Στις 22 Απριλίου θα βρίσκεται στην Αθήνα η τουρκική αποστολή για τον επόμενο γύρο των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ), ενώ θα ακολουθήσει στις 26 Απριλίου η συνάντηση για τη θετική ατζέντα που θα γίνει στην Κωνσταντινούπολη, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές.
Όπως επεσήμαναν οι ίδιες πηγές, δεν έχει οριστεί ακριβής χρόνος για το πρόγραμμα επίσκεψης του Έλληνα πρωθυπουργού στην Τουρκία, αλλά εκτιμάται ότι θα γίνει στα μέσα Μαΐου.
Μέχρι στιγμής δεν έχει υπάρξει συζήτηση για τα ζητήματα της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ, καθώς οι συνθήκες δεν έχουν φτάσει εκεί.
Διπλωματικές πηγές επισημαίνουν ότι πρέπει να εμπεδωθεί ένα κλίμα αμοιβαίας ειλικρίνειας και εμπιστοσύνης και να υπάρχει αμοιβαία κατανόηση στις αρχές που θα πρέπει να διέπουν τον διάλογο.
«Δε θα είναι μια σύντομη διαδικασία, όποτε υπάρξει ο διάλογος αυτός… Είναι εξαιρετικά σημαντικό να καλλιεργούμε κλίμα νηνεμίας και να μην παράγονται κρίσεις. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει δραστηριότητα στο Αιγαίο» ανέφεραν οι ίδιες πηγές και πρόσθεσαν ότι ο πιο ασφαλής τρόπος να γίνει αυτό είναι η διευθέτηση της μίας και μοναδικής διαφοράς: «Οι διαφορές εξακολουθούν να υφίστανται, όμως στόχος είναι να μην παράγονται κρίσεις σε βαθμό όπου θα διακυβεύεται η ηρεμία και η ειρήνη στην περιοχή… Διανύουμε περίοδο σχετικής ηρεμίας, τόσο στο κομμάτι το ρηματικό, όσο και στο σημείο του πεδίου. Καταλαβαίνουμε ότι περιπτώσεις με σχετικές εντάσεις θα υπάρχουν, αλλά θα πρέπει να έχουμε στάση που να κατατείνει στην ειρήνη και την ευημερία».
«Το ζήτημα της Κύπρου είναι απολύτως μείζονος εθνικής σημασίας και θα συνεχίσουμε να το διαχειριζόμαστε με τον τρόπο αυτό. Η Ελλάδα βρίσκεται σε διαρκή συνεργασία με την κυπριακή κυβέρνηση και τονίζεται ότι είναι σημαντικό να επισπευσθούν οι διαδικασίες για να υπάρξει ουσιαστικός διάλογος. Η θέση που διατυπώνεται από την τουρκοκυπριακή πλευρά είναι εκτός πλαισίου και δεν μπορεί να συζητηθεί. Αντιβαίνει και κάθε έννοια λογικής. Δε μπορείς να προσέρχεσαι σε έναν διάλογο απαιτώντας ως προϋπόθεση να έχει γίνει αποδεκτή η εγγύηση που θέλεις, αντιβαίνει κάθε πολιτική και διπλωματική λογική» τονίζουν οι διπλωματικές πηγές ενώ χαρακτηρίζουν θετικό το γεγονός ότι έχει οριστεί ειδική απεσταλμένη του ΟΗΕ και θα πρέπει να εξαντληθεί κάθε δυνατότητα που παρέχεται στο πλαίσιο του ΟΗΕ, αλλά και στο πλαίσιο της ΕΕ για ουσιαστική συζήτηση.
Σε ό,τι αφορά τις ευρωτουρκικές σχέσεις, οι ίδιες πηγές ανέφεραν ότι θα υπάρξει αποστροφή σε σχέση με τις ευρωτουρκικές σχέσεις στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Απριλίου. «Η πεποίθηση της Ελλάδας είναι ότι θα πρέπει να υπάρχει ρητή αναφορά στο Κυπριακό» υπογραμμίζουν, υπενθυμίζοντας ότι και στα συμπεράσματα του Ιουνίου υπήρξε ρητή αναφορά ότι η Ε.Ε. θα είναι ενεργά παρούσα σε όλα τα στάδια προς την επίλυση του Κυπριακού.
Δεν έχει υπάρξει αλλαγή στάσης της Ελλάδας για το Κόσοβο
«Η ελληνική πλευρά διατηρεί απαρέγκλιτα τη στάση μας τόσο απέναντι στη Σερβία όσο και απέναντι στο Κόσοβο. Δεν έχει υπάρξει ούτε προτιθέμεθα να υπάρξει αλλαγή της στάσης» υπογράμμισαν διπλωματικές πηγές. Σχετικά με την έκθεση του Συμβουλίου της Ευρώπης, διευκρινίζεται ότι «δεν έχει καμία επιρροή σε ό,τι αφορά την ελληνική διπλωματική θέση απέναντι στη Σερβία και το Κόσοβο, είναι εσωτερικό θέμα του Συμβουλίου της Ευρώπης και σε κάθε περίπτωση είναι μη δεσμευτική». Πρόκειται για μια εσωτερική έκθεση και μια απλή γνώμη που δεν έχει δεσμευτικό χαρακτήρα. Στη συνέχεια, άλλωστε, θα περιέλθει σε επίπεδο μονίμων αντιπροσώπων και στη συνέχεια στο επίπεδο του Συμβουλίου της Ευρώπης, επισημαίνεται.
Αναφορικά με τη Βόρεια Μακεδονία, οι ίδιες πηγές επεσήμαναν ότι πρέπει να υπάρχει πιστή εφαρμογή της Συνθήκης των Πρεσπών, ενώ τόνισαν ότι τα μνημόνια να έρθουν προς κύρωση αν τηρούνται όλα τα βήματα και από την άλλη πλευρά. Διπλωματικές πηγές επεσήμαναν ότι η Ελλάδα παρακολουθεί από κοντά τις πολιτικές εξελίξεις, όπου τον Μάιο πρόκειται να διεξαχθούν εθνικές εκλογές. Αναφορικά με τις δηλώσεις του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι δεν θα αναφέρεται στη χώρα πια ως «Βόρεια Μακεδονία», επισημαίνεται ότι «η λογική της Συνθήκης των Πρεσπών αποτελεί όχι απλά μια υποχρέωση της χώρας αλλά δεν μπορεί να αλλάξει μονομερώς και υπερισχύει οποιασδήποτε άλλης διάταξης».