Ως ένα αναμφισβήτητο success story χαρακτήρισε την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας κατά την ομιλία του σε εκδήλωση στο LSE, επισημαίνοντας ωστόσο μια σειρά από εκκρεμότητες που πρέπει να διευθετηθούν προκειμένου η ελληνική οικονομία να καταστεί μακροπρόθεσμα ανταγωνιστική.

Αναλυτικά, ο πρόεδρος της ΤτΕ υπογράμμισε ότι το ελληνικό success story επιβεβαιώνεται, μεταξύ άλλων, από την πρόσφατη ανάκτηση πιστοληπτικής αξιολόγησης στην επενδυτική κατηγορία. «Στην πραγματικότητα, οι διαφορές αποδόσεων των ομολόγων και άλλες παράμετροι ήταν συμβατές με πιστοληπτική αξιολόγηση στην επενδυτική κατηγορία ακόμη και πριν από την επίσημη αναβάθμιση της Ελλάδος. Μεσοπρόθεσμα, ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης αναμένεται να είναι σημαντικά υψηλότερος από το μέσο ρυθμό της ευρωζώνης. Τα σοβαρά δημοσιονομικά προβλήματα, η βιωσιμότητα του χρέους, καθώς και ζητήματα αναδιάρθρωσης και ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, έχουν αντιμετωπιστεί επιτυχώς», σημείωσε.

Υπενθύμισε ότι «το δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του 2000 η ασύνετη δημοσιονομική πολιτική και η απώλεια ανταγωνιστικότητας δημιούργησαν τεράστια ”δίδυμα ελλείμματα” και χρηματοδοτικά προβλήματα, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να βρεθεί στο επίκεντρο της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, με τις αγορές και τους αναλυτές να προβλέπουν, τόσο το 2012 όσο και το 2015, την έξοδο της Ελλάδος από το ευρώ (Grexit)»

Υπό αυτό το πρίσμα, το ελληνικό success story – κατά τον Γιάννη Στουρνάρα – βασίστηκε στους ακόλουθους παράγοντες:

  1. Επώδυνη εγχώρια δημοσιονομική και διαρθρωτική προσαρμογή κατά τη διάρκεια των τριών προγραμμάτων προσαρμογής.
  2. Ισχυρή βούληση για παραμονή της χώρας στη ζώνη του ευρώ.
  3. Γενναιόδωρη αναχρηματοδότηση χρέους με πολύ ευνοϊκούς όρους.
  4. Εξαίρεση (waiver) των ελληνικών ομολόγων από τα κριτήρια επιλεξιμότητας του Ευρωσυστήματος ‒ αυτό δεν χρειάζεται πλέον από τη στιγμή που η Ελλάδα απέκτησε πιστοληπτική αξιολόγηση στην επενδυτική κατηγορία.
  5. Γενναιόδωρη στήριξη από το ευρωπαϊκό μέσο ανάκαμψης NGEU(RRF).
  6. Τα τελευταία χρόνια ασκούνται ορθόδοξες δημοσιονομικές, χρηματοπιστωτικές και διαρθρωτικές πολιτικές.

Οι παρεμβάσεις στον χρηματοπιστωτικό τομέα

Στον χρηματοπιστωτικό τομέα οι παρεμβάσεις που έχουν πραγματοποιηθεί έχουν διαμορφώσει την παρακάτω εικόνα:

1)    Τράπεζες

Στις τράπεζες έχει σημειωθεί εντυπωσιακή πρόοδος με τον δείκτη των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων να υποχωρεί στο 6,6% από 49% το 2016 (έναντι 1,8% στην ΕΕ). Καταγράφουν αυξημένη κερδοφορία, οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας κινούνται πάνω από τα ελάχιστα εποπτικώς απαιτούμενα επίπεδα, υπάρχει επαρκής ρευστότητα και ισχυρή εποπτεία, ενώ γίνονται συχνές ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων. Ο διοικητής της ΤτΕ σημείωσε ακόμα ότι ο επιτοκιακός κίνδυνος είναι διαχειρίσιμος, και η έκθεση στον τομέα των επαγγελματικών ακινήτων και σε άλλους κινδύνους αγοράς περιορισμένη. Υπάρχει ακόμα στήριξη από τον RRF και από την Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα, ενώ καταγράφεται μεγάλη διαφορά μεταξύ επιτοκίων καταθέσεων και επιτοκίων χορηγήσεων.

Η αποεπένδυση του ΤΧΣ έχει καταγράψει σημαντική πρόοδο, με πολύ θετικά αποτελέσματα: Η συμφωνία UniCredit-Alpha Bank είναι μια ακόμη ένδειξη επιστροφής στην κανονικότητα και η ιδιωτικοποίηση της ΕΤΕ ήταν μια απροσδόκητη επιτυχία. Το ισχυρό επενδυτικό ενδιαφέρον διευκόλυνε την επιτυχή αποεπένδυση της συμμετοχής του ΤΧΣ (27%) στην Τράπεζα Πειραιώς. Οι τράπεζες έχουν πλέον πλήρη πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές.

Η αναδιάρθρωση και οι αυξήσεις κεφαλαίου των λιγότερο σημαντικών ιδρυμάτων βρίσκονται σε εξέλιξη, με ακρογωνιαίο λίθο τη συγχώνευση μεταξύ Τράπεζας Αττικής και Παγκρήτιας Τράπεζας που αναμένεται στο γ’ τρίμηνο του 2024.

Από την άλλη πλευρά όμως υπάρχουν και προβλήματα, όπως η δραστική αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής, οι περιοριστικότερες χρηματοπιστωτικές συνθήκες, τα νέα Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια, η ποιότητα κεφαλαίου (οριστικές και εκκαθαρισμένες αναβαλλόμενες  φορολογικές απαιτήσεις (DTC) 53,6% του κεφαλαίου CET 1), η έλλειψη ομοιογενούς πλαισίου διαχείρισης κρίσεων στην Ευρώπη, η έλλειψη συστήματος ασφάλισης καταθέσεων (EDIS).

2)    Ιδιωτική ασφάλιση:

Στον τομέα της ιδιωτικής ασφάλισης η κεφαλαιακή βάση είναι πολύ ισχυρή (κεφαλαιακή απαίτηση φερεγγυότητας ‒ SCR: 2,1 δισεκ. ευρώ, έναντι επιλέξιμων ιδίων κεφαλαίων 3,7 δισεκ. ευρώ, δείκτης SCR 1,8) με βάση τα στοιχεία δ΄ τριμήνου 2023.

Σημαντικό θετικό παράγοντα αποτελούν τα ακαθάριστα εγγεγραμμένα ασφάλιστρα περίπου 2,3% του ΑΕΠ, έναντι 8,0% στην ΕΕ, με στοιχεία δ΄ τριμήνου 2022.

Στις προκλήσεις περιλαμβάνονται:

–          Το κενό ασφαλιστικής κάλυψης αναφορικά με φυσικές καταστροφές (π.χ. σεισμούς, πλημμύρες, πυρκαγιές), υγεία, συντάξεις. Η κυβέρνηση έχει ήδη δρομολογήσει μέτρα για την κάλυψη του κενού ασφάλισης έναντι φυσικών καταστροφών (φορολογικά κίνητρα και υποχρεωτική ασφάλιση για τις ΜμΕ).

–          Η κλιματική αλλαγή, ο ψηφιακός μετασχηματισμός καθώς και απειλές στον τομέα της κυβερνοασφάλειας.

Επενδυτικές ευκαιρίες

Όσον αφορά τις Ξένες Άμεσες Επενδύσεις, αυτές ανήλθαν στο 3,1% του ΑΕΠ το 2021, στο 3,6% το 2022 και στο 2,0% το 2023, από 1,7% προηγουμένως (2015-2020). Από το Ταμείο Ανάκαμψης και τα Διαρθρωτικά Ταμεία της ΕΕ πρόκειται να εισρεύσουν 65 δισεκ. ευρώ την πενταετία 2024-2028.

Ο λόγος επενδύσεων προς ΑΕΠ ανήλθε στο 14,3% το 2023, από 16,6 % το 2010. Οι επιχειρηματικές επενδύσεις έχουν ανακάμψει πλήρως και έχουν επανέλθει στα προ του 2010 επίπεδα. Ωστόσο, ο λόγος των συνολικών επενδύσεων προς το ΑΕΠ εξακολουθεί να υπολείπεται του αντίστοιχου της ΕΕ (22,0%), κυρίως λόγω της μείωσης των επενδύσεων σε κατοικίες την τελευταία δεκαετία, οι οποίες όμως ανακτούν πολύ γρήγορα το χαμένο έδαφος. Η χρηματοδότηση μέσω του RRF θα συμβάλει στην αύξηση του λόγου επενδύσεων προς ΑΕΠ ώστε να συγκλίνει προς το μέσο όρο της ΕΕ. Η πλήρης υλοποίηση των επενδύσεων του RRF και των συναφών μεταρρυθμίσεων αναμένεται να αυξήσει το ΑΕΠ κατά 10% την επόμενη δεκαετία, με βάση οικονομετρικές εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος.

Στο ερώτημα αν αυτό θα δημιουργήσει ένα μη βιώσιμο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών η απάντηση είναι όχι, στο βαθμό που οι δραστικές μεταρρυθμίσεις θα ενισχύσουν την παραγωγική ικανότητα στους τομείς των εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών, η ανταγωνιστικότητα θα συνεχίσει να βελτιώνεται και θα υπάρχουν επαρκή δημοσιονομικά αποθέματα ασφαλείας. Σε κάθε περίπτωση, είναι αναγκαίο οι ΞΑΕ να αυξηθούν ακόμη περισσότερο, ιδιαίτερα σε περιόδους υψηλών ελλειμμάτων στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.

Μελλοντικές προκλήσεις:

Όσον αφορά τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία, ο διοικητής της ΤτΕ επεσήμανε ότι παρά τη μείωση του σχετικού κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος και των σχετικών τιμών, η οποία συνεπάγεται βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, η διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα παραμένει χαμηλή, λόγω διαρθρωτικών δυσκαμψιών.

Συνοπτικά αυτές είναι: Καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης, γραφειοκρατία, υστέρηση σε βασικές υποδομές, καθυστέρηση στην ολοκλήρωση του εθνικού κτηματολογίου και του χωροταξικού πλαισίου, χαμηλή συμμετοχή των γυναικών και των νέων στην αγορά εργασίας και παράλληλα αναντιστοιχίες μεταξύ προσφερόμενων/ζητούμενων δεξιοτήτων, αυξημένη στενότητα στην αγορά εργασίας, δυσμενείς δημογραφικές εξελίξεις, φοροδιαφυγή, αδυναμίες στο «τρίγωνο της γνώσης» (εκπαίδευση-έρευνα-καινοτομία), ολιγοπώλια (π.χ. τρόφιμα, καύσιμα, τράπεζες, ιδιωτική νοσοκομειακή περίθαλψη).

Αυτές οι διαρθρωτικές δυσκαμψίες λειτουργούν ανασχετικά στην παραγωγική ικανότητα, τη δυνητική ανάπτυξη και την αύξηση της συνολικής παραγωγικότητας των συντελεστών παραγωγής.

Όσο για τους εξωγενείς παράγοντες με αρνητικές επιδράσεις, αυτοί είναι η αβεβαιότητα σε παγκόσμιο επίπεδο, οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι, οι τάσεις στασιμοπληθωρισμού, τα επεισόδια χρηματοπιστωτικής αστάθειας και τα προβλήματα δημόσιου χρέους. Η διαφορά επιτοκίου-ρυθμού ανάπτυξης (snowball effect) πιθανότατα θα διαδραματίσει κυρίαρχο ρόλο παγκοσμίως την προσεχή περίοδο.

Θετικά από την άλλη πλευρά επιδρά το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο που διαμορφώνεται στην Ευρώπη.

Προτάσεις πολιτικής

Στο τέλος της ομιλίας του, ο διοικητής της ΤτΕ παρουσίασε μια σειρά προτάσεων πολιτικής.

Συγκεκριμένα:

  1. Εξάλειψη των προαναφερόμενων δυσκαμψιών, βελτίωση της διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας και ενίσχυση του ανταγωνισμού.
  2. Πρωτογενές πλεόνασμα γενικής κυβέρνησης στο 2% σε κυκλικά διορθωμένους όρους.
  3. Δημιουργία πρόσθετων δημοσιονομικών αποθεμάτων ασφαλείας για απρόβλεπτα γεγονότα και κλιματικές κρίσεις.
  4. Επιτάχυνση δράσεων για την εξοικονόμηση ενέργειας και την πράσινη μετάβαση.
  5. Υποκατάσταση των εισαγωγών, που είναι εξίσου σημαντική για την προώθηση των εξαγωγών.
  6. Μέγιστη δυνατή παραγωγική αξιοποίηση των κονδυλίων της ΕΕ και αύξηση των ΞΑΕ.

Κύριος στόχος των παραπάνω κινήσεων είναι να επιτευχθεί πραγματική σύγκλιση χωρίς μακροοικονομικές ανισορροπίες. Βασική πρόκληση για το επόμενο διάστημα θα αποτελέσει η αξιοποίηση της πιστοληπτικής αξιολόγησης στην επενδυτική κατηγορία και επιτάχυνση της πορείας προς περαιτέρω αναβαθμίσεις.