωσης των επιτοκίων θα μπορούσε να ληφθεί μέσα στις επόμενες συνεδριάσεις».
Ο Βέλγος ομόλογός τους Pierre Wunsch ήταν λιγότερο συγκεκριμένος, αναγνωρίζοντας απλώς ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει τελικά να μειώσουν τα επιτόκια χωρίς να είναι απολύτως βέβαιοι ότι ο πληθωρισμός επιστρέφει στον στόχο του 2%.
Τα σχόλια του Βιλερουά ήρθαν καθώς η Τράπεζα της Γαλλίας μείωσε την πρόβλεψή της για το 2024 για την αύξηση των υποκείμενων τιμών – ένα μέτρο που δεν περιλαμβάνει τα τρόφιμα και την ενέργεια – σε 2,4% από 2,8% τον Δεκέμβριο.
«Όσον αφορά τον πληθωρισμό, η νίκη είναι πραγματικά ορατή», δήλωσε ο Βιλερουά.
Ο Καζάκς ακούστηκε επίσης αισιόδοξος, λέγοντας ότι «ο δράκος του πληθωρισμού είναι καθηλωμένος στο έδαφος, λίγο ακόμα και θα νικηθεί».
Τα σημάδια οικονομικής αδυναμίας θα μπορούσαν να ενισχύσουν την υπόθεση της μείωσης των επιτοκίων. Η ΕΚΤ μείωσε ήδη την περασμένη εβδομάδα την πρόβλεψή της για την ανάπτυξη το 2024, με την πρόεδρο Κριστίν Λαγκάρντ να λέει ότι οι προοπτικές προς το παρόν είναι «υποτονικές».
Τα στοιχεία της Τετάρτης έδειξαν ότι η βιομηχανική παραγωγή της ζώνης του ευρώ υποχώρησε στην αρχή του έτους, επιβαρύνοντας την επέκταση το πρώτο τρίμηνο.